Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως: Το γνώθι σαυτόν. Δ΄. Περί του ηθικού νόμου. [9. Οι χαρακτήρες του ηθικά ελεύθερου και του ηθικά δούλου – 10. Περί της ηθικής διαπλαστικής δύναμης της ηθικής ελευθερίας – 11. Περί της ηθικής ελευθερίας που αναπτύσσεται με την ταύτιση του προσωπικού θελήματος, με το Θείο θέλημα – 12. Σχετικά με το απαραβίαστο του αυτεξουσίου].
Μπορείτε να διαβάσετε και υπόλοιπα κεφάλαια του βιβλίου εδώ: Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως: Το γνώθι σαυτόν.
9. Οι χαρακτήρες του ηθικά ελεύθερου και του ηθικά δούλου.
α. Ο χαρακτήρας του ηθικά ελεύθερου.
Χαρακτηριστικό του ηθικά ελεύθερου είναι καταρχήν η ηθική ανεξαρτησία. Είναι η αγαθότητα, η αγνεία, η σεμνότητα, η ηθική ανδρεία, η δύναμη της θέλησης, το να μη σε νικάει η αμαρτία, το να είσαι ανένδοτος ως προς την τήρηση του θελήματος του Θεού, η αυταπάρνηση, το αυτοκρατορικό και το αυτεξούσιο. Ο ηθικά ελεύθερος άνθρωπος είναι αληθινή εικόνα του Θεού, αφού έγινε ηθικό ομοίωμα του.
Η θέληση του ταυτίστηκε με το Θείο θέλημα, που είναι γραμμένο στην καρδιά του ως ηθικός νόμος και τοποθετημένο ως πόθος του απόλυτου αγαθού και πάντοτε σκέπτεται το αγαθό, το ευάρεστο και το τέλειο στον Θεό. Οι πόθοι του είναι ιεροί και οι επιθυμίες του αγνές. Η καρδιά του αγαπά τον Θεό, η δε ψυχή του Αυτόν ποθεί και ζητά. Ο νους του φωτισμένος από το Θείο φως, είναι καθαρός σαν ουρανός στολισμένος από το φως του ήλιου.
Η σοφία, η σύνεση και η γνώση, λαμπρύνουν τον εσωτερικό του κόσμο. Το στόμα του υμνεί τον Θεό. Από την καρδιά του αναβλύζουν ακατάπαυστα ψαλμοί ευχαριστίας και δοξολογίας, που ρέουν από τα χείλη του «ως ύδωρ γλυκύ και καθαρό». Η συνείδηση του αναπαύεται σαν τα νερά λίμνης απλωμένης στη μέση του Παραδείσου. Η γαλήνη κυριαρχεί σ’ αυτή. Κανένα πάθος δεν εξεγείρεται στην καρδιά του, γιατί τα έχει υποτάξει μέσα του η ηθική ελευθερία.
Βαδίζει ήρεμα στον δρόμο της αληθείας και εργάζεται για την επικράτηση του αγαθού, ζητά τον ερχομό της βασιλείας του Θεού πάνω στη γη* και με προθυμία δίνει όλο τον εαυτό του για την αποκατάσταση της. Κάνει τα πάντα γι’ αυτό. Η αγάπη προς τον πλησίον κατευθύνει τις πράξεις του και υπαγορεύει τα έργα του. Η καρδιά του χαίρεται με χαρά ανείπωτη και η ειρήνη βασιλεύει εντός της. Απολαμβάνει το κάλλος της δημιουργίας και ευφραίνεται ανακαλύπτοντας σ’ αυτήν τη Θεία σοφία και παντοδυναμία.
* σημ. μας: Η βασιλεία του Θεού είναι πνευματική, όχι κοσμική. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός λέει: [ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου… ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐντεῦθεν = η βασιλεία η δική μου δεν προέρχεται από αυτόν τον κόσμο… η βασιλεία η δική μου δεν προέρχεται από εδώ] (Ιω. ιη΄ 38). Θεολογικά, ο Χριστιανισμός δεν μιλάει για μια πολιτική ή κοσμική βασιλεία του Θεού στη γη, ή για προσπάθεια εγκαθίδρυσης ενός θεοκρατικού κράτους, αλλά για μια πνευματική πραγματικότητα που αρχίζει ήδη από την παρούσα ζωή και θα ολοκληρωθεί στην αιώνια. Δεν είναι απλώς ένας μελλοντικός παράδεισος, αλλά μια ζωή ‘‘εν Χριστώ’’ που ξεκινά εδώ και τώρα, μέσα στην Εκκλησία και τα Μυστήρια. Ο Χριστιανισμός καλεί τον άνθρωπο να ζήσει από τώρα τη Βασιλεία του Θεού στη γη, ως πνευματική εμπειρία και τρόπο ζωής, αλλά η πλήρης πραγματοποίηση της θα γίνει στην αιώνια.
Η ζωή του περνάει με την προσευχή και την εργασία του αγαθού και φροντίδα του έχει το πως να αρέσει στον Θεό. Ο ηθικά ελεύθερος, είναι στολισμένος με όλες τις αρετές. Η ευσέβεια, η δικαιοσύνη, η αλήθεια και η σύνεση, τον στεφανώνουν με στεφάνια πλεγμένα με αμάραντα άνθη. Ζώντας στη γη εικονίζει τον Θεό Δημιουργό και την εικόνα του κάλλους Του φέρει μαζί του. Οι δρόμοι του είναι ευθείς και το πολίτευμα του βρίσκεται στον ουρανό.
Ανάλαφρος καθώς είναι γίνεται αιθέριος και βαδίζει στα ουράνια, ενώνεται με τον χορό των αγγέλων, των οσίων και των δικαίων, υμνώντας ακατάπαυστα τον Θεό, τον ποιητή και πλάστη του. Μακάριος ο άνθρωπος, ο αληθινά ηθικά ελεύθερος, διότι θα μεταβεί με ασφάλεια στο σκόπιμο και επιθυμητό τέλος στο οποίο προορίζεται να φθάσει.
β. Ο χαρακτήρας του ηθικά δούλου.
Χαρακτηριστικό του ηθικά δούλου είναι η αγάπη του νόμου της αμαρτίας, η ηθική εξάρτηση από τα πάθη, η ηθική αιχμαλωσία, η κακία, το ανοσιούργημα, η τύφλωση, η αλαζονεία, η αναίδεια, η δειλία, το θράσος, η ανανδρία, η αποτυχία, η ταπείνωση, η ασέβεια, η αδικία, το ψεύδος, η αφροσύνη και οι υπόλοιπες κακίες που κατατρύχουν και εξευτελίζουν τον άνθρωπο. Ο μη ηθικά ελεύθερος είναι αληθινά ανελεύθερος, εφόσον είναι δούλος των παθών και των επιθυμιών του. Διότι ανήθικη εξάρτηση είναι ηθική δουλεία και η ηθική δουλεία είναι ανελευθερία, ακολουθεί ότι ο ηθικά μη ελεύθερος, είναι πράγματι ανελεύθερος και δούλος του νόμου της αμαρτίας, αδύναμος στο να δράσει προς καθετί το αγαθό, που υπαγορεύεται από τη θέληση του εσωτερικού ανθρώπου.
Γι’ αυτήν τη δουλεία λέει ο Απόστολος Παύλος: «Δεν γνωρίζετε ότι σε εκείνον που προσφέρετε τους εαυτούς σας δούλους και τους υπακούετε, σ’ αυτόν γίνεστε πράγματι δούλοι;» (Ρωμ. στ΄ 16).
Ο δε Χρυσόστομος Ιωάννης λέει: «Το να πέσει κανείς και να παραδοθεί στα πάθη είναι έσχατη δουλεία, αφού ελευθερία είναι μόνο η κυριαρχία πάνω σ’ αυτά».
Αυτός που δεν έχει ηθική ελευθερία, είναι ελεεινό φαινόμενο ηθικής κατάπτωσης, το ήθος του είναι πανάθλιο, η όψη του φέρνει την αποστροφή, η στάση του είναι άσεμνη, η εικόνα του προσώπου του φέρει τα χαρακτηριστικά της διεφθαρμένης ψυχής του. Τα πάθη της ψυχής, έχουν αποτυπωθεί με ζωηρά χρώματα στο πρόσωπο του. Η όλη του εμφάνιση φανερώνει το ηθικό του ποιόν. Καθετί το πνευματικό έχει απομακρυνθεί απ’ αυτόν. Ο νους του ευχαριστιέται όταν ασχολείται με τα ταπεινά και τετριμμένα. Ότι το μάταιο είναι το ιδανικό του και η καρδιά του αναζητά τις επίγειες απολαύσεις.
Το αυτεξούσιο του πλέον κλίνει προς το κακό, το οποίο και προτιμά πάντοτε από καθετί άλλο. Ο νους του θολωμένος από το σκοτάδι της αμαρτίας, πλανιέται μέσα στους διαλογισμούς του και γεννάει στρεβλές σκέψεις. Τα λόγια του είναι γεμάτα ανοησίες και τα έργα του επίσης ανόητα. Δουλεύοντας στα πάθη του νομίζει ότι είναι ελεύθερος, όντας ανελεύθερος και χλευάζοντας τους αληθινά ηθικά ελευθέρους. Αναιδής και ακόλαστος δεν διστάζει μπροστά σε κάθε ασχημοσύνη. Αθετεί τη δύναμη του ηθικού νόμου και αρνείται τον Νομοθέτη του. Ο μη ηθικά ελεύθερος έχει μικροπρεπές φρόνημα, ευτελείς πόθους και ασεβείς επιθυμίες.
Η καρδιά του μελετάει αίσχη. Η έπαρση, η υπεροψία και η υπερηφάνεια τον κατακυριεύουν· ο εγωισμός δεσπόζει μέσα του. Κάνει τα πάντα για την ευχαρίστηση και την ηδονή. Ο άνθρωπος που δεν είναι ηθικά ελεύθερος, αφού έλαβε το αυτεξούσιο για να γίνει ηθικά ελεύθερος και να βασιλεύει και να κυριαρχεί πάνω σε όλα, δίχως να το καταλάβει, οδήγησε τον εαυτό του στην τυραννία των παθών και έγινε δούλος σε όλα.
Για τον μη ελεύθερο ο ψαλμωδός είπε: «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκεν· παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις, καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. μθ΄ 13).
Ταλαίπωρος άνθρωπος! Τι είδους απολογία θα δώσει όταν εμφανισθεί ενώπιον του Θείου Δημιουργού, φέροντας τέτοια ηθική εικόνα; Πώς θα αντέξει τον έλεγχο του Θείου Δημιουργού του; Ώ, τι μεγάλη διαφορά που υπάρχει μεταξύ τους! Πόσο το κάλλος της αληθινής ηθικής ελευθερίας και πόση η αισχρότητα της ψευδώνυμης. Σε ποιο ύψος φέρνει η μια και σε ποιο βάθος κατεβάζει η άλλη. Όσα αγαθά προσκομίζει η μεν, σε άλλα τόσα κακά συμπαρασύρει η δε! Ποια η δόξα της μιας, ποια η αδοξία και ατιμία της άλλης! Πόσο η μια εξομοιώνει προς το Θείο! Πόσο η άλλη διαφθείρει το αρχέτυπο κάλλος της θεοειδούς εικόνας! Πόσο η μια προσεγγίζει τον Θεό. Πόσο η άλλη απομακρύνεται από τον Θεό.
Για όλα αυτά λοιπόν καθένας που θέλει να διατηρήσει τον εαυτό του ελεύθερο, ας εξετάζει πολύ καλά ποιες είναι οι θελήσεις που τον παρακινούν στις πράξεις, ας ερευνά ποια είναι η κινητήρια δύναμη, ας βρίσκει τα ελατήρια που τις κινούν, ας παρατηρεί τον χαρακτήρα τους, ας ρωτάει τον εσωτερικό άνθρωπο και αν μεν ο εσωτερικός άνθρωπος συμφωνεί τότε η θέληση είναι ελεύθερη, αν δεν συγκατατίθεται τότε η θέληση είναι των παθών. Μέσα μας βρίσκεται η ελευθερία και η υποδούλωση, το πυρ και το ύδωρ, η ζωή και ο θάνατος.
Το ότι εξαρτάται από το αυτεξούσιο μας και η ελευθερία και η δουλεία λέει ο Θείος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Γνωρίζοντας ότι και το να θέλουμε κάτι και το να ενεργούμε, εναπόκειται σε μας και με τη θέληση και την ενέργεια, καλούμε τον Θεό σε βοήθεια μας και εφόσον προσελκύσουμε τον Θεό, οδηγούμαστε προς τελειοποίηση. Ας σηκωθούμε λοιπόν αδελφοί και ας βιαστούμε για τη σωτηρία της ψυχής μας, έτσι ώστε κοπιάζοντας για λίγο σχετικά χρόνο, να απολαύσουμε τα αθάνατα αγαθά στον αγέραστο και αθάνατο αιώνα».
10. Περί της ηθικής διαπλαστικής δύναμης της ηθικής ελευθερίας.
Η ηθική ελευθερία καθιστά τον άνθρωπο ικανό να πράττει πάντοτε το αγαθό και να αποφεύγει το κακό. Η Αγία Γραφή λέει ότι ο Θεός χάραξε τον νόμο στην καρδιά του ανθρώπου. Δια των λόγων αυτών, η Αγία Γραφή μάς διδάσκει τη δύναμη της ελευθερίας των ανθρώπων, ώστε να σκέπτεται κανείς το αγαθό με δική του προαίρεση, σαν ένα δικό του απόκτημα, για τούτο ο Θείος νόμος είναι αγαθό, αφού και το Θείο θέλημα είναι αγαθό.
Ο αληθινά ηθικά ελεύθερος άνθρωπος, μπορεί να γνωρίζει το αγαθό που είναι γραμμένο στην καρδιά του, να αναγνωρίζει τον Θεό που μιλάει μέσα του, τον Θεό που εμφανίζεται στον άνθρωπο, όταν αυτός γνωρίσει τον εαυτό του και στη δημιουργία σαν σε εικόνα κι έτσι να θελήσει να γίνει όμοιος με τον Θεό.
«Αυτό γίνεται διότι, ότι μπορούν να γνωρίζουν για τον Θεό τους είναι γνωστό, αφού ο Θεός τους το φανέρωσε. Δηλαδή παρότι είναι αόρατες και η αιώνια δύναμη του Θεού και η Θεϊκή Του ιδιότητα, μπορούσαν να τις δουν μέσα στη δημιουργία, από τότε που έγινε ο κόσμος. Γι’ αυτό και δεν έχουν καμμιά δικαιολογία» (Ρωμ. α΄ 19-20).
Το θέλημα τού Θεού που χαράχτηκε στην καρδιά του, έχει γίνει και θέλημα τού ανθρώπου, έτσι ώστε θέλοντας να πράττει το αγαθό, να αναδειχθεί ηθικά ελεύθερος και να γίνει εικόνα Θεού. Η ηθική ελευθερία αναδεικνύει τον άνθρωπο γνήσια εικόνα του Θεού, εραστή του Θείου νόμου και του αποκαλύπτει τον Θεό μέσα από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα Του. Η ηθική ελευθερία τον ανεβάζει σε υψηλή θέση δόξας και τιμής και περιβάλλει αυτόν με την εσθήτα και τη βασιλική πορφύρα, τοποθετώντας τον πάνω απ’ όλα τα δημιουργήματα του Θεού. Είναι η συνεκτική δύναμη που ενώνει τον ουρανό με τη γη.
Η ηθική ελευθερία ικανοποιεί τον διακαή πόθο της καρδιάς του ανθρώπου και τον καθιστά μακάριο. Η ηθική ελευθερία οδηγεί προς την ευθεία οδό, που χαράχτηκε από τον Θεό για τον άνθρωπο, κατευθύνοντας προς το σκόπιμο και λογικό τέλος, στο οποίο κλήθηκε ο άνθρωπος να φτάσει. Τον αναδεικνύει αληθινά ελεύθερο και ανεξάρτητο, γιατί καθυποτάσσει τα πάθη, τις επιθυμίες, το κοσμικό φρόνημα και αυτόν ακόμη τον Διάβολο.
Η ηθική ελευθερία είναι η απόλυτη ελευθερία, γιατί ακολουθεί το Θείο θέλημα του απόλυτου αγαθού που είναι ο Θεός. Η ηθική ελευθερία είναι το μεγαλύτερο των ηθικών αγαθών, που τόσο πλουσιοπάροχα έχουν δοθεί από τον Θεό στον άνθρωπο. Είναι δώρο Θεού.
11. Περί της ηθικής ελευθερίας που αναπτύσσεται με την ταύτιση του προσωπικού θελήματος, με το Θείο θέλημα.
Ο άνθρωπος τελειοποιείται στην ηθική ελευθερία, ταυτίζοντας πάντοτε το θέλημα του, με το θέλημα του Θεού. Εκείνος που ξεφεύγει από τον κανόνα αυτό, αποβαίνει ηθικά ανελεύθερος. Η εξασκούμενη δε ελευθερία, είναι φανέρωση του αυτεξούσιου και έκφραση της ελευθερίας. Η ελευθερία του ανθρώπου δεν περιορίζεται όταν υποτάσσεται στον νόμο του Θεού, διότι αυτός ως Θείος νόμος είναι άπειρος, το δε άπειρο όχι μόνο δεν περιορίζει την ελευθερία που παραδίνεται σ’ αυτό, αλλά την επεκτείνει στο άπειρο και τη μεγεθύνει από τη στιγμή που το ακολουθεί.
Η ελευθερία του ανθρώπου περιορίζεται όσο περισσότερο επικρατεί η θέληση του εγώ και γίνεται κακή χρήση του αυτεξουσίου του, δεν αξιώνεται να ενώσει τη θέληση του εγώ του με το Θείο θέλημα, αλλά το πολεμάει κιόλας, μην κάνοντας αυτό που θέλει ο Θεός, αλλά αυτό που θέλει ο ίδιος. Έτσι αποκόπτεται από τον Θείο νόμο του άπειρου θελήματος του Θεού και η ελευθερία του κινείται μέσα στον στενό και πεπερασμένο κύκλο του θελήματος της σάρκας, της αισθητής φύσης, της υλικής και πεπερασμένης, εκείνης που δουλεύει στα πάθη και η οποία αποβάλλει τελείως και αυτόν τον χαρακτήρα της ελευθερίας. Το πνεύμα τελικά μ’ αυτό τον τρόπο υποδουλώνεται στην ύλη.
Το ότι η αληθινή ελευθερία βρίσκεται στην ταύτιση του θελήματος μας με το Θείο θέλημα, το μαρτυρά ο ίδιος ο χαρακτήρας και η ενδόμυχη φωνή της καρδιάς, που επιζητά την επικράτηση του Θείου θελήματος, την κατίσχυση του αγαθού και την οποία αισθανόμαστε να διαμαρτύρεται όταν αθετείται ή παραβιάζεται ο Θείος νόμος. Ο χαρακτήρας της ηθικής ελευθερίας είναι απόλυτος και τέλειος, γιατί εξομοιώνεται με τον χαρακτήρα του ηθικού αγαθού, του Θείου νόμου, του τέλειου και απόλυτου.
Έτσι λοιπόν η απόλυτη ηθική ελευθερία βρίσκεται μόνο σ’ αυτόν που ταυτίζει τη θέληση του με το Θείο θέλημα, το τέλειο, το αγαθό και ευάρεστο, στον Θείο νόμο που είναι γραμμένος στην καρδιά του. Μόνο ο τηρητής του Θείου νόμου μπορεί να θεωρηθεί ηθικά ελεύθερος.
Ο προφητάναξ Δαυίδ εξομοιώνει τους παραβάτες του Θείου νόμου και αυτούς που υπηρετούν τα πάθη και τα θελήματα της σάρκας, με τα άλογα κτήνη λέγοντας: «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκεν· παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις, καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. μθ΄ 13)
Ο Θείος Ιωάννης Χρυσόστομος τονίζει: «το ότι παρασύρεται κανείς και πέφτει σε πάθη είναι το ίδιο σαν να παραδίνεται στην έσχατη υποδούλωση. πράττει έτσι σαν να μην τον ενδιαφέρει να περιφρουρήσει τη μόνη ελευθερία».
Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός χαρακτηρίζοντας την κακία λέει: «διότι η κακία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο αμαρτία, αποτυχία και παρακοή του δεσποτικού νόμου. Ώστε λοιπόν, το αυτεξούσιο είναι το πρώτο αγαθό, αυτό που αρμόζει στη λογική φύση και πρέπει να κάνουμε χρήση του αυτεξούσιου, έτσι ώστε να συγκρατούμε τα παράλογα πάθη, τον θυμό, αλλά προσθέτω και την επιθυμία. Αυτό είναι αρετή. Το να παραδίδει και να αχρηστεύει κανείς το αυτεξούσιο, σημαίνει ότι νικιέται από τα άλογα πάθη και κατά συνέπεια ζει δίχως λογική και κτηνωδώς, αυτό είναι κακία, αυτό είναι αμαρτία. Δεν πρέπει λοιπόν να ασχημονούμε πράττοντας τα παράλογα, αλλά να απομακρυνθούμε από αυτά, υποτάσσοντας με τη λογική τις ορμές της φύσης. Διότι πρέπει να μεταχειριζόμαστε με τη λογική τα άλογα πάθη, καθώς έχει διατάξει ο Κύριος».
Σχετικά μ’ αυτό το καθήκον συμβουλεύει και ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας, λέγοντας: «Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ελεύθερο και αυτεξούσιο για να μπορεί το κακό που έπραξε με την αμέλεια και την παρακοή, να είναι δυνατόν να του το συγχωρήσει ο Θεός, από φιλανθρωπία και ελεημοσύνη, όταν βέβαια ο άνθρωπος Τον υπακούει. Όπως ακριβώς παράκουσε ο άνθρωπος και ως τίμημα δέχθηκε τον θάνατο, έτσι υπακούοντας και πάλι στο θέλημα του Θεού, μπορεί να αποκτήσει ως δωρεά την αιώνια ζωή. Διότι ο Θεός μας έδωσε άγιες εντολές, τις οποίες ο καθένας μπορεί να τις τηρήσει και να σωθεί, μετέχοντας στην ανάσταση και κληρονομώντας την αθανασία».
Σύμφωνα μ’ αυτά οφείλει ο άνθρωπος να διαφυλάττει με πολλή ευλάβεια τον νομό του Θεού, να πραγματώνει το θέλημα Του το αγαθό, το ευάρεστο, το τέλειο, να ταυτίζει δηλαδή τη βούληση του, με τη βούληση του Θεού, έτσι ώστε να υπάρχει ως ον ηθικό και ελεύθερο και μ’ αυτό τον τρόπο να εκπληρώνει τον σκοπό της αποστολής του πάνω στη γη, να γίνει δηλαδή τέλειος και ως εκ τούτου κληρονόμος της επουρανίου βασιλείας. Αμήν.
12. Σχετικά με το απαραβίαστο του αυτεξουσίου.
«Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Ματθ. στ΄ 24). Το αυτεξούσιο του ανθρώπου είναι ανεπηρέαστο. Από τον πιο πάνω λόγο, φανερώνεται ο βαθμός της ηθικής ελευθερίας του ανθρώπου. Ο Σωτήρας μας καλεί τον άνθρωπο να Τον ακολουθεί και τον αφήνει ελεύθερο να αποφασίσει γι’ αυτό το τόσο σπουδαίο ζήτημα, δηλαδή να πάρει τον δρόμο του Χριστού ή τον δρόμο τον δικό του. Ενώ ήρθε για τη σωτηρία του ανθρώπου, δεν παραβιάζει το αυτεξούσιο του. Τον προσκαλεί να λάβει ενεργό μέρος στη δική του σωτηρία, όμως δεν επηρεάζει καθόλου το αυτεξούσιο του.
Αν ο άνθρωπος δεν ήταν ύπαρξη ελεύθερη και αυτεξούσια, ουδέποτε θα αξιωνόταν τόσου σεβασμού, ουδέποτε θα του αποδιδόταν τόση τιμή, ώστε να συνεργαστεί με τον Σωτήρα του, για την ίδια τη σωτηρία του, ούτε θα αφηνόταν στη δική του διάθεση, αλλά σαν παθητικό και αδρανές σώμα, θα σερνόταν στη σωτηρία και θα δεχόταν την επίδραση της Θείας χάρης που θα ενεργούσε την απολύτρωση του. Πόσο αληθινά σεβαστή και απαραβίαστη είναι η ηθική ελευθερία του ανθρώπου! Πόσο αυτοκρατορικό είναι το αυτεξούσιο του!
Κατά τη μελέτη της ιστορίας της απολύτρωσης του ανθρώπου, βλέπουμε τον Υιό του Θεού να ενσαρκώνεται χάριν της σωτηρίας του ανθρώπου. Τον βλέπουμε να πορεύεται προς το εκούσιο πάθος, με σκοπό να σηκώσει πάνω Του την αμαρτία τού κόσμου και να βαστάξει τις πληγές του, να εκπληρώσει το μυστήριο της Θείας Οικονομίας και να συμφιλιώσει τον άνθρωπο με τον Θεό και εντούτοις καθόλου να μην παραβιάζει το αυτεξούσιο του ανθρώπου.
Ιδού! Η κεκλεισμένη πύλη του Παραδείσου ανοίγεται και η πύρινη ρομφαία αυτή που φυλάττει την είσοδο της, απομακρύνεται και η φωνή του Δεσπότη προσκαλεί τον αποκλεισθέντα άνθρωπο, να εισέλθει μέσα απ’ αυτή, στον τόπο της κατάπαυσης, αυτός δε αφήνεται ελεύθερος να εισέλθει ή όχι. Η ελευθερία αυτή, να ενεργεί δηλαδή κατά προαίρεση και να ακολουθεί τις δικές του αρχές και να μην επηρεάζεται δεσμευτικά από τον Θεό, καταδεικνύει τον απόλυτο χαρακτήρα τού ηθικού αυτεξουσίου του ανθρώπου, που απορρέει από τον ηθικό του χαρακτήρα, τη μεγάλη αξία και την υψηλή θέση, που κατέχει στη δημιουργία.
Αληθινά πόσο μεγάλη τιμή γίνεται στον άνθρωπο, από το γεγονός ότι μένει ανεπηρέαστο το ηθικό αυτεξούσιο του. Αλλά συγχρόνως και πόσο σαφώς διδασκόμαστε τα δικά μας καθήκοντα, πόσο σαφώς διδασκόμαστε ότι οφείλουμε να είμαστε κι εμείς ευγνώμονες για το αυτεξούσιο που μας δόθηκε, ένθερμοι και γεμάτοι ζήλο, ώστε καθόλου να μην ανεχόμαστε την υποδούλωση του ηθικού μας αυτεξουσίου και την εξάρτηση της ηθικής μας ελευθερίας από τα ταπεινωτικά πάθη και τις επιθυμίες.
Η ηθική μας ελευθερία μας υποχρεώνει να προνοήσουμε για τη σωτηρία μας, γιατί αλλιώς θα χαθούμε. Η επίσημη αναγνώριση από τον ίδιο τον Σωτήρα μας, του ηθικού μας αυτεξουσίου, μας διδάσκει ότι η σωτηρία μας δεν πραγματοποιείται μόνο από την απόλυτη ενέργεια της χάρης του Θεού, αλλά και από τη συγκατάθεση και ταυτόχρονη ενέργεια του ανθρώπου μ’ αυτήν. Να λοιπόν τι λένε οι σοφοί Πατέρες της Εκκλησίας γι’ αυτή την αναγκαιότητα.
Ο Θείος Χρυσόστομος λέει: «Η χάρη κι αν ακόμα είναι χάρη, σώζει μόνο αυτούς που θέλουν να σωθούν» (Λόγ. ιη΄, προς Ρωμ.).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει: «Χρειάζεται και εμείς να συγκατατεθούμε και από τον Θεό να σωθούμε» (Λόγ. λα΄).
Ο δε Κλήμης ο Αλεξανδρεύς λέει: «Τις ψυχές που θέλουν να σωθούν ο Θεός τις βοηθάει, αν όμως παραιτηθούν από την προθυμία, τότε και το πνεύμα που τους δόθηκε από τον Θεό αποτραβιέται».
Αλλά και ο ιερός Αυγουστίνος λέει: «Ο Θεός που έπλασε τον άνθρωπο αδυνατεί να τον σώσει δίχως τη δική του θέληση».
Διδασκόμαστε λοιπόν ρητά και με σαφήνεια ότι δύο είναι οι παράγοντες της σωτηρίας μας: α. η ελεύθερη θέληση του ανθρώπου και β. η χάρη του Θεού. Και βέβαια πρωτεύει μεν η χάρη του Θεού στο έργο της σωτηρίας, διότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ήρθε να δώσει φως στους εσκοτισμένους και απέστειλε το φως της χάρης σε όσους κάθονταν στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Αναζήτησε το πρόβατο, κάλεσε τον πλανεμένο, μίλησε στις καρδιές, υπέδειξε την οδό της σωτηρίας και το ότι η Θεία χάρη τελειοποιεί και σώζει.
Αλλά στο κεφάλαιο της σωτηρίας, η θέληση του ανθρώπου είναι αναγκαίο να προηγείται, γιατί αυτή αποτελεί τον κυριότερο μοχλό που παρακινεί το φρόνημα που αδράνησε από την αμαρτία. Αυτή κινεί τα βήματα για να ακολουθήσουν τον Σωτήρα, αυτή ενισχύει την καρδιά προς την αυταπάρνηση, αυτή φέρει τον σταυρό στον ώμο, διότι προσκαλεί μεν η χάρη, διαλύει το σκότος, φωτίζει τα σκοτάδια της ψυχής· αλλά το αυτεξούσιο, όταν πρόκειται για αμέλεια και ολιγωρία, για νωθρότητα και αδράνεια και ότι άλλο φρονεί η σάρκα, μπορεί να παρακούσει, να κλείσει τους οφθαλμούς, να παραμείνει στο σκοτάδι και να βαδίσει προς τον εντελώς αντίθετο δρόμο που οδηγεί στην απώλεια, θέλοντας να πράττει τα απαγορευμένα.
Έτσι, είναι ανάγκη να θέλουμε τη σωτηρία μας για να την επιδιώξουμε, είναι ανάγκη να θέλουμε να ακούσουμε για να αφουγκρασθούμε τη φωνή Αυτού που μας καλεί. Είναι ανάγκη να θέλουμε να δούμε και να ανοίξουμε τα μάτια μας, για να φωτιστούμε με άπλετο φως, να θελήσουμε να κινηθούμε για να ακολουθήσουμε τον Σωτήρα, να θελήσουμε να απαρνηθούμε τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη του και τις επιθυμίες του, για να σηκώσουμε τον σταυρό στον ώμο, να θελήσουμε να βαδίσουμε τη στενή και τεθλιμμένη οδό, για να μπούμε μέσα από τη στενή πύλη στον Παράδεισο.
Η δική μας θέληση είναι ανάγκη να προηγηθεί, γιατί αυτό απαιτούν οι όροι με τους οποίους ο Σωτήρας καλεί αυτούς που θέλουν να Τον ακολουθήσουν. Χωρίς τη θέληση θα ήταν αδύνατη η εκπλήρωση των προτεινόμενων όρων, αδύνατη θα ήταν και η σωτηρία. Παρέχεται μεν η χάρη, αλλά απαιτείται και η θέληση και η συγκατάθεση, ώστε να γίνει αποδεκτή. Απαιτείται μάλιστα αυταπάρνηση, αυτοθυσία, αμετάπτωτο φρόνημα, που να μην αποκλίνει σε τίποτε άλλο, παρά μόνο να ακολουθεί τη φωνή του Σωτήρα, που είναι η φωνή της χάρης και της αλήθειας.
Αν η χάρη του Θεού παρουσιαζόταν και έσωζε από μόνη της τους ανθρώπους, θα ήταν εντελώς περιττή η πρόσκληση και περιττοί οι όροι και οι συνθήκες. Αλλά η χάρη του Θεού παρότι άπειρη, δεν σώζει από μόνη της, γιατί δεν θέλει να παραβιάζει το αυτεξούσιο του ανθρώπου. Αν η συγκατάθεση του ανθρώπου για τη σωτηρία του, δεν ήταν σπουδαιότατος λόγος, ο Θεός βέβαια μέσα από την άπειρη φιλανθρωπία Του, θα έσωζε μεν τους πάντες, αλλά δεν θα προσκαλούσε κανέναν.
Όμως προσκάλεσε και μάλιστα με βαρύτατους όρους τον άνθρωπο που υπηρετεί τις αισθήσεις του και την αμαρτία, του πρότεινε τη σωτηρία, αλλά ζήτησε να ακολουθεί τις εντολές, γιατί αυτό απαιτούσε ένας μεγάλος και πολύ σπουδαίος λόγος, ο λόγος της αναγέννησης και της ανάπλασης εν Χριστώ Ιησού του Σωτήρα μας. Γιατί στη βασιλεία του Θεού, δεν μπορούσε να μπει ο παλαιός άνθρωπος, που είχε διαφθαρεί από την αμαρτία.
Έτσι λοιπόν έπρεπε να απαρνηθεί τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη και τις επιθυμίες του και να δεχτεί τον νέο, τον ανακαινισμένο αλλά με την επίγνωση ότι είναι εικόνα Αυτού που τον έπλασε. Για να απαρνηθεί όμως τον παλαιό άνθρωπο, έπρεπε πρώτα να το θέλει. Η συνεργασία του ανθρώπου είναι απολύτως αναγκαία για την τελειοποίηση του. Ο Σωτήρας, μάς γνωστοποίησε ότι: «ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Πατρός μου μοναὶ πολλαί εἰσιν» (Ιω. ιδ΄ 2). Σ’ αυτές θα εγκατασταθούν, όσοι έχουν ζήσει στη γη ανάλογο βίο, έτσι ώστε η ζωή μας πάνω στη γη, να ορίζει και τη θέση μας στον Παράδεισο.
Γι’ αυτό, ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός λέει: «Όπως υπάρχουν διάφορα συστήματα τρόπων ζωής, έτσι και υπάρχουν πολλές μονές κοντά στον Θεό, χωρίζονται δε και προσφέρονται κατά την αξία του καθενός. Και ο μεν ένας κατορθώνει τη μία αρετή, ο δε άλλος όλες, κατά τον τρόπο που μπορεί ο καθένας· μόνο χρειάζεται να προχωρά και να επιθυμεί να πάει μπροστά και να ακολουθεί κατά πόδας αυτούς που τον οδηγούν και τον κατευθύνουν ορθά, ώστε δια της στενής οδού να κατευθυνθούν στο απέραντο πλάτος της μακαριότητας που υπάρχει εκεί».
Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο άνθρωπος οφείλει να φροντίσει να εργαστεί για τη σωτηρία του, γιατί διαφορετικά διατρέχει τον έσχατο κίνδυνο της απώλειας. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα κοινό μεταξύ φωτός και σκότους, μεταξύ αγαθού και κακού. Η αμαρτία η οποία διαφθείρει τον άνθρωπο, είναι σκοτάδι, είναι κακό μεγάλο καθότι αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού. Το ηθικό αυτεξούσιο αντιλαμβάνεται κάθε παρεκτροπή σαν αμαρτία, η δε αμαρτία απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό. Το ηθικό αυτεξούσιο όσο μεγάλο αγαθό είναι, άλλο τόσο συνεπάγεται και μεγάλες ευθύνες. Ο ηθικά αυτεξούσιος οφείλει να είναι ηθικά ελεύθερος, για να γίνει και άγιος.
Γι’ αυτό ο Θεός και στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη δίνει εντολή λέγοντας: «Ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἐγὼ Ἅγιός εἰμι» (Λευιτ. ια΄ 14 και Α΄ Πέτρου α΄ 16). Διότι πως μπορεί, ο ηθικά δούλος που εργάζεται στην αμαρτία, ο βέβηλος, να έρθει σε κοινωνία με τον Θεό; Επίσης, ο Σωτήρας δίνει εντολή λέγοντας: «ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὡσπερ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τέλειός ἐστιν» (Ματθ. ε΄ 48). Διότι όποιος είναι ο Πατέρας που επικαλούμαστε, τέτοια είναι ανάγκη να είναι και τα παιδιά.
Αγίους λοιπόν και τέλειους μας θέλει ο Θεός, διότι μόνο οι άγιοι και τέλειοι, ως υιοί του Πάτερα που είναι στους Ουρανούς, μπορούν με θάρρος που ταιριάζει σε γιους να επικαλούνται τη χάρη Του και αυτοί μόνο να κληρονομήσουν την ουράνια βασιλεία.
Για όλα αυτά έγραφε ο Απόστολος Παύλος προς τους Κορινθίους: «δεν γνωρίζετε ότι τη βασιλεία του Θεού δεν πρόκειται να την κληρονομήσουν όσοι είναι άδικοι; Μην πλανάσθε ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτρες, ούτε μοιχοί, ούτε δουλοπρεπείς, ούτε αρσενοκοίτες, ούτε κλέφτες, ούτε πλεονέκτες, ούτε μέθυσοι, ούτε λοίδοροι, ούτε άρπαγες, πρόκειται να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού» (Α΄ Κορ. στ’ 911).
Αυτός είναι ο λόγος που ο Σωτήρας μάς προσκαλεί να απαρνηθούμε τον κακό μας εαυτό και να σηκώσουμε τον σταυρό στους ώμους και να Τον ακολουθήσουμε: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Ματθ. ιστ΄ 24).
Αναγνωρίζει, από τη μια το ηθικό μας αυτεξούσιο, αλλά από την άλλη, αφήνει σ’ αυτό τη σωτηρία μας. Ώστε αυτός που θέλει τη σωτηρία του, οφείλει να εργαστεί για την απόκτηση της, αλλιώς θα τη στερηθεί και παράλληλα θα προετοιμάσει την απώλεια της αιώνιας ζωής, εξαιτίας της αμέλειας και της ραθυμίας. Και θα κληρονομήσει την αιώνια κόλαση, από την οποία εύχομαι ο Θεός να μας λυτρώσει όλους. Αμήν.
Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως. Το γνώθι σαυτόν.
εκδ. Άθως
Απόδοση στη Νέα Ελληνική: Ευανθία Χατζή
Επιμέλεια κειμένου – Επίμετρο: Γιώργος Μπάρλας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου