Ας δούμε και ακόμα δυο συγγραφείς πριν πάμε να διαβάσουμε τους Αγίους Πατέρες μας τα συγγράμματα τους.
Του π. Αθανασίου Μυτηλιναίου
Εἰσαγωγή στό βιβλίο τῶν Ψαλμῶν
Ψαλμός 1ος
Λοιπόν. Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀρχίζουμε τήν ἀνάλυση τοῦ 1ου Ψαλμοῦ.
1 «Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν.
2 ἀλλ’ ἢ ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου τὸ θέλημα αὐτοῦ, καὶ ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας καὶ νυκτός.
3 καὶ ἔσται ὡς τὸ ξύλον τὸ πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων, ὃ τὸν καρπὸν αὐτοῦ δώσει
ἐν καιρῷ αὐτοῦ, καὶ τὸ φύλλον αὐτοῦ οὐκ ἀποῤῥυήσεται· καὶ πάντα, ὅσα ἂν ποιῇ, κατευοδωθήσεται.
4 οὐχ οὕτως οἱ ἀσεβεῖς, οὐχ οὕτως, ἀλλ’ ἢ ὡσεὶ χνοῦς, ὃν ἐκρίπτει ὁ ἄνεμος ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς.
5 διὰ τοῦτο οὐκ ἀναστήσονται ἀσεβεῖς ἐν κρίσει, οὐδὲ ἁμαρτωλοὶ ἐν βουλῇ δικαίων.
6 ὅτι γινώσκει Κύριος ὁδὸν δικαίων, καὶ ὁδὸς ἀσεβῶν ἀπολεῖται».
Εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος... Ἀνήρ θά πεῖ ἄνθρωπος. Ὅταν λοιπόν λέει ἀνήρ,
δέν βγάζει ἔξω τή γυναίκα. Ὁ Ἑβραῖος, ὅταν λέει ἄνδρας, ἐννοεῖ τόν
ἄνθρωπο. Σήμερα ἄν ἐμεῖς λέμε ἄνδρας, ἐννοοῦμε τόν ἄνδρα. Στήν Παλαιά
Διαθήκη ποτέ δέν θά βρεῖτε τή φράση μακαρία ἡ γυνή, ἐκτός ἄν εἶναι
εἰδική περίπτωση, πού ἀναφέρεται μόνο στή γυναίκα, ὅπως, γιά παράδειγμα,
στίς Παροιμίες ἤ στή Σοφία Σειράχ, σ’ αὐτά τά βιβλία τά λεγόμενα
σοφιολογικά. Ἐκεῖ ἔχουμε πολλές φορές ἐγκώμια γυναικῶν, ἀναφέρονται
εἰδικά στίς γυναῖκες, ὅπως, ἄς ποῦμε, γιά τό θέμα τοῦ νοικοκυριοῦ τους ἤ
τῆς συνέσεώς τους καί τά λοιπά, ἤ ὅτι εἶναι σύζυγος ἤ μητέρα, ὁπότε
βέβαια ὁ Συγγραφέας θά εἰδικεύσει τό θέμα. Ὅταν ὅμως ἡ Παλαιά Διαθήκη
μιλάει γιά τόν ἄνδρα, ἐννοεῖ τόν ἄνθρωπο. Εἶναι δέ γνωστό ὅτι καί ἡ
Καινή Διαθήκη τό τηρεῖ αὐτό. Ὅταν ἀπευθύνεται μέ ἐντολές πρός τούς
ἀνθρώπους, ἀπευθύνεται στό ἀρσενικό γένος· ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι
δέν περιλαμβάνεται καί ἡ γυναίκα.
Λοιπόν: Εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος πού δέν πῆγε ποτέ σέ συνέδριο ἀσεβῶν
ἀνθρώπων, καί σέ δρόμο ἁμαρτωλῶν δέν στάθηκε, καί οὔτε κάθησε σέ
καθέδρα, σέ διδασκαλία, νοσηρῶν ἀνθρώπων.
Ἀρχίζει μέ τό ἐγκώμιο τοῦ εὐσεβοῦς ἀνθρώπου, ὅπως παρακάτω θά
καυτηριάσει τόν ἀσεβῆ καί θά τόν ἀποκαλέσει χνούδι· δηλαδή χνούδι πού τό
παίρνει ὁ ἄνεμος καί τό σκορπᾶ, καί δέν τό βρίσκει. Τό χνούδι ποῦ νά τό
βρεῖς, ποῦ νά τό μαζέψεις...! Ἐδῶ λοιπόν πλέκει τό ἐγκώμιο τοῦ μακαρίου
ἀνθρώπου, τοῦ εὐτυχισμένου, τοῦ εὐσεβοῦς ἀνθρώπου, πού εἶναι εὐτυχής. Ὁ
εὐσεβής εἶναι εὐτυχής. Πιστέψτε με: ὁ εὐσεβής εἶναι εὐτυχισμένος!
Κάθομαι κι ἀκούω πολλούς ἀνθρώπους –γιατί αὐτό εἶναι τό ἔργο μας, νά
ἀκοῦμε τούς ἀνθρώπους– καί βλέπω ὅτι δέν εἶναι εὐτυχισμένοι. Καί δέν
εἶναι ἡ πρώτη φορά οὔτε ἡ δεύτερη οὔτε ἡ τελευταία πού τό διαπιστώνω,
σᾶς βεβαιώνω: οἱ ἄνθρωποι δέν εἶναι εὐτυχισμένοι, εἶναι ταλαίπωροι,
γιατί ἁμαρτάνουν. Σᾶς τό λέω ἀλήθεια· τό βλέπουμε, τό καταλαβαίνουμε. Ὁ
εὐτυχισμένος ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού δέν ἁμαρτάνει, καί μόνον αὐτός.
Ὡστόσο ἐμεῖς ἐπιμένουμε νά ἁμαρτάνουμε. Εἶναι περίεργο!
Κι ἔχει τώρα ἐδῶ τή λέξη μακάριος –παράγεται ἀπό τό μή καί τή λέξη κήρ,
πού θά πεῖ θάνατος ἤ βλάβη– πού σημαίνει αὐτός πού δέν ἔχει βλάβη, πού
δέν ἔχει θάνατο, αὐτός πού δέν ἔχει ζημιά, συνεπῶς εἶναι ὁ εὐτυχισμένος.
Πράγματι, ἐκεῖνος πού δέν πεθαίνει, πού δέν ζημιώνει, τί εἶναι; δέν
εἶναι εὐτυχισμένος;
Γιά τή λέξη μακάριος ἔχει τρεῖς θέσεις, καί λέει ὅτι εἶναι αὐτός πού
«οὐκ ἐπορεύθη...», αὐτός πού «οὐκ ἔστη...» κι αὐτός πού «οὐκ
ἐκάθισεν...». Προσέξτε ἐδῶ τώρα. Εἶναι τρεῖς βαθμίδες προοδευτικές:
περπατῶ, στέκομαι, κάθομαι. Πολύ ὡραῖα τοποθετημένο! Ἐξελικτικά ἐκφράζει
τρεῖς βαθμίδες πορείας τοῦ ἀνθρώπου πρός τό κακό. Ἐδῶ βάζει βέβαια
ἀρνητικά: δέν πορεύθηκε, δέν στάθηκε, δέν κάθησε. Ἄν βγάλουμε ὅμως τό
οὐκ τό ἀρνητικό, εἶναι: πορεύομαι, στέκομαι, κάθομαι.
Πραγματικά. Βγαίνω ἀπό τό σπίτι μου· περπατάω, συναντάω στόν δρόμο κάτι
ἄσχημο, κάτι βρώμικο. Ἄν συνεχίσω νά περπατάω, γλύτωσα, ἔφυγα. Ἀλλά τό
κακό εἶναι τό ἄλλο. Δηλαδή, βγῆκα ἀπό τό σπίτι μου καί ἄρχισα νά
περπατάω· συναντάω τό κακό, ἀλλά τώρα στέκομαι καί τό χαζεύω. Ὅταν
ἀρχίσω καί χαζεύω ἀρκετά τό κακό καί τό ἀπολαύσω, μετά ἀρχίζει νά μοῦ
ἀρέσει, καί λέω: «Θά καθήσω τώρα ἐδῶ». Βλέπετε αὐτήν τήν προοδευτική
πορεία πρός τό κακό;
Τί εἶναι λοιπόν τό «οὐκ ἐπορεύθη», τό δέν βάδισε πρός τό κακό ὁ ἄνθρωπος
ὁ μακάριος; Σημαίνει –τό πρῶτο καί τό κυριότατο, καί θά παρακαλέσω αὐτό
νά μήν τό ξεχάσετε ποτέ– ὅτι διατηρεῖ σωστή νοοτροπία! Τό πρῶτο πράγμα
πού ἀλλάζει στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ νοοτροπία, τό πῶς σκέφτεται.
Ἕνα μικρό παράδειγμα, πού εἶναι κοινότατο γιά μένα, καί σᾶς βεβαιώνω,
ἄν ἔχω ἕνα αἴσθημα σπαραξικάρδιο –ἡ λέξη ἀνταποκρίνεται σέ ὅ,τι εἶπα,
ἔτσι αἰσθάνομαι– ἄν ἔχω λοιπόν ἕνα αἴσθημα σπαραξικάρδιο γιά τούς ἄλλους
ἀνθρώπους, εἶναι αὐτό πού θά σᾶς πῶ τώρα. Νά ἔρθει ἕνας νέος πού
γαλουχήθηκε στό Κατηχητικό Σχολειό, στήν Ἐξομολόγηση καί στή Μυστηριακή
ζωή γενικά, πού μελέτησε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πίστεψε ἄς ποῦμε στήν ἁγνή
ζωή, πείστηκε ὅτι πρέπει νά μείνει ἁγνός καί διάβασε σχετική
βιβλιογραφία, νά ἔλθει κάποια φορά καί νά μοῦ πεῖ: «Γιατί νά πρέπει
κανείς νά μείνει ἁγνός; Γιά ποιόν λόγο; Ποῦ βρίσκετε, πάτερ μου, ὅτι
εἶναι αὐτό κακό, τό νά..., ξέρω ’γώ, νά ἔχω μιά φιλενάδα; Ποῦ τό
βρίσκετε νά εἶναι κακό;»!
Ἐγώ τότε πέφτω ἀπό τά σύννεφα! «Καλά, παιδάκι μου. Γιά στάσου... Γιά
στάσου, γιά κάτσε καλά. Καλά, μέχρι τώρα τί λέγαμε; Τί ἔχεις διαβάσει
μέχρι τώρα; τί ξέρεις;». «Μά δέν μπορῶ νά τό καταλάβω, νά μοῦ λέει ὁ
νέος, ποῦ βρίσκετε τό κακό; Ἑρμηνεύσατέ το μου. Δέν μέ πείθετε». Ἐκείνη
τή στιγμή τοῦ κάνω τά κόλλυβα! Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Περίπου τόν
ξέγραψα. Νά σᾶς πῶ τό γιατί; Γιατί ἄλλαξε ἡ νοοτροπία του! Πιστέψτε με,
ὅ,τι καί νά πῶ πιά, δέν θά ἀλλάξει, γιατί ἤδη ἐκεῖνο πού θά τοῦ πῶ τό
εἶχε στή ζωή του ἀπό πιό μπροστά. Γιατί λοιπόν τώρα νά ἀλλάξει; Τό εἶχε
δοκιμάσει. Τώρα ὅμως πηγαίνει σ’ ἕναν ἄλλο χῶρο: ἀλλάζει ἡ νοοτροπία
του!
Σᾶς βεβαιώνω ὅτι ὅταν δοῦμε κάποιον ἄνθρωπο νά ἔχει ἀλλάξει ἡ νοοτροπία
του, ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἐνενήντα ἐννέα τοῖς ἑκατό, ἔχει χαθεῖ! Εἶναι πολύ
διαφορετικό νά ἔρθει κάποιος νά μοῦ πεῖ ὅτι ἔπεσε στήν πορνεία, κι αὐτό
πού ἔκανε ἦταν ἁμάρτημα. Σημειῶστε ὅτι ὁ πρῶτος μπορεῖ νά πεῖ θαυμάσια
ὅτι δέν ἔχει πέσει στήν πορνεία. Ὅμως εἶναι περιττό νά μοῦ τό πεῖ αὐτό
τό πράγμα. Θά προτιμοῦσα νά μοῦ ἔλεγε ὅτι ἔπεσε στήν πορνεία καί δέχεται
ὅτι αὐτό εἶναι ἁμάρτημα. Θά τό προτιμοῦσα. Ὁ ἄλλος ἀναγνωρίζει ὅτι
ἔπεσε, γλύστρησε, ἔπεσε, ἀλλά δέν ἄλλαξε ἡ νοοτροπία του, ὅτι δηλαδή
αὐτό πού ἔκανε καλῶς τό ἔκανε. Γι’ αὐτό εἶναι φοβερό πράγμα ἄν ἀλλάξει ἡ
νοοτροπία. Εἶναι τό πρῶτο σκαλοπάτι τῆς φθορᾶς. Ἄλλαξε ἡ νοοτροπία;
ἄλλαξαν ὅλα!
Γι’ αὐτό προσέξτε τά παιδιά σας· ὄχι ὅτι οἱ μεγάλοι κινδυνεύουν
λιγότερο, ἀλλά, τέλος πάντων. Γιά τά παιδιά σας, ἰδίως αὐτά πού πᾶνε
τώρα στό Δημοτικό ἤ στό Γυμνάσιο, προσέξτε μήν ἀλλάξει ἡ νοοτροπία τους.
Πολλοί γονεῖς λένε: «Τό παιδί μου τό ἄφησα νά πάει σ’ ἕνα πάρτυ.
Εὐτυχῶς εἶδα ὅτι καθότανε στήν καρέκλα, καί δέν χόρευε». Ἔτσι ἔρχονται
καί μοῦ λένε· «Καθόταν στήν καρέκλα, καί δέν χόρευε τό κορίτσι μου»!
Κάποτε ἕνας πνευματικός εἶπε: «Μπορεῖ νά μή χόρευε αὐτή, ἀλλά χόρευε ἡ
καρδιά της»!... Ναί, ναί!
Ξέρετε τί σημαίνει γιά ἕνα κορίτσι, ἕνα μικρό κοριτσάκι τῶν
δεκατριῶν-δεκατεσσάρων χρονῶν τῆς Α΄-Β΄ Γυμνασίου νά πάει σέ πάρτυ;
Σημαίνει ὅτι βρίσκεται σ’ ἕναν χῶρο πού ὑπάρχει μεγάλη πιθανότητα νά
ἀλλάξει ἡ νοοτροπία της καί νά σκέπτεται διαφορετικά, νά σκέπτεται
δηλαδή κοσμικά. Καί ἡσυχάζουν οἱ γονεῖς, ὅτι τό κορίτσι δέν χόρεψε ἤ δέν
εἶχε φίλο ἤ δέν ξέρω τί. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο: μήν ἀλλάξει ἡ
νοοτροπία τῶν παιδιῶν σας!
Ἀλλά καί ἡ νοοτροπία ἡ δική σας, γιατί ἔχει παρατηρηθεῖ ὅτι καί τῶν
μεγάλων ἡ νοοτροπία ἀλλάζει. Ναί! Ἀνθρώπων μεγάλων, ὥριμων, σταχωμένων,
κατασταλαγμένων πιά, ναί, ἡ νοοτροπία ἀλλάζει! Πενήντα χρονῶν ἄνθρωποι,
ἑξήντα χρονῶν ἄνθρωποι, ἀλλάζουν! Πόσες τέτοιες μαρτυρίες ἔχω ἀπό
ἀνθρώπους πού μοῦ τά λένε...! Λέει, γιά παράδειγμα, κάποια γυναίκα σέ
μιά ἄλλη: «Κυρά μου, ποῦ ζεῖς; Σήμερα ζοῦμε στόν 20όν αἰώνα!», καί αὐτά
τά λέει μία γυναίκα ἑξήντα χρονῶν, ἑβδομήντα χρονῶν, πού θέλει νά
νεάσει...! Τί σημαίνει αὐτό; τί ἔπαθε αὐτή ἡ γυναίκα; Ἄλλαξε ἡ νοοτροπία
της! Φοβερό πράγμα εἶναι∙ φοβερό!
Λοιπόν, τό πρῶτο σκαλοπάτι: «οὐκ ἐπορεύθη», δέν πορεύθηκε, δέν πῆγε στό
κακό, δέν χάλασε ἡ νοοτροπία του. Τό δεύτερο: «οὐκ ἔστη», δέν στάθηκε
ἐκεῖ· ἀφοῦ δέν ἄλλαξε ἡ νοοτροπία του, δέν συναντήθηκε μέ τό κακό, δέν
πῆρε ἀποφάσεις, δέν προχώρησε στό κακό. Καί τό τελευταῖο: «οὐκ
ἐκάθισεν», δέν κάθησε· κι ἀφοῦ δέν χάλασε ἡ νοοτροπία του καί δέν πῆρε
λάθος ἀποφάσεις, δέν ἁμάρτησε. Αὐτά τά τρία σκαλοπάτια εἶναι τοῦ κακοῦ.
Θέλετε νά μή φτάσουμε στό τρίτο; τότε πρέπει νά μή δρασκελίσουμε τό
πρῶτο· γιατί ἄν δρασκελίσουμε τό πρῶτο, εὔκολα θά περάσουμε καί στό
δεύτερο καί μετά στό τρίτο.
Δίπλα στά τρία αὐτά ἔχει ἄλλα τρία παράλληλα. Προσέξτε τώρα: «βουλὴ
ἀσεβῶν», «ὁδὸς ἁμαρτωλῶν» καί «καθέδρα λοιμῶν». Ἔχουμε λοιπόν τρεῖς
ὀνομασίες ἐδῶ: εἶναι οἱ ἀσεβεῖς, οἱ ἁμαρτωλοί, καί οἱ λοιμοί.
Ὑπάρχει διάκριση ἀνάμεσα στόν ἀσεβῆ καί τόν ἁμαρτωλό;
Προσέξτε νά δεῖτε. Βέβαια, ἀπό μιά ἄποψη, ἡ ἀσέβεια εἶναι ἁμαρτία· ἀλλά
ὑπάρχει μία διάκριση. Ὁ παραβάτης τῆς πρώτης ἐντολῆς εἶναι ἀσεβής· ὁ
παραβάτης τῆς πέμπτης, ἕκτης ἐντολῆς, ἑβδόμης, ὀγδόης, ἐνάτης καί
δεκάτης, εἶναι ἁμαρτωλός. Δηλαδή, ἄν εἶμαι μοιχός, ἄν εἶμαι κλέφτης, ἄν
δέν σέβομαι τούς γονεῖς μου, εἶμαι ἁμαρτωλός. Ἄν ὅμως δέν πιστεύω στόν
Θεό, βρίζω τόν Θεό, τότε εἶμαι ἀσεβής. Κάνοντας αὐτή τή διάκριση, πού
τήν κάνει καί ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή, τί θά λέγαμε; ποιό εἶναι βαρύτερο; νά
εἶσαι ἁμαρτωλός ἤ νά εἶσαι ἀσεβής; Βαρύτερο, ἀγαπητοί μου, εἶναι τό νά
εἶσαι ἀσεβής. Γι’ αὐτό νά προσέξουμε. Ἁμαρτωλοί εἴμαστε λίγο -πολύ ὅλοι,
ἀλλά ὁ ἀσεβής εἶναι πλέον σέ φοβερή κατάσταση. Νά μᾶς φυλάξει ὁ Θεός
καί νά μᾶς γλυτώσει ἀπό τό νά φθάσουμε στήν ἀσέβεια!
Απόσπασμα από το βιβλίο ‘’ΕΠΙΛΟΓΗ ΨΑΛΜΩΝ’’ Τόμος ά.
Πηγή http://makkavaios.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου