ΑΡΧΙΚΗ

Προλογική έκκληση υπέρ δικαίας κρίσεως της υποθέσεως των Χριστιανών.

 

Άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς:

Απολογία Α΄. 1. Προλογική έκκληση υπέρ δικαίας κρίσεως της υποθέσεως των Χριστιανών

 

ΑΠΟΛΟΓΙΑ Α΄

Προς τον αυτοκράτορα Τίτο Αίλιο Αδριανό Αντωνίνο Ευσεβή Αύγουστο Καίσαρα, τον Βηρίσσιμο υιό του φιλόσοφο, τον Λούκιο, φυσικό υιό του φιλοσόφου Καίσαρος* και θετό υιό του Ευσεβούς, εραστή της παιδείας, την ιερά σύγκλητο, και ολόκληρο τον δήμο των Ρωμαίων υπέρ των εκ παντός γένους ανθρώπων οι οποίοι μισούνται και υβρίζονται αδίκως ο Ιουστίνος υιός του Πρίσκου υιού του Βακχείου,
κατοίκων της Φλαβίας Νεαπόλεως της Συριακής Παλαιστίνης, ένας από αυτούς, κάνω την παρούσα αφιέρωση και αίτηση.

* Ήταν γιος του Λ. Αιλίου Βήρου, Καίσαρα επί Αδριανού, και θετός του Αντωνίνου Ευσεβούς. Βηρίσσιμος είναι ο Μ. Αυρήλιος.


ΠΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΗ ΥΠΕΡ ΔΙΚΑΙΑΣ ΚΡΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Ο λόγος απαιτεί από τους αληθινά ευσεβείς και φιλοσόφους μόνο την αλήθεια να τιμούν και να αγαπούν, παύοντας να ακολουθούν δοξασίες παλαιών διανοουμένων, αν είναι φαύλες. Διότι ο σώφρων λόγος όχι μόνο δεν υπαγορεύει να ακολουθεί ο φίλος της αληθείας τους πράττοντες ή διδάσκοντες το άδικο, αλλά υποδεικνύει ότι πρέπει να εκλέγει το να λέει και πράττει τα δίκαια με κάθε τρόπο και με τίμημα την ζωή του, ακόμη και αν απειλείται με θάνατο. Λοιπόν σεις ότι λέγεσθε ευσεβείς και φιλόσοφοι και φύλακες δικαιοσύνης και εραστές παιδείας*, ακούγεται πανταχού· εάν δε είσθε και στην πραγματικότητα, πρέπει να αποδειχθεί.

* Οι τρεις χαρακτηρισμοί (ευσεβείς, φιλόσοφοι, εραστές παιδείας) αντιστοιχούν στους τρεις βασιλείς (Αντωνίνο, Μ. Αυρήλιο ή Βηρίσσιμο, Λούκιο, ο οποίος ήταν σε ηλικία φοιτητή ακόμη). βλ. προσφώνηση.

Πράγματι δεν έχουμε έλθει ενώπιον σας*, για να σας κολακεύσουμε με αυτά τα γράμματα, αλλά για να ζητήσουμε να κρίνετε την υπόθεση μετά από ακριβή και αυστηρή εξέταση, και να μη δώσετε ψήφο η οποία θα αποβεί εναντίον σας, κατεχόμενοι από προκατάληψη ή από ανθρωπαρέσκεια προς τους δεισιδαίμονες ή άλογη ορμή και προϋπάρχουσα μακροχρόνια κακή φήμη. Διότι εμείς είμαστε πεπεισμένοι ότι δεν είναι δυνατό να πάθουμε κακό από κανέναν, εάν δεν βρεθούμε εργάτες κακίας ή αποδειχθούμε πονηροί· σεις δε να φονεύσετε μεν δύνασθε, να βλάψετε δε όχι.

* Δεν εννοεί ίσως προσωπική ακρόαση ενώπιον των βασιλέων, αλλά παρουσία δια του συγγράμματος.

Αλλά για να μη νομίσει κανείς ότι αυτά είναι άλογη και τολμηρή κραυγή, αξιώνουμε να εξετασθούν οι εις βάρος τους κατηγορίες, και αν μεν αποδειχθούν ότι είναι βάσιμες, να τιμωρηθούν αυτοί. όπως αρμόζει· εάν δε δεν έχει κανείς καμία απόδειξη να φέρει, ο αληθής λόγος δεν επιτρέπει να αδικείτε αθώους ανθρώπους εξ αιτίας πονηρής φήμης, μάλλον δε τους εαυτούς σας, εφ’ όσον αποφασίζετε να καταδικάζετε, όχι με κρίση, αλλά με πάθος.

Κάθε σώφρων άνθρωπος θα αναγνωρίσει ότι καλή και μόνη δίκαιη πρόταση είναι, οι υπήκοοι να δίνουν απρόσβλητο απολογισμό του βίου και της σκέψεως τους, ομοίως δε επίσης και οι άρχοντες να δίνουν την ψήφο τους ακολουθούντες όχι την βία και τυραννίδα αλλά την ευσέβεια και φιλοσοφία· διότι έτσι θα ήταν δυνατόν να απολαύσουν του αγαθού και οι άρχοντες και οι αρχόμενοι. Είπε άλλωστε και κάποιος από τους παλαιούς, «εάν δεν φιλοσοφήσουν οι άρχοντες και οι αρχόμενοι, δεν πρόκειται να ευδαιμονήσουν οι πόλεις» (Περίληψη των λεγομένων υπό του Πλάτωνος, Πολιτεία 473).

Δικό μας λοιπόν έργο είναι να παρέχουμε σε όλους ευκαιρία εξετάσεως και του βίου και της διδασκαλίας μας για να μη οφείλουμε τιμωρία χάριν των συνηθιζόντων να αγνοούν τα δικά μας πράγματα, για όσα κακά διαπράττουν στην τύφλωση τους περί αυτών· δικό σας δε όπως διδάσκει ο λόγος*, είναι ακούοντες να βρίσκεσθε αγαθοί κριτές. Διότι θα είναι αναπολόγητοι ενώπιον του Θεού, εάν δεν πράξουν τα δίκαια όσοι μάθουν την αλήθεια.

* Ο Ιουστίνος δίνει την εντύπωση ότι η απολογία του αναγινώσκεται ενώπιον του βασιλέως και ίσως μάλιστα είχε την πρόθεση να την αναγνώσει αν αυτός του έδινε την ευκαιρία.

Η απόδοση ενός ονόματος, δεν σημαίνει ούτε αγαθό ούτε κακό, χωρίς τις πράξεις οι οποίες συνδέονται με το όνομα· άλλωστε, όσον εξαρτάται από το όνομα που μας χαρακτηρίζει, είμαστε χρηστότατοι*. Αλλ’ επειδή δεν θεωρούμε τούτο δίκαιο, να ζητούμε αθώωση λόγω του ονόματος, εάν αποδειχθούμε κακοί, πάλι, εάν ευρεθούμε ότι δεν αδικούμε σε τίποτε, ούτε κατά την ονομασία ούτε κατά την διαγωγή, είναι δικό σας το να αγωνιάτε, μη τυχόν, τιμωρώντας αδίκως ανθρώπους εις βάρος των οποίων δεν υπάρχει απόδειξη, γίνετε οφειλέτες τιμωρίας στην δικαιοσύνη.

* Το όνομα «Χριστιανοί». Ο Ιουστίνος κάνει λογοπαίγνιο μεταξύ «χριστός» και «χρηστός». Πολλοί δε συνέχεαν τα δύο ονόματα, ιδίως στην Δύση.

Δεν είναι εύλογο να δοθεί έπαινος ή τιμωρία λόγω ονόματος, εάν δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί κάτι ενάρετο ή φαύλο με έργα. Γι’ αυτό όλους τους δικούς σας κατηγορουμένους δεν τιμωρείτε πριν ελεγχθούν· στην περίπτωση μας όμως λαμβάνετε ως απόδειξη το όνομα, μολονότι, όσον εξαρτάται από το όνομα, μάλλον τους κατηγόρους πρέπει να τιμωρείτε. Διότι κατηγορούμαστε ότι είμαστε Χριστιανοί, το δε χρηστό δεν είναι δίκαιο να μισείται.

Και πάλι, εάν κάποιος από τους κατηγορουμένους αρνηθεί με την φωνή, λέγoντας ότι δεν είναι Χριστιανός, τον αφήνετε εφ’ όσον δεν μπορείτε να αποδείξετε ότι αμάρτησε καθόλου, εάν δε κάποιος ομολογήσει ότι είναι, τον τιμωρείτε λόγω της ομολογίας, ενώ πρέπει να εξετάζετε και του ομολογούντος και του αρνούμενου την διαγωγή, για να φανεί έκαστος δια των πράξεων του ποιος είναι. Διότι, όπως μερικοί, παραλαβόντες από τον διδάσκαλο Ιησού παρακινούν άλλους να μη αρνούνται εξεταζόμενοι, έτσι κακώς ίσως ζώντες προσφέρουν αφορμές στους μάταια επιθυμούντες να προσάπτουν σε όλους τους Χριστιανούς ασέβεια και αδικία.

Βεβαίως ούτε τούτο δεν πράττεται ορθά. Μερικοί ασφαλώς αναλαμβάνουν το όνομα και το ένδυμα του φιλοσόφου, ενώ δεν πράττουν τίποτε άξιο του λειτουργήματος· γνωρίζετε δε ότι και οι τα αντίθετα στοχαζόμενοι και διδάσκοντες από τους παλαιούς προσαγορεύονται με το ίδιο ένα όνομα «φιλόσοφοι». Και μερικοί από αυτούς δίδαξαν αθεΐα και οι παλαιοί ποιητές καταγγέλλουν τον Δία ως ασελγή μαζί με τα τέκνα του. Και οι ακολουθούντες τα διδάγματα εκείνων δεν εμποδίζονται από σας, αλλά αντίθετα ορίζετε βραβεία και τιμάς για τους υβρίζοντες αυτούς μεγαλοφώνως.

Τι μπορεί λοιπόν να σημαίνει τούτο; Για εμάς, οι οποίοι υποσχόμαστε να μη πράττουμε αδικίες και να μη δεχόμαστε τέτοιες άθεες απόψεις, δεν ενεργείτε δικαστική εξέταση, αλλά μας τιμωρείτε χωρίς κρίση και σκέψη, παρορμώμενοι από άλογο πάθος και από μάστιγα φαύλων δαιμόνων. Διότι θα λεχθεί το αληθές· την παλαιά εποχή φαύλοι δαίμονες, ενεργήσαντες επιδημίες και έδειξαν σε ανθρώπους φόβητρα, ώστε να καταπλαγούν όσοι δεν έκριναν τις πράξεις αυτές λογικά, αλλά συναρπασμένοι από τρόμο και μη αντιληφθέντες ότι αυτοί. είναι φαύλοι δαίμονες, τους προσονόμασαν θεούς και καλούσαν τον καθένα με το όνομα το οποίο έκαστος των δαιμόνων είχε επιλέξει για τον εαυτό του.

Όταν δε ο Σωκράτης προσπάθησε να φανερώσει αυτά με αληθή λόγο και ακριβή εξέταση και να απομακρύνει τους ανθρώπους από τους δαίμονες, τότε αυτοί οι δαίμονες ενήργησαν δια των ευχαριστούμενων στην κακία ανθρώπων να τον φονεύσουν ως άθεο και ασεβή, λέγοντες ότι εισάγει καινά δαιμόνια*. Παρομοίως ενεργούν και στην περίπτωση μας. Διότι αυτά δεν ελέγχθηκαν μόνο μεταξύ των Ελλήνων από τον λόγο δια του Σωκράτους, αλλά και μεταξύ των βαρβάρων υπό αυτού τούτου του Λόγου, λαβόντος μορφή και γενομένου ανθρώπου και ονομασθέντος Ιησού Χριστού. Σ’ αυτόν πεισθέντες εμείς, λέμε ότι οι πράξαντες αυτά δαίμονες όχι μόνο δεν είναι θεοί, αλλ’ είναι κακοί και ανόσιοι δαίμονες, οι οποίοι δεν έχουν καν όμοιες τις πράξεις με τους ανθρώπους οι οποίοι ποθούν την αρετή.

* Η κατηγορία κατά του Σωκράτη, ήταν ακριβώς ότι δεν παραδέχεται τους θεούς της πόλης, εισάγει καινά δαιμόνια και διαφθείρει τους νέους, Πλάτωνος Απολογία 24 Β.

Έτσι δε αποκαλούμαστε και άθεοι. Και ομολογούμε ότι ως προς τους τέτοιους νομιζόμενους θεούς είμαστε άθεοι, αλλά δεν είμαστε ως προς τον αληθέστατο και πατέρα της δικαιοσύνης και σωφροσύνης και των άλλων αρετών και απαλλαγμένο κακίας Θεό. Σεβόμαστε και προσκυνούμε εκείνον και τον εξ αυτού προελθόντα Υιό και τον διδάξαντα εμάς αυτά και το πλήθος των άλλων αγαθών αγγέλων οι οποίοι ακολουθούν αυτόν και είναι εξομοιωμένοι με αυτόν, και το προφητικό Πνεύμα, τιμώντας αυτούς με λόγο και αλήθεια και διδάσκοντας περί αυτών γενναιόδωρα σε κάθε επιθυμούντα, όπως διδαχθήκαμε.

Αλλά θα πει κανείς ότι ήδη μερικοί Χριστιανοί συλληφθέντες αποδείχθηκαν κακούργοι. Βεβαίως σεις, αφού εξετάσετε την διαγωγή των κατηγορουμένων, καταδικάζετε πολλούς πολλάκις, αλλ’ όχι εξ αιτίας των προαποδειχθέντων κακούργων. Λοιπόν δεχόμαστε γενικά και εκείνο, ότι, όπως οι μεταξύ των Ελλήνων διδάξαντες τα αρεστά, σ’ αυτούς καλούνται όλοι με ένα όνομα φιλόσοφοι, μολονότι τα διδάγματα τους είναι ενάντια το ένα στο άλλο, έτσι και στους σοφούς, οι οποίοι αναδείχθηκαν και αναγνωρίσθηκαν μεταξύ των βαρβάρων, το αποδιδόμενο όνομα είναι κοινό· διότι ονομάζονται όλοι Χριστιανοί.

Απ’ όπου, ζητούμε να κρίνονται οι πράξεις όλων των καταγγελλομένων σε σας, ούτως ώστε να τιμωρείται ο αποδειχθείς ως άδικος, αλλ’ όχι ως Χριστιανός· εάν δε φανεί κανείς αθώος, να απολύεται· διότι δεν αδικεί τίποτε με την ιδιότητα του ως Χριστιανού. Βεβαίως δεν θα απαιτήσουμε να τιμωρήσετε τους κατηγόρους μας, διότι τους αρκεί η ενυπάρχουσα σ’ αυτούς πονηρία και άγνοια των καλών.

Ότι δε είπαμε αυτά προς δική σας χάρη, αντιληφθείτε το, από το ότι είναι στα χέρια μας να αρνούμαστε την ιδιότητα του Χριστιανού, όταν δικαζόμαστε. Αλλά δεν το πράττουμε, διότι δεν θέλουμε να ζούμε ψευδολογούντες. Επιθυμώντας αιώνιο και καθαρό βίο, επιζητούμε την διαμονή μετά του Θεού, του Πατρός και Δημιουργού του σύμπαντος, και σπεύδουμε να ομολογήσουμε, όσοι είμαστε πεπεισμένοι και πιστεύουμε ότι δύνανται να επιτύχουν τούτο οι πείσαντες τον Θεό δια έργων ότι τον ακολουθούσαν και ποθούσαν την μετ’ αυτού διαμονή,  όπου δεν επηρεάζει η κακία.

Εν συντομία λοιπόν αυτά είναι εκείνα, τα οποία προσδοκούμε και έχουμε μάθει από τον Χριστό και διδάσκουμε. Ο δε Πλάτων ομοίως είπε ότι ο Ραδάμανθυς και ο Μίνως θα τιμωρήσουν τους αδίκους οι οποίοι έρχονται προς αυτούς*· εμείς δε λέμε ότι θα γίνει το ίδιο πράγμα, αλλ’ από τον Χριστό, θα παρουσιασθούν κατά τα ίδια σώματα με τις ψυχές και θα τιμωρηθούν με αιώνια κόλαση, αλλ’ όχι μόνο για μία χιλιετή περίοδο, όπως είπε εκείνος.  Εάν λοιπόν πει κανείς ότι τούτο είναι απίστευτο και αδύνατον, η πλάνη αφορά σ’ εμάς και όχι σ’ άλλον, εφ’ όσον δεν αποδειχθεί ότι αδικούμε δια έργων.

* Βλ. Πλάτωνος, Γοργίας 523Ε. Φαίδρος 249A.

Βεβαίως δεν τιμούμε με άφθονες θυσίες και ανθοδέσμες, αυτά τα οποία κατασκεύασαν και έστησαν σε ναούς άνθρωποι και τα ονόμασαν θεούς, επειδή γνωρίζουμε ότι αυτά είναι άψυχα και νεκρά, δεν έχουν μορφή Θεού (διότι δεν νομίζουμε ότι ο Θεός έχει τέτοια μορφή, την οποία μερικοί λένε ότι έχουν μιμηθεί χάριν τιμής), αλλ’ έχουν ονόματα και σχήματα εκείνων των φανέντων κακών δαιμόνων. Τι χρειάζεται άλλωστε να σας αναφέρω, αφού το γνωρίζετε, πως επεξεργάζονται την ύλη οι τεχνίτες, ξέοντες, τέμνοντες, χωνεύοντες και χτυπόντες; Και από άτιμα σκεύη πολλάκις αλλάζοντας απλώς το σχήμα και μεταμορφώνοντας το, κατασκευάζουν αντικείμενα τα οποία ονομάζουν θεούς.

Τούτο όχι μόνο θεωρούμε παράλογο, αλλά και ότι γίνεται προς εξύβριση του Θεού, ο οποίος, έχοντας άρρητη δόξα και μορφή, δίνει το όνομα του σε πράγματα φθαρτά και έχοντα ανάγκη υπηρεσίας. Ότι οι τεχνίτες τούτων είναι ασελγείς και έχουν κάθε κακία, για να μη λεπτολογούμε, το γνωρίζετε με ακρίβεια· διαφθείρουν ακόμη και τις δούλες τους οι οποίες εργάζονται μαζί με αυτούς. Τι παράνοια, ακόλαστοι άνθρωποι να λέγονται ότι πλάθουν και μεταποιούν θεούς προς προσκύνηση, και να καθιστάτε τέτοιους ανθρώπους φύλακες των ιερών, όπου αφιερώνονται εκείνα, μη αντιλαμβανόμενοι ότι είναι αθέμιτο ακόμη και το να σκέπτεται, ή να λέει κανείς, ότι άνθρωποι γίνονται φύλακες θεών.

Αλλ’ εμείς έχουμε μάθει ότι ο Θεός δεν έχει ανάγκη των υλικών προσφορών από ανθρώπους, τον βλέπουμε να παρέχει αυτός τα πάντα· έχουμε δε διδαχθεί και είμαστε πεπεισμένοι και πιστεύουμε ότι δέχεται μόνο εκείνους, οι οποίοι μιμούνται τα αγαθά του προσόντα, σωφροσύνη, δικαιοσύνη, φιλανθρωπία, και όσα άλλα είναι οικεία στον Θεό, ο οποίος δεν καλείται με κανένα δοτό όνομα. Και έχουμε διδαχθεί ότι λόγω της αγαθότητας του δημιούργησε στην αρχή τα πάντα από άμορφη ύλη χάριν των ανθρώπων και έχουμε μάθει ότι, εάν αυτοί. παρουσιάσουν εαυτούς άξιους του σχεδίου του δια έργων, θα καταξιωθούν της μετ’ αυτού συναναστροφής συμβασιλεύοντας, αφού γίνουν άφθαρτοι και απαθείς.

Διότι με τον ίδιον τρόπο που στην αρχή, όταν δεν υπήρχαμε, μας έπλασε, κατά τον ίδιο τρόπο νομίζουμε, ότι οι εκλέγοντες τα αρεστά σ’ αυτόν θα καταξιωθούν για την εκλογή τους αυτή και αφθαρσίας και κοινωνίας μετ’ αυτού. Διότι το να γίνουμε στην αρχή δεν ήταν δικό μας έργο· το να ακολουθούμε όμως τα αγαπητά σ’ αυτόν, εκλέγοντες αυτά δια των λογικών δυνάμεων, τις οποίες δώρισε αυτός, και με τις οποίες πείθει και οδηγεί εμάς στην πίστη, είναι δικό μας έργο.

Νομίζουμε δε ότι είναι προς το καλό όλων των ανθρώπων, το ότι δεν εμποδίζονται να μαθαίνουν αυτά, αλλά και ότι προτρέπονται προς αυτά. Διότι όσα δεν μπόρεσαν να πράξουν οι ανθρώπινοι νόμοι, αυτά θα εκτελούσε ο Λόγος, θείος ων, εάν οι φαύλοι δαίμονες δεν είχαν διαδώσει πολλές ψευδείς και ασεβείς κατηγορίες, βρίσκοντας σύμμαχο την σε κάθε άνθρωπο υπάρχουσα έμφυτη κακή καθ’ όλα και ποικίλη επιθυμία, για πράγματα τα οποία δεν προσιδιάζουν σ’ εμάς. 

* Στην ρωμαϊκή ειρήνη, αλλά δια της προβολής της εσωτερικής ψυχικής ειρήνης των Χριστιανών.

Είμαστε δε βοηθοί και σύμμαχοι σας στην ειρήνη* περισσότερο από όλους τους ανθρώπους, εμείς οι οποίοι φρονούμε ότι είναι αδύνατον να διαφύγει την προσοχή του Θεού κακούργος, ή πλεονέκτης, ή επίβουλος, ή ενάρετος και ότι έκαστος θα πορευθεί σε αιώνια κόλαση ή σωτηρία κατ’ αξία των πράξεων του. Εάν τα γνώριζαν αυτά όλοι οι άνθρωποι, κανείς δεν θα εξέλεγε την κακία έστω και για λίγο χρόνο, διότι θα γνώριζε ότι πορεύεται σε αιώνια καταδίκη δια πυρός, αλλά θα συγκρατούσε τον εαυτό του και θα τον στόλιζε δι’ αρετής με κάθε τρόπο, ώστε να επιτύχει τα παρά Θεού αγαθά και απαλλαγή των τιμωριών.

Όσοι προσπαθούν να αποκρύψουν ότι αδικούν εξ αιτίας των από σας τεθειμένων νόμων και ποινών, αδικούν δε διότι γνωρίζουν ότι είναι δυνατόν να διαφύγουν την προσοχή σας, αφού είσθε άνθρωποι, εάν μάθαιναν και πείθονταν ότι είναι αδύνατον να διαφύγει κάτι την προσοχή του Θεού, όχι μόνο πραττόμενο αλλά και σχεδιαζόμενο, θα ήταν με κάθε θυσία κόσμιοι, έστω και μόνο για τις συνέπειες, όπως θα συμφωνήσετε και σεις. Αλλά φαίνεται να φοβάσθε μήπως γίνουν όλοι δίκαιοι, και τότε σεις δεν θα έχετε πλέον ποιους να τιμωρήσετε· τούτο όμως θα ήταν έργο δημίων, όχι αρχόντων αγαθών. Είμαστε δε πεπεισμένοι ότι και αυτά ενεργούνται, όπως προείπαμε, από δαίμονες φαύλους, οι οποίοι ζητούν θυσίες και περιποιήσεις και από τους αλόγως ζώντες· αλλά δεν νομίζουμε ότι θα πράξετε σεις κάτι άλογο, αφού ποθείτε ευσέβεια και φιλοσοφία.

Εάν δε προτιμάτε και σεις, όπως οι ανόητοι, τις συνήθειες από την αλήθεια, πράττετε ό,τι μπορείτε· τόσο δε μπορούν να πράξουν και άρχοντες προτιμώντας την δόξα από την αλήθεια, όσον ληστές στην ερημιά. Ότι δε, δεν θα επιτύχουν, το αποδεικνύει ο Λόγος, του οποίου δεν γνωρίζουμε κανένα άρχοντα να είναι βασιλικότερος και δικαιότατος μετά τον γεννήσαντα αυτόν Θεό. Κατά τον ίδιο τρόπο όλοι προσπαθούν ν’ αποφεύγουν να κληρονομούν την πενία, τα πάθη και την κακοφημία των προγόνων, έτσι και όσα ορίσει ο Λόγος ότι δεν πρέπει να εκλέξει ο σώφρων, δεν θα τα εκλέξει.

Προείπε ότι όλα αυτά θα γίνουν, λέω, ο διδάσκαλος μας και υιός του Πατρός όλων και δεσπότη Θεού, ο οποίος είναι ο απόστολος Ιησούς Χριστός, από τον οποίο λάβαμε και το όνομα των Χριστιανών. Είμαστε δε βέβαιοι ότι όλα τα διδαχθέντα απ’ αυτόν είναι αληθή, εκ του ότι όσα προείπε φαίνονται πραγματοποιούμενα αμέσως· είναι δε έργο Θεού το να πει πράγματα, πριν γίνουν, και αυτά να αποδειχθούν ότι έγιναν όπως προλέχθηκε. Θα ήταν δυνατόν βέβαια να σταματήσουμε αυτά χωρίς να προσθέσουμε τίποτε, σκεπτόμενοι ότι ζητάμε δίκαια και αληθή· αλλ’ επειδή γνωρίζουμε ότι δεν είναι εύκολο να μεταβάλλει κανείς καρδιά κατεχόμενη από άγνοια, φιλοτιμηθήκαμε να προσθέσουμε λίγα, για να πείσουμε τους φίλους της αληθείας, γνωρίζοντας ότι δεν είναι αδύνατον να διαφύγει κανείς την άγνοια όταν αντιπαραταχθεί σ’ αυτήν η αλήθεια.

Ποιος σώφρων άνθρωπος δεν θα ομολογήσει, ότι δεν είμαστε άθεοι, αφού σεβόμαστε τον Δημιουργό του σύμπαντος, λέγοντας αυτόν ανενδεή αιματηρών θυσιών και σπονδών και θυμιαμάτων, όπως διδαχθήκαμε, υμνούντες κατά δύναμιν αυτόν με λόγο ευχής και ευχαριστίας για όλα όσα μας προσφέρει, μαθόντες ότι μοναδική αξία τιμή γι’ αυτόν, είναι το να μη δαπανάμε στο πυρ, τα καμωμένα από εκείνον προς διατροφή, αλλά να τα προσφέρουμε στους εαυτούς μας και τους έχοντας ανάγκη, σ’ εκείνον δε ευγνώμονες να απευθύνουμε ευχές και ύμνους υπέρ της πλάσεως μας και υπέρ όλων των μέσων προς ευημερία, των ποικιλιών των ειδών και των μεταβολών των καιρών, και επίσης υποβάλλοντες αιτήσεις να γίνουμε άφθαρτοι δια της πίστεως σ’ αυτόν;

Θα αποδείξουμε επίσης ότι τιμούμε ελλόγως τον γενόμενο σε εμάς διδάσκαλο αυτών και προς τούτο γεννηθέντα Ιησού Χριστό, τον σταυρωθέντα επί Ποντίου Πιλάτου, ο οποίος ήταν επίτροπος της Ιουδαίας κατά τους χρόνους του Τιβερίου Καίσαρος, διδαχθέντες ότι είναι Υιός αυτού του όντως Θεού και τοποθετούντες αυτόν σε δεύτερη θέση, και το προφητικό Πνεύμα σε τρίτη τάξη. Εδώ ακριβώς μας κατηγορούν ως μανιακούς, λέγοντες ότι δίδουμε δεύτερη θέση μετά τον αναλλοίωτο και αιωνίως υπάρχοντα Θεό και Πατέρα των όλων σε ένα άνθρωπο σταυρωθέντα, αγνοούντες το ενυπάρχον σ’ αυτό μυστήριο, το οποίο παρακαλούμε να προσέξετε, καθώς θα το εξηγήσουμε.

Σας συνιστούμε εκ των προτέρων να φυλαχθείτε μήπως οι δαίμονες τους οποίους χαρακτηρίσαμε ως ύποπτους προηγουμένως, σας εξαπατήσουν και σας αποτρέψουν τελείως από το να αναγνώσετε και κατανοήσετε τα λεγόμενα (διότι αγωνίζονται να σας έχουν δούλους και υπηρέτες, και άλλοτε μεν με εμφάνιση ονείρων, άλλοτε πάλι με μαγικές ενέργειες αιχμαλωτίζουν όλους όσοι δεν αγωνίζονται υπέρ της σωτηρίας τους), κατά τον ίδιο τρόπο και εμείς, αφού πεισθήκαμε από τον Λόγο, εκείνους μεν αποκηρύξαμε, ακολουθούμε δε μόνο τον άκτιστο Θεό, δια του Υιού.

Εμείς οι οποίοι άλλοτε μεν διασκεδάζαμε με τις πορνείες, τώρα δε ικανοποιούμαστε με μόνη την σωφροσύνη, οι οποίοι χρησιμοποιούσαμε και μαγικά τεχνάσματα, τώρα δε αναθέσαμε τους εαυτούς μας, στον αγαθό και άκτιστο Θεό, οι οποίοι αγαπούσαμε περισσότερο από κάθε άλλο, τα μέσα αποκτήσεως χρημάτων και κτημάτων· τώρα δε και όσα έχουμε φέρνουμε σε κοινό ταμείο και τα διαμοιραζόμαστε με καθένα έχοντα ανάγκη· εμείς οι οποίοι ήμασταν μισάλληλοι και αλληλοφόνοι και δεν ερχόμασταν σε επικοινωνία με τους μη ομοφύλους, λόγω διαφοράς εθίμων, τώρα μετά την εμφάνιση του Χριστού γίναμε ομοδίαιτοι και ευχόμαστε υπέρ των εχθρών και προσπαθούμε να πείσουμε, τους αδίκως μισούντας, ούτως ώστε όσοι ζήσουν σύμφωνα με τις καλές υποθήκες του Χριστού να ευελπιστούν ότι θα επιτύχουν τα ίδια με εμάς αγαθά, από τον δεσπότη των όλων Θεό.

Για να μη φανούμε ότι σας λέμε σοφιστείες, κρίναμε καλό πριν την αποδεικτική επιχειρηματολογία να μνημονεύσουμε λίγα από τα διδάγματα του Χριστού, ας είναι δε δικό σας έργο, ως δυνατοί βασιλείς να εξετάσετε εάν έχουμε διδαχθεί και διδάσκουμε αυτά αληθώς. Οι λόγοι του ήταν βραχείς και σύντομοι, διότι δεν ήταν σοφιστής, αλλ’ ο λόγος του ήταν δύναμη Θεού*.

*  Ακολουθεί συλλογή λόγων του Κυρίου προερχομένων από την επί του Όρους ομιλία αυτού κυρίως.

Περί της σωφροσύνης λοιπόν είπε τόσα μόνο. «Όποιος κοιτάξει γυναίκα με πόθο γι’ αυτήν, ήδη μοίχευσε στην καρδιά του, ενώπιον του Θεού» (Ματθ. 5, 28), και «εάν ο οφθαλμός σου ο δεξιός σε σκανδαλίζει, απόκοψε τον· διότι σε συμφέρει να εισέλθεις μονόφθαλμος στην βασιλεία των ουρανών παρά να σταλείς με τους δύο στο αιώνιο πυρ» (Ματθ. 5, 29. 18, 9. Μάρκ. 9, 47), και «όποιος νυμφεύεται διαζευγμένη από άλλον άνδρα μοιχεύει» (Ματθ. 5, 32. Λουκ. 16, 18), και «υπάρχουν μερικοί οι οποίοι ευνουχίσθηκαν από τους ανθρώπους, υπάρχουν δε εκείνοι οι οποίοι γεννήθηκαν ευνούχοι, υπάρχουν δε και εκείνοι οι οποίοι ευνούχισαν τους εαυτούς τους για την βασιλεία των ουρανών· αλλά βέβαια δεν το δέχονται αυτό όλοι» (Ματθ. 19, 11-12).

Όπως οι προσερχόμενοι σε δεύτερο γάμο κατά ανθρώπινο νόμο είναι αμαρτωλοί ενώπιον του διδασκάλου μας*, έτσι και οι βλέποντες γυναίκα με πόθο· διότι δεν εκδιώκεται από αυτόν μόνο ο εμπράκτως μοιχεύων, αλλά και ο θέλων να μοιχεύσει, καθ’ όσον δεν είναι μόνο τα έργα φανερά στον Θεό αλλά και οι σκέψεις. Πολλοί δε και πολλές εξήντα και εβδομήντα ετών, οι οποίοι μαθήτευσαν στον Χριστό από παιδικής ηλικίας, παραμένουν άφθοροι· και εύχομαι να δείχνονται τέτοιοι και σε κάθε γένος ανθρώπων.

* Κατά την εποχή εκείνη απαγόρευαν τον δεύτερο γάμο, άλλοι μετά το διαζύγιο και άλλοι ακόμη μετά τον θάνατο του άλλου συζύγου.

Τι χρειάζεται να αναφέρουμε το αναρίθμητο πλήθος των μεταστραφέντων από την ακολασία, αφού έμαθαν αυτά; Διότι ο Χριστός δεν κάλεσε τους δίκαιους, ούτε τους σώφρονες, αλλά τους ασεβείς και ακόλαστους και αδίκους. Είπε δε έτσι· «δεν ήλθα να καλέσω δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοια» (Ματθ. 9,13. Μάρκ. 2,17. Λουκ. 5,32). Διότι ο Πατέρας ο ουράνιος θέλει την μετάνοια του αμαρτωλού, παρά την τιμωρία του.

Περί δε της αγάπης προς όλους δίδαξε αυτά. «Εάν αγαπάτε όσους σας αγαπούν, τι νέο πράττετε; Διότι και οι πόρνοι το πράττουν αυτό. Εγώ δε σας λέω· εύχεσθε υπέρ των εχθρών σας και αγαπάτε τους μισούντες σας, ευλογείτε τους καταρωμένους σας και εύχεσθε υπέρ των ενοχλούντων σας» (Ματθ. 5, 44·46. Λουκά 6, 27 έ · 32).

Περί δε της κοινωνίας των αγαθών με τους έχοντες ανάγκη και της αποφυγής πράξεων προς απόκτηση δόξας είπε αυτά. «Δίνετε σε κάθε ζητούντα και μην αποφύγετε τον θέλοντα να δανεισθεί. Διότι εάν δανείζετε σ’ εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να λάβετε πάλι, τι νέο πράττετε; Και οι τελώνες το πράττουν αυτό» (Ματθ. 5, 42·46. Λουκά 6, 30 · 34). «Σεις δε μη θησαυρίζετε για τον εαυτό σας επί της γης, όπου σκόρος και σήψη τα αφανίζουν και ληστές κάνουν διάρρηξη· θησαυρίζετε για σας αγαθά στους ουρανούς, όπου δεν τα αφανίζει ούτε σκόρος ούτε σήψη» (Ματθ. 6, 19 έ). «Διότι τι ωφελείται ο άνθρωπος, εάν κερδίσει όλον τον κόσμο, χάσει δε την ψυχή αυτού; Ή τι θα δώσει ως αντάλλαγμα γι’ αυτήν; Θησαυρίζετε λοιπόν στους ουρανούς, όπου δεν αφανίζει ούτε σκόρος ούτε σήψη» (Ματθ. 16, 26. Μάρκ. 8, 36. Λουκ 9, 25. Ματθ. 6, 20).

Και «γίνετε χρηστοί και οικτίρμονες, όπως και ο Πατέρας σας είναι χρηστός και οικτίρμων, και ανατέλλει τον ήλιο του προς αμαρτωλούς και δίκαιους και πονηρούς» (Ματθ. 5, 45 48. Λουκά 6, 35 έ). «Μη στενοχωρείσθε τι θα φάγετε ή τι θα ενδυθείτε. Δεν διαφέρετε σεις από τα πετεινά και τα θηρία; Και ο Θεός τα τρέφει και αυτά. Μη στενοχωρείσθε λοιπόν τι θα φάγετε και τι θα ενδυθείτε· διότι γνωρίζει ο Πατέρας σας ο ουράνιος ότι έχετε ανάγκη από αυτά. Ζητείτε δε την βασιλεία των ουρανών και όλα αυτά θα προστεθούν σε σας. Διότι όπου είναι ο θησαυρός, εκεί είναι και ο νους του ανθρώπου» (Ματθ. 6, 25 έ· 31-33. Λουκά 12, 22·24·29-31·34). Και, «μην κάνετε αυτά τα πράγματα για να φαίνεσθε από τους ανθρώπους· άλλως δεν έχετε μισθό από τον Πατέρα σας που βρίσκεται στους ουρανούς» (Ματθ. 6, 1).

Περί δε της ανάγκης να είμαστε ανεξίκακοι και υπηρετικοί σε όλους και απαλλαγμένοι από την οργή, είπε τα εξής. «Στον κτυπώντα την σιαγόνα σου δίνε και την άλλη, και τον αφαιρούντα τον χιτώνα σου ή το ιμάτιο, μη τον εμποδίσεις» (Λουκά 6,2 9. Ματθ. 5, 32 έ). «Όποιος δε οργισθεί, είναι ένοχος στο πυρ. Καθέναν που σε αγγαρεύει ένα μίλι ακολούθησε δύο. Ας λάμψουν δε τα καλά σας έργα μπροστά στους ανθρώπους, ώστε βλέποντας τα να θαυμάζουν τον Πατέρα σας που βρίσκεται στους ουρανούς» (Ματθ. 5, 22 · 41 · 46). Διότι δεν πρέπει να ερίζουμε· ούτε θέλησε να είμαστε εμείς μιμητές των φαύλων, αλλά προέτρεψε να φεύγουμε μακριά από την αισχύνη και επιθυμία των κακών δια της υπομονής και πραότητας.

Αυτό μάλιστα μπορούμε να αποδείξουμε και στην περίπτωση πολλών ανθρώπων οι οποίοι ήταν με το μέρος σας· μεταστράφηκαν από βίαιοι και τυραννικοί, κατόπιν παρακολουθήσεως της καρτερικότητας του βίου γειτόνων ή παρατηρήσεως της παράδοξης υπομονής γνωρίμων οι οποίοι υφίστατο εκμετάλλευση, ή εμπειρίας συναναστροφής συνεργατών.

Περί δε της τέλειας αποφυγής του όρκου, και της σε κάθε ευκαιρία εκφοράς της αλήθειας, αυτά παρήγγειλε «να μην ορκίζεσθε καθόλου· αλλά να είναι το ναι σας ναι και το ου ου· το περισσότερο δε από αυτά, είναι εκ του πονηρού» (Ματθ. 5, 34 · 37). Περί δε, του ότι πρέπει να προσκυνούμε μόνο τον Θεό μίλησε με τα εξής πειστικά λόγια. «Μεγίστη εντολή είναι· θα προσκυνείς Κύριο τον Θεό σου και θα λατρεύεις μόνο αυτόν, από όλη την καρδιά σου και όλη την ισχύ σου, Κύριο τον Θεό, ο οποίος σε έπλασε» (Ματθ. 22, 37 έ. Μάρκ. 12, 30. Ματθ. 4, 10. Λουκ. 4, 8).

Και στον προσελθόντα σ’ αυτόν και ειπόντα, «διδάσκαλε αγαθέ», αποκρίθηκε λέγοντας, «κανείς δεν είναι αγαθός παρά μόνο ο Θεός, ο ποιήσας το σύμπαν» (Μάρκ. 10, 17 έ. Ματθ. 19, 17. Λουκ. 18, 18 έ). Όσοι δε, δεν βρίσκονται να ζουν, όπως δίδαξε, ας αναγνωρισθεί ότι δεν είναι Χριστιανοί, ακόμη και αν με την γλώσσα προφέρουν τα διδάγματα του Χριστού· διότι είπε ότι θα σωθούν όχι οι απλώς λέγοντες, αλλά οι και εφαρμόζοντες εμπράκτως. Διότι είπε αυτά· «δεν θα εισέλθει καθένας που με προσφωνεί Κύριε, Κύριε στην βασιλεία των ουρανών, αλλ’ αυτός που εκτελεί το θέλημα του Πατρός μου που βρίσκεται στους ουρανούς» (Ματθ. 7, 21).

«Διότι όποιος με ακούει και πράττει όσα λέω, ακούει τον αποστείλαντα με» (Λουκά 10, 16. Ματθ. 10, 40). «Πολλοί δε θα μου πουν· Κύριε, Κύριε, δεν φάγαμε και ήπιαμε και θαυματουργήσαμε στο όνομα σου; Και τότε θα τους πω· απομακρυνθείτε από εμένα, εργάτες της ανομίας» (Ματθ. 7, 22 έ. Λουκ. 13, 26 έ). «Τότε θα υπάρξει κλαυθμός και βρυγμός των οδόντων, όταν οι μεν δίκαιοι θα λάμψουν όπως ο ήλιος, οι δε άδικοι θα σταλούν στο αιώνιο πυρ» (Ματθ. 13, 42 έ. Λουκ. 13, 28). «Διότι πολλοί θα έλθουν στο όνομα μου, από έξω, ενδεδυμένοι με δέρματα προβάτων, από μέσα δε όντες αρπακτικοί λύκοι· από τα έργα τους θα τους γνωρίσετε. Κάθε δε δένδρο, το οποίο δεν κάνει καλό καρπό, ξεριζώνεται και ρίχνεται στο πυρ» (Ματθ. 7, 15 έ· 19).

Ζητούμε δε και από σας να τιμωρείτε τους μη ζώντας συμφώνως προς τα διδάγματα του, αλλά μόνο δε λεγόμενους Χριστιανούς.

Προσπαθούμε δε να φέρουμε τους φόρους και τις συνεισφορές στους διορισμένους από σας υπαλλήλους παντού προθυμότερα από όλους, όπως διδαχθήκαμε από αυτόν. Πράγματι κατά τον καιρό εκείνον προσήλθαν μερικοί και τον ρώτησαν, εάν πρέπει να καταβάλουν φόρους στον Καίσαρα. Και αποκρίθηκε· Πείτε μου, τίνος εικόνα έχει το νόμισμα; Εκείνοι δε είπαν· του Καίσαρα. Και πάλι αποκρίθηκε σ’ αυτούς· «αποδώστε τα του Καίσαρα στον Καίσαρα και τα του Θεού στον Θεό» (Ματθ. 22, 16-21).

Απ’ όπου προσκυνούμε μόνο τον Θεό, κατά τα άλλα δε υπηρετούμε ευχάριστα σε σας, παραδεχόμενοι εσάς ως βασιλείς και άρχοντες ανθρώπων και ευχόμενοι να ευρεθεί ότι μαζί με την βασιλική δύναμη έχετε και σώφρονα σκέψη. Εάν δε σεις, παρά τις ευχές και την ανοιχτή συμπεριφορά μας, αδιαφορήσετε για εμάς, εμείς δεν θα ζημιωθούμε, διότι πιστεύουμε, μάλλον δε είμαστε πεπεισμένοι, ότι έκαστος θα υποστεί τιμωρία δια αιωνίου πυρός, κατά την αξία των πράξεων του, και θα δώσει απολογισμό κατά την αναλογία των δυνάμεων τις οποίες έλαβε από τον Θεό, όπως διαμήνυσε ο Χριστός με τους λόγους· «από εκείνον στον οποίο έδωσε περισσότερο ο Θεός, θα ζητηθεί περισσότερο» (Λουκ. 12, 48)

Πράγματι παρατηρήστε το τέλος εκάστου των προηγούμενων βασιλέων, ότι πέθαναν τον κοινό σε όλους θάνατο, αυτή δε η πορεία, αν κατέληγε σε αναισθησία, θα ήταν τύχη για όλους τους άδικους. Αλλ’ επειδή σε όλους όσοι έζησαν και συνείδηση παραμένει και κόλαση επίκειται, μην αμελήσετε να πεισθείτε και να πιστεύσετε ότι αυτά είναι αληθινά. Διότι οι νεκρομαντείες, οι οράσεις αθώων παιδιών, οι επικλήσεις ψυχών αποθανόντων ανθρώπων, οι λεγόμενοι από τους μάγους ονειροπομποί και πάρεδροι και τα γινόμενα από τους γνωρίζοντες αυτά, ας σας πείσουν, ότι και μετά τον θάνατο οι ψυχές έχουν συνείδηση.

Ομοίως ας σας πείσουν οι άνθρωποι, οι οποίοι καταλαμβάνονται και ρίπτονται κάτω, τους οποίους όλοι καλούν δαιμονιόπληκτους και μανιακούς, και τα φημισμένα μεταξύ σας μαντεία του Αμφίλοχου*, της Δωδώνης και της Πυθούς και άλλα παρόμοια, και τα διδάγματα των συγγραφέων, του Εμπεδοκλή και του Πυθαγόρα, του Πλάτωνα και του Σωκράτη, και το όρυγμα στον Όμηρο δια του οποίου πραγματοποιήθηκε η κάθοδος του Οδυσσέα προς επίσκεψη των ψυχών**, καθώς και τα διδάγματα των ειπόντων τα ίδια με αυτούς.

* Ο Αμφίλοχος εκ των ηγετών της εκστρατείας προς την Τροία, φέρεται ως ιδρυτής μαντείου στον Μαλλό της Κιλικίας. ** Οδύσσεια Λ 25 έ.

Παραδεχθείτε μας τουλάχιστον ομοίως με αυτούς, ως πιστεύοντας στον Θεό όχι λιγότερο από εκείνους, αλλά περισσότερο, αφού αναμένουμε να λάβουμε πάλι και τα νεκρούμενα και ριπτόμενα στην γη σώματα μας, φρονούντες ότι τίποτε δεν είναι αδύνατον στον Θεό.

Και στον στοχαστικό παρατηρητή τι θα μπορούσε να φανεί περισσότερο απίστευτο από το, εάν δεν υπήρχαμε σε σώμα και κάποιος έλεγε ότι είναι δυνατόν από μίαν μικρή ρανίδα, την του ανθρωπίνου σπέρματος, να προέλθουν οστά, νεύρα και σάρκες, κατασκευασμένα όπως τα βλέπουμε; Ας το εξετάσουμε τώρα ως υπόθεση αν δεν είσθε τέτοιοι, ούτε τέτοιων προγόνων, και κάποιος σας έλεγε, δεικνύοντας το ανθρώπινο σπέρμα και εικόνα ανθρώπου ζωγραφισμένη, διαβεβαιώνοντας ότι εκείνο θα γίνει αυτός, θα τον πιστεύατε πριν το δείτε να γίνεται; Κανείς δεν θα τολμούσε να αντειπεί. Κατά τον ίδιο λοιπόν τρόπο σας κατέχει απιστία για τον λόγο ότι δεν έχετε δει 4 ακόμη νεκρό αναστάντα. Αλλ’ όπως στην αρχήν δεν θα πιστεύετε ότι είναι δυνατόν να γίνετε τέτοιοι από μικρή ρανίδα, και όμως βλέπετε ότι γίνατε, έτσι σκεφθείτε, ότι τα ανθρώπινα σώματα, διαλυθέντα και διασκορπισθέντα στην γη σαν σπέρματα, δεν είναι αδύνατον να αναστηθούν και ενδυθούν αφθαρσία (Α΄ Κορ. 15, 53) εν καιρώ με προσταγή του Θεού.

Δεν μπορούμε να καταλάβουμε, ποια δύναμη αξία του Θεού δέχονται οι λέγοντες ότι κάθε τι μεταβαίνει σε εκείνο από το οποίο προήλθε, και ότι ούτε ο Θεός δεν δύναται να πράξει τίποτε διαφορετικό από αυτά. Αλλά πάντως εκείνο αντιλαμβανόμαστε, ότι δεν θα πίστευαν ποτέ ότι είναι δυνατόν να γίνουν τέτοιοι, όπως βλέπουν ότι έγιναν και αυτοί οι ίδιοι και ολόκληρος ο κόσμος και από τι έγιναν.

Εμείς δε έχουμε μάθει ότι είναι προτιμότερο να πιστεύουμε και τα αδύνατα στην φύση μας και στους ανθρώπους παρά να απιστούμε όπως οι άλλοι, επειδή γνωρίζουμε ότι ο διδάσκαλος μας Ιησούς Χριστός είπε· «τα αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για τον Θεό» (Λουκ. 18, 27. Ματθ. 19, 26. Μάρκ. 10, 27), και «μη φοβείσθε τους φονεύοντες σας και μη δυναμένους έπειτα να κάνουν τίποτε, φοβηθείτε δε τον δυνάμενο μετά τον θάνατο να εμβάλει και την ψυχή και το σώμα στην γέεννα» (Λουκ. 12, 4 έ. Ματθ. 10, 28). Η δε γέεννα είναι τόπος όπου πρόκειται να τιμωρούνται οι αδίκως ζήσαντες και μη πιστεύοντες ότι θα γίνουν όσα δίδαξε ο Θεός δια του Χριστού.

Και η Σίβυλλα και ο Υστάσπης είπαν ότι θα συμβεί καταστροφή των φθαρτών δια πυρός. Οι δε λεγόμενοι Στωικοί φιλόσοφοι δογματίζουν ότι και ο ίδιος ο Θεός θα αναλυθεί σε πυρ* και λένε ότι ο κόσμος θα συγκροτηθεί πάλι εκ νέου κατά μεταστροφή· εμείς δε φρονούμε ότι ο ποιητής των πάντων Θεός είναι κάτι ανώτερο των μεταβαλλομένων πραγμάτων.

* Αναφορά στους Σιβυλλικούς Χρησμούς και στις παραδόσεις περί του πέρση σοφού Υστάσπη.

Εάν λοιπόν συμφωνούμε σε μερικά θέματα με τους μεταξύ σας τιμώμενους ποιητές και φιλοσόφους, μερικά δε διδάσκουμε κατά τρόπο ανώτερο, θείο και, μόνο εμείς, αποδεικτικό, γιατί μισούμαστε αδίκως περισσότερο από όλους; Διότι με το να λέμε ότι όλα έχουν διακοσμηθεί και δημιουργηθεί από τον Θεό θα φανεί ότι εξαγγέλλουμε το δόγμα του Πλάτωνος· με το να λέμε ότι θα γίνει καταστροφή δια εκπυρώσεως, των Στωικών· με το να λέμε ότι οι ψυχές των αδίκων τιμωρούνται ευρισκόμενες σε αίσθηση και μετά θάνατο, ενώ οι (ψυχές) των σπουδαίων θα ευτυχούν απαλλαγμένες τιμωριών, θα φανεί ότι διδάσκουμε τα ίδια με ποιητές και φιλοσόφους· με το να λέμε ότι δεν πρέπει να προσκυνούμε έργα ανθρώπινων χειρών δηλώνουμε τα ίδια με τον Μένανδρο τον κωμικό και τους ειπόντας αυτά· διότι αυτός διακήρυξε ότι ο δημιουργός είναι ανώτερος του κατασκευαζομένου.


Ιουστίνου φιλοσόφου και μάρτυρος. Άπαντα τα έργα.
Απολογία Β΄. 1. Το μαρτύριο του Πτολεμαίου.
Πετερικές εκδόσεις »Γρηγόριος ο Παλαμάς». Θεσσαλονίκη 1985.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Ιερά Σύνοδος για τον προσωπικό αριθμό

  Προσοχή είναι απάτη αυτά που βγάλανε στην Ι.Σύνοδο  δεν σας προφυλάσσουν (ΠΟΙΜΝΙΟ)  λένε εν μέρη την αλήθεια απ το ΦΕΚ της Κυβερνήσεως, δη...

Δημοφιλείς αναρτήσεις