Μέγας Φώτιος: Τα Αμφιλόχια Α΄ – Ερώτηση KΓ΄.
ΕΡΩΤΗΣΗ 23η
Τι σημαίνει ο λόγος, «να, ο Αδάμ έγινε σαν ένας από εμάς, στο να γνωρίζει το καλό και το κακό»; (Γεν. 3, 22).
Γνωρίζω βέβαια ότι μερικοί ισχυρίζονται, ότι με τις υπό εξέταση λέξεις εκφράζεται ειρωνικός λόγος και ονειδίζεται ο Αδάμ για τις υπέρογκες φαντασίες του και για όσα από την αβουλία του έχασε, αυτά που είχε στα χέρια του από τη φιλανθρωπία του Πλάστη. Άλλοι πάλι, που διατυπώνουν ένα παραπλήσιο λόγο, θέλουν να πουν κάτι άλλο. Διατείνονται δηλαδή, ότι με τα λόγια αυτά διασύρεται και χλευάζεται η άτυχη περιπέτεια του Αδάμ.
Υπάρχουν και άλλοι που νομίζουν ότι η πράξη περιπαίζεται, γιατί εξαιτίας της κατακρημνίστηκε ο άνθρωπος, ξεπερνώντας με τους λογισμούς του τις φυσικές του δυνάμεις και τη θέση για την οποία κρίθηκε άξιος από το Δημιουργό του να τοποθετηθεί. Αυτά είναι παραπλήσια και ξεκίνησαν από την ίδια αντίληψη, αν και φαίνονται να διασχίζονται σε διάφορες παραφυάδες· εγώ όμως δε θεωρώ φρόνιμο να τ’ αποδοκιμάζω αυτά, αλλά είναι, θα έλεγα, πιο λογικό να σκεφτούμε, ότι αυτό το ιερό χωρίο εκφράζει μια διαφορετική έννοια. Και ποια είναι αυτή;
Ο Αδάμ δηλαδή, αντί να υπακούσει σε νόμους, ιδιοποιήθηκε το αξίωμα του νομοθέτη, και αντί ν’ απολαμβάνει τη φροντίδα και την παιδαγωγία του ουρανού, εμπιστεύθηκε τις πράξεις του βίου του στη δική του τη γνώμη και πρόνοια, και νόμισε ότι θα έχει τη δύναμη, χωρίς τη θεία βοήθεια και την ανώτερη συναίνεση, να μπορεί να διακρίνει το καλό από το χειρότερο.
Γιατί, αν δεν είχε αυτές τις διαθέσεις και αν δεν τις είχε επικυρώσει στον εαυτό του, δε θα είχε την ιδέα να υψώσει τον εαυτό του στο μέγεθος της πρώτης αρχής, η οποία έχει τη δυνατότητα να κρίνει και να διακρίνει το καλό από το κακό και είναι σοφία αιώνια, έμφυτη και απερίληπτη στο νου, αλλ’ ούτε θα είχε τολμήσει να προτάξει τη δική του θέληση στη θέληση που εξουσιάζει τα πάντα και που αναβλύζει κάθε χάρη διάγνωσης και διάκρισης, και ούτε, θεωρώντας μηδαμινή τη θεία εντολή, θα ανέθετε στη δική του γνώμη τη διαχείριση όλων των πρακτέων.
Αφού λοιπόν – λέει ο Θεός – πήρε την ευθύνη των έργων του, κι εμπιστεύθηκε στον εαυτό του τη φροντίδα της ζωής του και δε θέλει να υπακούει στις διαταγές μου, αλλά χρησιμοποίησε το αυτεξούσιο που του δόθηκε για να προσβάλει εκείνον που του το έδωσε, και νόμισε πως είναι ένας από μας, και νομοθετεί χωρίς να υπακούει σε νόμους, είναι προνοητής που δε χρειάζεται πρόνοια, και δεσπότης που δεν εξουσιάζεται, είναι καλύτερα να τον βγάλουμε από τον παράδεισο για δύο κυρίως λόγους·
ο ένας, για να μη βρεθεί σε άκαιρη και απαιδαγώγητη απόλαυση της τρυφής και ολισθήσει σε χειρότερα παραπτώματα, και ο δεύτερος, ταλαιπωρούμενος μέσα στους κόλπους της εξορίας, να συνειδητοποιήσει από τα ίδια τα έργα και τα πάθη του τα όρια της δύναμης του, και ότι του ήταν πολύ πιο ωφελιμότερο να εξαρτά τις σκέψεις και τη ζωή του από τη δική μας πρόνοια, και πόσο αδύναμος κατέστη θέλοντας από μόνος του να φτάσει στη γνώση του καλού και του κακού.
Αυτό το νόημα πλησίασε, νομίζω, και ο Σύμμαχος* και απέδωσε το περιεχόμενο αυτού του ρητού· «Να, ο Αδάμ έγινε σαν ένας από εμάς, αφού μπορεί από μόνος του να γνωρίζει το καλό και το κακό» (Γεν. 3, 22). Οι προηγούμενες εξηγήσεις του χωρίου θα μπορούσαν να μας διδάξουν να μην διαβλέπομε κάτι διαφορετικό, εφόσον βέβαια είναι συνηθισμένο σ’ εμάς να βλέπουμε στις ιερές Γραφές μας με τον τρόπο να διασύρουμε και να ειρωνευόμαστε και να χλευάζουμε όσα δηλώνονται ή υπονοούνται.
* Μεταφραστής της Παλαίας Διαθήκης από τα εβραϊκά στα ελληνικά.
Και δεν είπα ακόμα αυτό που ισχύει στο νόμο. Γιατί τίποτε γενικά δεν εμποδίζει να γίνεται λάθος από τις σπάνιες και ασυνήθιστες λέξεις. Αλλά πως δε θα διαλύσει την ένταση του διασυρμού και της ειρωνείας και του χλευασμού ή διατύπωση που γίνεται με παραβολή και παρομοίωση; Αντίθετα, αν είχαν λογική συνέπεια όσα ειπώθηκαν, έπρεπε να προσέχομε κάθε διατύπωση που απαλύνει την αυστηρότητα και την οξύτητα των κατηγοριών.
Η φράση, «σαν ένας από εμάς»*, αμβλύνει τη δριμύτητα της ειρωνείας και μαλακώνει την τραχύτητα του εξευτελισμού. Γιατί δεν είναι το ίδιο, πολύ απέχει, να πει, να, ο Αδάμ έγινε ένας από εμάς, από το «έγινε σαν ένας από εμάς». Το πρώτο αποτελεί ένα καθαρό και οξύ και καίριο χλευασμό, ενώ το άλλο με την παραβολή και την παρομοίωση κάνει την επιτίμηση μετριασμένη κάπως και ήπια και μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη ότι χλευάζει μαζί και αναιρεί τη χλεύη, ενώ μπορούσε από την αρχή να μην εκδηλωθεί καθόλου χλευαστικά.
* «Σαν ένας από μας» ο πληθυντικός «μας» παραπέμπει στον τριαδικό Θεό.
Εκτός από αυτά να συλλογιστείς κι αυτό· Αν αποτελεί διασυρμό ή περιγέλασμα ή ειρωνεία ο λόγος που λέει, «να, ο Αδάμ έγινε σαν ένας από εμάς», δε θα γίνει κατανοητό ποια συνάφεια ή ακολουθία με αυτό θα έχει εκείνο που ακολουθεί. Είναι δηλαδή όμοιο σα να έλεγε· Επειδή ο Αδάμ κατέπεσε από τις ελπίδες του, με τις οποίες πετώντας ύψωνε τα φρύδια του, κατέβηκε από την παράλογη τάση του και χωρίς να θέλει, και έτσι την έπαρση τη διαδέχθηκε η κατήφεια και τον περικύκλωσε η ντροπή της γύμνωσης. Κι έπειτα αυτό που προστίθεται.
Γι’ αυτό έπρεπε αυτός να διωχθεί από τον παράδεισο, ώστε να μη συμβεί το υπέρμετρο θράσος του και η υπέρογκη υπεροψία του, κάνοντας θρασύτερο το χέρι του, να το σπρώξουν στην αρπαγή εκείνων, τα οποία προηγουμένως ούτε να τα αγγίξει δεν τολμούσε καθόλου. Άραγε έχουν αυτά μεταξύ τους κάποια λογική ακολουθία, ή διατηρούν ένα νόημα καθαρό από αντίθεση; Όμως αυτό που προστίθεται δεν δηλώνει τίποτε άλλο, παρά αυτό που είπαμε. Γιατί λέει «και τώρα, μη τυχόν και απλώσει ποτέ το χέρι του και πάρει από το δέντρο της ζωής και φάει και ζήσει στον αιώνα» (Γεν. 3, 22).
Πώς λοιπόν δεν είναι ολοφάνερο, αν χλευαζόταν γι’ αυτά που διαψεύστηκαν οι προσδοκίες του, όπως αποδεικνύεται μ’ αυτά, και όλη η δύναμή του είχε μεταβληθεί σε αδυναμία και είχε χάσει την πεποίθηση του σ’ αυτά, για τα οποία ήταν υπερήφανος, και αν, ενώ έπρεπε, δε συνέχιζε να προστατεύεται από τις δικές του δυνάμεις που τον προστάτευαν πρωτύτερα, επειδή αυτό το σφάλμα της θέλησης του και το τσάκισμα της γενναιότητας του φρονήματος ήταν ικανά να τον αποτρέψουν από δεύτερη θρασύτητα;
Είναι ακόμα φανερό, ότι ο χλευασμός στηλιτεύει καθαρά την κατάπτωση εκείνου από τους γενναίους λογισμούς και την ασθένεια του, ενώ το ότι τον εμποδίζει να λάβει κάτι από το δέντρο της ζωής μαρτυρεί την μετά την παράβαση ακμή και ότι είχε τη δύναμη να κάνει όσα δεν μπορούσε πρωτύτερα. Γιατί κανένας δεν εμποδίζει αυτόν που εμποδίζεται από τον εαυτό του. Αλλ’ αυτά που παρέθεσα είναι λίγα από τα πολλά.
Έχει επίσης υποστηριχθεί από μερικούς από τους πιο παιδευμένους, ότι το, «Να, ο Αδάμ έγινε σαν ένας από μας», δεν αναφέρεται στην υπεροχή της Τριάδας, αλλά αφορά στο πλήθος των λειτουργικών και ασώματων δυνάμεων. Εγώ όμως αυτό τον λόγο, εκτός του ότι περιέχεται στις προηγούμενες κατηγορίες, δεν βλέπω καθόλου τι θέση έχει να παρεντεθεί εδώ.
Γιατί ούτε τη συμβολή του φιδιού διασύρει, ούτε φάνηκε από κάπου, ότι ο Αδάμ επιθύμησε να αποκτήσει τη φύση των αγγέλων, ούτε και βρισκόταν σε μεγάλη απόσταση από την αγγελική δόξα, αφού η ζωή του κυλούσε στον Παράδεισο και με την Πρόνοια του Δημιουργού του απολάμβανε την αθανασία.
Γι’ αυτό λοιπόν δυσκολεύομαι να συμφωνήσω μ’ αυτή την ερμηνεία του ρητού, και μάλιστα επειδή το μέρος του λόγου που χρησιμοποιήθηκε στη θέση του ονόματος σχηματίζεται σ’ αυτόν τον τύπο. Ίσως βέβαια κι άλλοι να διατύπωσαν για όσα είπαμε απόψεις θειότερες και τελειότερες, εμένα όμως, επειδή η επίθεση των πολλών και αλλεπάλληλων πειρασμών δεν με επιτρέπει ούτε καν να τα θυμάμαι αυτά ούτε μου παρέχει καμιά ελευθερία ν’ ασχοληθώ με έρευνα (γιατί σ’ αυτό με περιόρισε ο φθόνος των ανθρώπων), δεν μ’ εμπόδισε τίποτε να πω αυτά από όσα είχα αντιληφθεί σύμφωνα με τη φιλομαθέστατη αξίωση σου, αν και βέβαια έχω πολλές προφάσεις σιγής· αλλά για μια προσέγγιση γενική και σύντομη και μ’ αυτές τις συνθήκες θα φτάσουν όσα ειπώθηκαν.
Αν όμως και συ προσθέσεις κάτι σ’ αυτά θ’ ανταποδώσεις τη χάρη όχι λιγότερο σ’ εσένα από ότι σε εμένα τον δάσκαλο. Και ίσως, αν λάβει κάποια αφορμή και η δική μου προθυμία, μπορέσει να φτάσει σε σημείο όχι μακρινό από τη Μωσαϊκή θεοπτία, και μάλιστα με την ελάττωση, χάρη στην αγάπη του δυνατού, των παθών που με συνέχουν, να σκεφτώ κάτι σοφότερο για όλα αυτά.
Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Άπαντα τα έργα.
1. Τα Αμφιλόχια Α΄. Ερωταποκρίσεις Α΄ – ΞΓ΄.
εκδ. Το Βυζάντιον. Θεσσαλονίκη, 1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου