Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Τι κακά κάνουν οι χριστιανοί στις Απόκριες.
Ποιος μπορεί να διηγηθεί τις αταξίες, που κάνουν οι Χριστιανοί κατά την περίοδο των Αποκριών, και μάλιστα στα νησιά; Στʼ αλήθεια, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι τότε οι Χριστιανοί δαιμονίζονται όλοι, διότι χορεύουν, παίζουν, τραγουδούν ασυνείδητα, μέχρι και αυτοί οι πλέον γέροντες.
Και, όποιος δεν χορέψει ή δεν τραγουδήσει, θεωρείται τρελλός, διότι οι άνδρες φορούν γυναικεία φορέματα και οι γυναίκες ανδρικά· διότι ντύνεται ο καθένας με διαφορετικά ρούχα και μάσκες, τις κοινώς αποκαλούμενες μουτσούνες. Τότε δεν έχει διαφορά η ημέρα από την νύχτα· διότι επίσης με την ημέρα και όλη η νύκτα ξοδεύεται σε χορούς και μασκαριλίκια· τότε δεν διαφέρουν οι λαϊκοί από τους κληρικούς και τους ιερωμένους· διότι όλοι εξ ίσου ατακτούν.
Τότε, για να πω έτσι, πανηγυρίζει η ασέλγεια· γιορτάζει η ακολασία· ευφραίνεται η μέθη· αγάλλεται η τρυφή και η ασωτία· χορεύει ο διάβολος με δέκα μαντήλια και μαζί με αυτόν χορεύει όλο το πλήθος των δαιμόνων· διότι το κέρδος, που κάνουν μόνο στις αποκριές, δεν μπορούν να το αποκτήσουν σε ολόκληρο τον χρόνο. Λυπάται δε η αρετή· στενοχωριέται η σωφροσύνη· οδύρεται η χριστιανική σεμνότητα και η ευταξία· διώχνεται ο φόβος του Θεού και ο φόβος της κολάσεως και της κρίσεως· πενθεί ο Χριστός και θρηνούν όλοι οι άγγελοι και οι δίκαιοι.
Ω, και ποιος να μη κλάψει; και ποιος να μη χύσει καρδιοστάλακτα δάκρυα, βλέποντας την απώλεια και την ανοησία αυτών των Χριστιανών; Αυτοί είναι τόσο ανόητοι, που αντί να κερδίσουν από την νηστεία της Αγίας Τεσσαρακοστής, περισσότερο ζημιώνονται από τις απόκριες, και, για να κερδίσουν ένα, χάνουν εκατό· και κάνουν οι άθλιοι σαν τους ανόητους εμπόρους, τρέχοντας σε ζημία και όχι σε κέρδος· διότι ασύγκριτα μεγαλύτερη είναι η βλάβη που δέχονται κατά τις απόκριες, παρά η ωφέλεια που λαμβάνουν από την Τεσσαρακοστή που έρχεται· ίλεως, ίλεως, ίλεως να γίνει ο Θεός.
Και μακάρι αυτός να φωτίσει τους άγιους Αρχιερείς και τους πνευματικούς και τους διδασκάλους, να εμποδίσουν αυτά τα κακά με αφορισμούς και με επιτίμια, όπως ορίζει και ο ξβ’ Κανόνας της αγίας και Οικουμενικής Πενθέκτης Συνόδου:
«Τάς οὕτω λεγομένας Καλάνδας, καὶ τὰ λεγόμενα Βοτά, καὶ τὰ καλούμενα Βρουμάλια, καὶ τὴν ἐν τῇ πρώτῃ τοῦ Μαρτίου μηνὸς ἡμέρᾳ ἐπιτελουμένην πανήγυριν, καθάπαξ ἐκ τῆς τῶν πιστῶν πολιτείας περιαιρεθῆναι βουλόμεθα. Ἀλλὰ μὴν καὶ τὰς τῶν γυναίων δημοσίας ὀρχήσεις, ὡς ἀσέμνους, καὶ πολλὴν λύμην καὶ βλάβην ἐμποιεῖν δυναμένας, ἔτι μὴν καὶ τὰς ὀνόματι τῶν παρ ̓ Ἕλλησι ψευδῶς ὀνομασθέντων θεῶν ἢ ἐξ ἀνδρῶν, ἢ γυναικῶν γινομένας ὀρχήσεις, καὶ τελετάς, κατά τι ἔθος παλαιόν, καὶ ἀλλότριον τοῦ τῶν Χριστιανῶν βίου, ἀποπεμπόμεθα, ὁρίζοντες, μηδένα ἄνδρα γυναικείαν στολὴν ἐνδιδύσκεσθαι, ἢ γυναῖκα τὴν ἀνδράσιν ἁρμόδιον. Ἀλλὰ μήτε προσωπεῖα κωμικά, ἢ σατυρικά, ἢ τραγικὰ ὑποδύεσθαι· μήτε τὸ τοῦ βδελυκτοῦ Διονύσου ὄνομα, τὴν σταφυλὴν ἐκθλίβοντας ἐν ταῖς ληνοῖς, ἐπιβοᾷν· μηδὲ τὸν οἶνον ἐν τοῖς πίθοις ἐπιχέοντας γέλωτα ἐπικινεῖν, ἀγνοίας τρόπῳ ἢ ματαιότητος, τὰ τῆς δαιμονιώδους πλάνης ἐνεργοῦντας. Τοὺς οὖν ἀπὸ τοῦ νύν τι τῶν προειρημένων ἐπιτελεὶν ἐγχειροῦντας, ἐν γνώσει τούτων καθισταμένους, τούτους, εἰ μὲν κληρικοὶ εἶεν, καθαιρεῖσθαι προστάσσομεν· εἰ δὲ λαϊκοί, ἀφορίζεσθαι».
Ερμηνεία
Καλάνδες ονομάζονται οι πρώτες ημέρες του κάθε μήνα, στις οποίες οι Έλληνες συνήθιζαν να εορτάζουν, για να περνούν τάχα όλο τον μήνα με ευθυμία*.
* …Αυτούς μιμήθηκαν και εκείνοι οι Χριστιανοί, που κάνουν κατά την πρώτη (α΄) Ιανουαρίου τα ονομαζόμενα Κάλαντα, παίζοντας παιχνίδια, χορεύοντας στις πόρτες των σπιτιών, περπατώντας και πολλές φλυαρίες και γελοίες ιστορίες και κάποιος στίχους τραγουδώντας τάχα προς τον Μέγα Βασίλειο, οι οποίοι πρέπει να εμποδίζονται από τους Αρχιερείς και Πνευματικούς και να κανονίζονται να μην κάνουν αυτά τα εθνικά και Ελληνικά πράγματα, καθώς λέει ο παρών κανόνας.
Και τα Βοτά δε και Βρουμάλια ελληνικές ήταν εορτές. Τα μεν Βοτά, δηλαδή βοσκήματα προς τιμήν του Πάνα, που νομιζόταν από τους Έλληνες ότι είναι έφορος των προβάτων και των λοιπών ζώων. Τα δε Βρουμάλια, προς τιμήν του Διονύσου. Γιατί Βρόμιος ήταν επίθετο του Διονύσου, ονομαζόμενος έτσι, από τον βρόμο, οπού σημαίνει τον ήχο και την βροντή. Τούτο δε οι Ρωμάνοι Βρουμάλιο ονόμαζαν, δηλαδή τον βρόμο. Και την εορτή, Βρουμάλια στον πληθυντικό, όπου είναι το ίδιο σαν τα Διονύσια, καθώς τα έλεγαν οι Έλληνες.
Προστάζει λοιπόν ο παρών Κανόνας, ότι αυτά τα ελληνικά, αλλά ιδιαίτερα και η κατά την πρώτη Μαρτίου τελούμενη πανήγυρη, για την ευκρασία δήθεν της άνοιξης, να σηκωθούν ολοτελώς από την πολιτεία των Χριστιανών.
Ούτε χοροί απλώς δημόσιοι γυναικών να γίνονται, ούτε εορτές και χοροί από άνδρες ή γυναίκες στο όνομα των Ελλήνων ψευτοθεών.
Ορίζει δε γι’ αυτούς, ότι ούτε άνδρας να φοράει ρούχα γυναικεία, ούτε γυναίκα ρούχα ανδρικά. Αλλά ούτε να φοράνε στο πρόσωπο μουτσούνες και προσωπίδες κωμικές, που παρακινούν σε γέλια ή τραγικές που παρακινούν σε θρήνους και δάκρυα, ή σατυρικές, ήτοι ίδιες των Σατύρων και των Βάκχων, οι οποίοι προς τιμήν του Διονύσου σαν εκστατικοί και δαιμονισμένοι, χόρευαν*.
* Αυτά τα ίδια κάνουν και σήμερα οι Χριστιανοί και πολλές φορές και Ιερωμένοι και κληρικοί, κατά τις εβδομάδες της Απόκρεω και της Τυρινής και σε άλλους πολλούς τόπους, ιδιαίτερα δε στα νησιά, όπου κατοικούν Λατίνοι…
Και ότι κανείς να μην επικαλείται το όνομα του σιχαμερού Διονύσου (που νομιζόταν πως ήταν δότης του οίνου και έφορος), όταν πατιούνται τα σταφύλια στους ληνούς, ούτε να γελά και να καγχάζει, όταν βάζεται ο νέος οίνος στα πιθάρια.
Λοιπόν όποιος από τώρα και στο εξής, αφ’ ου έμαθε περί τούτων εν γνώσει, επιχειρήσει να κάνει κανένα από τα προρρηθέντα αυτά δαιμονιώδη και Ελληνικά εάν μεν είναι Κληρικός, ας καθαιρείται͵ εάν δε είναι λαϊκός, ας αφορίζεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου