ΑΡΧΙΚΗ

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: Περί πίστεως-των ορθοτομούντων τον λόγο της ευσεβείας.

 

1. Πιστεύουμε στον Θεό, και πιστεύουμε τον Θεό· άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Πραγματικά πιστεύω τον Θεό σημαίνει ότι θεωρώ βέβαιες κι’ αληθινές τις επαγγελίες που μας έδωσε: Πιστεύω στον Θεό σημαίνει ότι έχω ορθόδοξο φρόνημα. Πρέπει δε να τα έχουμε και τα δύο, να είμαστε αληθινοί και στα δύο και να συμπεριφερόμαστε έτσι, ώστε και να γινόμαστε πιστευτοί από εκείνους που βλέπουν σωστά και να είμαστε πιστοί ενώπιον του Θεού προς τον Οποίο απευθύνεται η πίστη. Έτσι ως πιστοί να δικαιωνόμαστε από Αυτόν «διότι», λέει «πίστεψε ο Αβραάμ και τούτο τού λογαριάστηκε για την δικαίωση του» (Ρωμ. 4, 3). 

 

Πώς λοιπόν δικαιώθηκε ο Αβραάμ από την πίστη του; Έλαβε από τον Θεό υπόσχεση για το σπέρμα του, που ήταν ο Ισαάκ, ότι θα ευλογηθούν όλες οι φυλές του Ισραήλ. Έπειτα διατάσσεται από τον Θεό να θυσιάσει, παιδί ακόμη, τον Ισαάκ που ήταν ο μόνος απόγονος δια του οποίου επρόκειτο να εκπληρωθεί η υπόσχεση. Και χωρίς ν’ αντείπει τίποτε ο πατέρας, έσπευσε να γίνει αυτόχειρας του παιδιού του, ενώ θεωρούσε την υπόσχεση που του είχε δοθεί γι’ αυτόν βέβαιη και έγκυρη.

 2. Βλέπετε ποια είναι η πίστη που δικαιώνει; Αλλά επαγγέλθηκε και σε μας ο Χριστός κληρονομιά ζωής αΐδιας και τρυφής και δόξας και βασιλείας. Έπειτα μας παρήγγειλε να πτωχεύουμε, να νηστεύουμε, να ζούμε με ευτέλεια και θλίψη, να είμαστε έτοιμοι για θάνατο, να σταυρώνουμε τους εαυτούς μας μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες. Εάν λοιπόν σπεύδουμε προς αυτά και πιστεύουμε εκείνη την επαγγελία του Χριστού, πραγματικά πιστεύσαμε τον Θεό κατά το παράδειγμα του Αβραάμ, και τούτο θα υπολογισθεί για την δικαίωση μας.

3. Και παρατηρήσατε την ακολουθία των προτάσεων. Το ότι δηλαδή δέχθηκε να προσφέρει για σφαγή τον Ισαάκ δεν έγινε μόνο ισχυρή μαρτυρία και απόδειξη της πίστεως του Αβραάμ, αλλά υπήρξε και αίτιο του ότι ο Χριστός γεννήθηκε από το σπέρμα του, δια του οποίου ευλογήθηκαν όλες οι φυλές της γης και εκπληρώθηκε η επαγγελία. Διότι κατά κάποιον τρόπο ο Θεός έγινε οφειλέτης στον Αβραάμ που έδωσε για τον Θεό τον μονογενή και γνήσιο υιό του. Έγινε οφειλέτης να του αντιδώσει αυτό που του είχε υποσχεθεί, δηλαδή τον δικό του Μονογενή και γνήσιο Υιό.

Έτσι συμβαίνει και με μας. Η σωφροσύνη, η δικαιοσύνη, η ταπείνωση, η υπομονή των κάθε είδους κακώσεων και η ελεημοσύνη, καθώς και η κακοπάθεια του σώματος με νηστείες και αγρυπνίες και όλα όσα κάνουμε για να τηρούμε τις εντολές του Θεού, και γενικά το να σταυρώνουμε τους εαυτούς μας μαζί με τα παθήματα και τις επιθυμίες, όχι μόνο είναι απόδειξη ότι πιστεύουμε αληθινά στις επαγγελίες του Χριστού, αλλά και καθιστά κατά κάποιον τρόπο τον Θεόν οφειλέτη να αντιπροσφέρει σε μας την αΐδια και άφθαρτη ζωή και τρυφή, την δόξα και Βασιλεία.

 4. Γι’ αυτό και ο Ίδιος, απευθυνόμενος προς τους μαθητές Του, έλεγε: Μακάριοι είναι οι πτωχοί διότι δική σας είναι η βασιλεία των ουρανών. Μακάριοι είναι οι πενθούντες, μακάριοι οι ελεήμονες, μακάριοι οι διωκόμενοι για την δικαιοσύνη (Ματθ. 5, 3). Και αλλοίμονο στους χορτασμένους, αλλοίμονο σας όταν όλοι οι άνθρωποι σας κολακεύουν (Λουκά 6, 24-26).

Πώς θα πιστέψουμε λοιπόν αυτόν που αποβλέπει όχι προς τα μακαριζόμενα από τον Κύριο, αλλά προς τα ταλανιζόμενα, πες μου; Πώς θα λογιστεί ότι εμπιστεύεται τον Θεό; «Δείξε μου», λέει, «την πίστη σου από τα έργα σου» (Ιακ. 2, 18), και «όποιος είναι σοφός, ας δείξει τα έργα του από την καλή συμπεριφορά του» (Ιακ. 3, 13).

5. Το ότι πιστεύουμε αληθινά τον Θεό, δηλαδή αναγνωρίζουμε αληθινές και βέβαιες τις επαγγελίες ή απειλές του προς εμάς, και περιμένουμε να εκδηλωθούν γρήγορα, φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα από τα αγαθά μας έργα και την τήρηση των θείων εντολών. Και από που γίνεται φανερό ότι ορθά πιστεύουμε στον Θεό, δηλαδή καλώς και ασφαλώς και ευσεβώς φρονούμε γι’ Αυτόν; Από την συμφωνία προς τους θεοφόρους Πατέρες μας. Το να εμπιστευόμαστε χωρίς αμφιβολία τον Θεό μας δημιουργεί πόλεμο, όχι μόνο από τα πάθη της σάρκας και από τον πονηρό και τις παγίδες του, αλλά και από τους εμπαθείς ανθρώπους, που θέλγουν και παρασύρουν κάτω προς τις εμπαθείς ηδονές.

Έτσι και το να πιστεύουμε ορθά στον Μόνο Αληθινό Θεό πολεμούμαστε όχι μόνο από την άγνοια και από τις υποβολές του Αντικειμένου, αλλά και από τους δυσσεβείς ανθρώπους που θέλουν να μας αρπάξουν και να μας ρίξουν παρασύροντας μας κάτω προς την δική τους απώλεια. Είναι όμως στη διάθεση μας, για κάθε μια από τις περιπτώσεις, μεγάλη βοήθεια, όχι μόνο από τον Ίδιο τον Θεό και την από Αυτόν δοσμένη σ’ εμάς γνωστική δύναμη, αλλά και από τους αγαθούς Αγγέλους και από τους θεοσεβείς ανθρώπους που ζουν κατά το θέλημα του Θεού.

 6. Γι’ αυτό η πνευματική και κοινή μητέρα και τροφός μας, η Εκκλησία του Χριστού, σήμερα αφ’ ενός μεν αντικηρύσσει φανερά και δημοσιώτερα αυτούς που έλαμψαν κατά την ευσέβεια και αρετή και τις πανίερες Συνόδους τους και τα θεία δόγματα που διατυπώθηκαν σ’ αυτές, αφ’ ετέρου δε αποκηρύσσει επισημότερα τους οπαδούς της δυσσεβείας και τα πονηρά διδάγματα και φρονήματα τους.

Έτσι εμείς τους μεν δυσσεβείς να αποστραφούμε, τους δε ορθοδόξους να ακολουθήσουμε και να πιστεύουμε σ’ Ένα Θεό, Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα, από τον Οποίο και δια του Οποίου και στον Οποίο έγιναν τα πάντα. Εκείνος που υπάρχει πριν από όλα και είναι επάνω σε όλα και μέσα σε όλα και υπεράνω όλων, μονάδα σε τριάδα και τριάδα σε μονάδα, που είναι ασύγχυτα ενωμένη και αμέριστα διαιρεμένη. Μονάδα η Ίδια και τριάδα παντοδύναμη.

7. Είναι Πατέρας άχρονος και άναρχος και αΐδιος, Μόνος αιτία και ρίζα της θεότητας που ενυπάρχει στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα. Είναι όχι Μόνος δημιουργός, αλλά Μόνος Πατέρας ενός Υιού και Μόνος προβολέας ενός Αγίου Πνεύματος. Είναι πάντοτε Ων και είναι πάντοτε Πατέρας και πάντοτε Μόνος Πατέρας και Μόνος προβολέας.

 8. Αυτού του μόνου Θεού-Πατέρα ένας είναι Υιός, συναΐδιος με αυτόν και χρονικά συνάναρχος. Δεν είναι άναρχος, διότι έχει γεννήτορα και ρίζα, πηγή και αρχή τον Πατέρα, από τον Οποίο μόνο προήλθε πριν από όλους τους αιώνες ασωμάτως, απαθώς, αρρεύστως, γεννητώς, αλλά δεν διαιρέθηκε. Αυτός είναι Θεός από Θεό, όχι άλλος κατά το ότι είναι Θεός και άλλος κατά το ότι είναι Υιός. Είναι πάντοτε ων και πάντοτε ων Υιός και πάντοτε ων ασύγχυτα προς τον Θεό. Είναι Λόγος ζωντανός, φως αληθινό, ενυπόστατη σοφία, αιτία και αρχή όλων των δημιουργημάτων, αφού όλα αυτά έγιναν δι’ Αυτού.

Αυτός εκένωσε τον εαυτό του τους έσχατους χρόνους, όπως προείπαν οι προφήτες, παίρνοντας για μας την δική μας μορφή, και, αφού κυοφορήθηκε από την αειπάρθενη Μαρία μ’ ευδοκία του Πατρός και συνεργία του Αγίου Πνεύματος, γεννήθηκε κι’ ενανθρώπησε αληθινά. Έγινε όμοιος μ’ εμάς καθ’ όλα, πλην της αμαρτίας, ενώ έμεινε ότι ήταν, Θεός αληθινός σε μια υπόσταση και μετά την ενανθρώπηση φέροντας όλες τις θεϊκές ενέργειες ως Θεός και τα αδιάβλητα ανθρώπινα πάθη.

Ήταν απαθής και αθάνατος και διαμένοντας έτσι ως Θεός, έπαθε εκουσίως για μας κατά την σάρκα ως άνθρωπος, σταυρώθηκε και πέθανε, ετάφη και αναστήθηκε κατά την τρίτη ημέρα και κατάργησε δια του θανάτου και της αναστάσεως του αυτόν που έχει την κυριαρχία του θανάτου. Μετά την Ανάσταση φανερώθηκε, αναλήφθηκε στον ουρανό και κάθισε από τα δεξιά του Πατρός, αφού έκανε ομότιμη και ομόθρονη ως ομότιμη τη φύση μας.

Με αυτή τη φύση πρόκειται να έλθει πάλι ενδόξως να κρίνει ζώντας και νεκρούς, που θα επανέλθουν προς την ζωή εξ αιτίας της παρουσίας του, και θ’ αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του. Αναγνωρίζοντας και εμείς αισθητά και περιγραπτά τούτη την ανθρώπινη φύση που προσέλαβε από μας, εικονίζουμε και προσκυνούμε ευσεβώς και Αυτήν που τον γέννησε παρθενικώς και όσους ευαρέστησαν σ’ Αυτόν τελείως.

Τούτου τα σύμβολα των παθών, και μάλιστα τον Σταυρό, τιμούμε και προσκυνούμε ως θεία τρόπαια κατά του κοινού “πολεμίου”. Την ανάμνηση τούτου τελώντας κατά την εντολή του καθημερινά, ιερουργούμε τα θειότατα Μυστήρια και μετέχουμε σ’ αυτά. Κατά την παραγγελία του, πριν από όλα βαπτιζόμαστε και βαπτίζουμε σ’ ένα Όνομα σεπτό και προσκυνητό του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

9. Διότι από τον αΐδιο και άναρχο Πατέρα εκπορεύεται το Άγιο Πνεύμα, που είναι συνάναρχο με τον Πατέρα και τον Υιό ως άχρονο, όχι δε άναρχο, αφού και Αυτό ρίζα και αρχή και αιτία έχει τον Πατέρα, από τον Οποίο προήλθε πριν από όλους τους αιώνες αρρεύστως, απαθώς, εκπορευτώς. Αυτό που είναι επίσης αδιαίρετο από τον Πατέρα και από τον Υιό, επειδή προέρχεται από τον Πατέρα και αναπαύεται στον Υιό. Αυτό που έχει ασύγχυτη την ένωση και αμέριστη τη διαίρεση.

Αυτό που είναι και Αυτό Θεός από Θεό, όχι άλλος μεν ως Θεός, άλλος δε Παράκλητος ως Πνεύμα Άγιο αυθυπόστατο. Αυτό που έχει την ύπαρξη από τον Πατέρα και αποστέλλεται δια του Υιού, για την έναρξη αιωνίας ζωής, γι’ αρραβώνα των μελλοντικών και πάντοτε διατηρουμένων αγαθών. Αυτό που είναι το Ίδιο αίτιο όλων των δημιουργημάτων, διότι σ’ Αυτό έγιναν όλα, το Ίδιο και απαράλλακτο με τον Πατέρα και τον Υιό, χωρίς την αγεννησία και τη γέννηση.

Στάλθηκε δε από τον Υιό προς τους μαθητές του, δηλαδή φανερώθηκε. Διότι πως αλλιώς θα στελνόταν το «πανταχού παρόν» και μη χωριζόμενο από Αυτόν που το στέλνει; Γι’ αυτό όχι μόνο από τον Υιό, αλλά και από τον Πατέρα στέλνεται και από τον εαυτό του έρχεται. Διότι η αποστολή, δηλαδή η φανέρωση, είναι κοινό έργο Πατρός, Υιού και Πνεύματος.

10. Φανερώνεται δε όχι κατά την ουσία, διότι κανείς ποτέ δεν είδε ούτε απεκάλυψε την φύση του Θεού, αλλά κατά τη χάρη και τη δύναμη και την ενέργεια, η οποία είναι κοινή Πατρός, Υιού και Πνεύματος. Διότι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στο καθ’ ένα από αυτά είναι η υπόσταση του και τα υποστατικώς γύρω από αυτήν παρατηρούμενα.

Κοινά δε αυτών δεν είναι μόνο η αφανέρωτη και υπερώνυμη και αμέθεκτη ουσία, αλλά και η χάρη και η δύναμη, η ενέργεια και η λαμπρότητα, η αφθαρσία και η βασιλεία, και όλα εκείνα, δια των οποίων κοινωνεί κι’ ενώνεται κατά χάρη με τους αγίους Αγγέλους και ανθρώπους ο Θεός, χωρίς να εκπίπτει από το ενιαίο και την απλότητα ούτε εξ αιτίας του μεριστού και διαφόρου των υποστάσεων ούτε εξ αιτίας του μεριστού και ποικίλου και θείων δυνάμεων και ενεργειών.

Έτσι πιστεύουμε σ’ ένα Θεό, σε μια τρισυπόστατη και παντοδύναμη θεότητα και ανακηρύσσουμε αυτούς που με τέτοιου είδους πίστη ευαρέστησαν τον Θεό. Αυτούς όμως που δεν πιστεύουν με όμοιο τρόπο, αλλά ή εγκαινίασαν ιδιαίτερη αίρεση ή ακολούθησαν μέχρι τέλους τους αρχηγούς της, τους απορρίπτουμε. Να γνωρίζετε δε τούτο, αδελφοί, ότι τα πονηρά πάθη και τα δυσσεβή δόγματα αλληλοεισάγονται και συμβαίνουν εξαιτίας της δίκαιης εγκαταλείψεως από τον Θεό.

11. Ότι λοιπόν το μεγάλο πλήθος των αμαρτιών διαπράττονται δια της δυσσεβείας, μας το δίδαξε ο μέγας Παύλος, γράφοντας περί των Ελλήνων: «επειδή δεν φρόντισαν να επιγνώσουν τον Θεό» (Ρωμ. 1, 28), «αλλ’ ενώ γνώρισαν τον Θεό, δεν τον δόξασαν ούτε τον σεβάσθηκαν ως Θεό» (Ρωμ. 1, 21), «τους παρέδωσε ο Θεός σε νου αδόκιμο, ώστε να πράττουν τα ανεπίτρεπτα, γεμάτους κάθε αδικία, πορνεία, πλεονεξία, και τα παρόμοια» (Ρωμ. 1, 28).

Ότι δε πάλι δια της αμαρτίας εισάγεται η δυσσέβεια, μας δίνεται η απόδειξη από πολλούς που το έπαθαν άθλια. Ο Σολομών εκείνος, αφού παρέδωσε τον εαυτό του στις σαρκικές επιθυμίες, ολίσθησε σε ειδωλολατρεία. Ο Ιεροβοάμ, αφού νικήθηκε από άκρα φιλαρχία, θυσίασε στις χρυσές δαμάλεις. Ο προδότης Ιούδας αρρωστημένος από φιλαργυρία, περιέπεσε στη θεοκτονία.

12. Γι’ αυτά λοιπόν, επειδή και η πίστη χωρίς έργα είναι νεκρή και ανενέργητη, και τα έργα χωρίς πίστη είναι μάταια και άχρηστα, η χάρη του Πνεύματος σήμερα στον σεπτό καιρό της νηστείας και της ενάρετης ασκήσεως συνδύασε την ανακήρυξη των ορθοτομούντων τον λόγο της ευσεβείας, και την αποκήρυξη εκείνων που δεν διάλεξαν την ορθοδοξία, ώστε εμείς, σπεύδοντας και στα δυο συνδυασμένα, και την πίστη να επιδείξουμε με τα έργα, και των κόπων το κέρδος να αποκτήσουμε με την πίστη. (ΑΣ ΤΑ ΑΚΟΥΣΟΥΝ ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ)

ΕΡΩΤΗΣΗ : ΟΡΘΟΤΟΜΟΥΝ ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ . ;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ : ΦΥΣΙΚΑ ΟΧΙ

13. Και όχι μόνο τα πονηρά πάθη και η κακοδοξία γεννούν το ένα το άλλο, αλλά και μοιάζουν μεταξύ τους. Και θα πω λίγα προς την αγάπη σας για τους ετεροδόξους που αναφάνηκαν στην εποχή μας. Γίνεται μ’ εμάς ότι συνέβη με τον Αδάμ, ο Οποίος αφού έλαβε εξουσία από τον Θεό να τρώει από κάθε δένδρο του Παραδείσου, δεν αρκέσθηκε σ’ όλα εκείνα, αλλά πειθόμενος στη συμβουλή του αρχεκάκου όφεως, έφαγε από το μόνο δένδρο που είχε προσταχθεί να μη το αγγίξει.

Γνωρίζουμε ότι τα υπάρχοντα στον Θεό αγαθά και οι πραγματικά αγαθοπρεπείς δωρεές προσφέρονται από Αυτόν για μέθεξη σ’ αυτούς που τα επιθυμούν, σύμφωνα μ’ Εκείνον που μας έχει πει: «όλα όσα είναι ο Θεός θα είναι και ο θεωμένος δια της χάριτος άνθρωπος, χωρίς την ταυτότητα κατά την ουσία» (Μαξίμου Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον 22, PG 90, 320).

Υπάρχουν όμως μερικοί που διδάσκουν ότι εμείς μετέχουμε και της ίδιας της υπερούσιας ουσίας και ισχυρίζονται ότι μπορούν να την ονομάζουν αυθεντικά, και μιμούμενοι τον αρχέκακο όφι, παρερμηνεύουν και διαστρέφουν τα λόγια των αγίων, όπως εκείνο το φίδι διέστρεψε τα λόγια του Θεού.

Αλλά εμείς, αφού λάβαμε δύναμη από τον Κύριο να πατούμε επάνω σε όφεις και σκορπιούς και σε κάθε δύναμη του εχθρού, αφού συντρίψουμε εύκολα κάθε μηχανή και παγίδα του, είτε κατά της ευσεβείας είτε κατά της ευσεβούς διαγωγής και αφού φανούμε νικητές εναντίον του σε όλα, θα επιτύχουμε τους ουρανίους και άφθαρτους στεφάνους της δικαιοσύνης, μέσα στον Χριστό, τον αδέκαστο κριτή και δοτήρα των ανταμοιβών.

ΠΗΓΗ


Αναδημοσίευση από

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μετά την Πάπισσα Ιωάννα η Πατριάρχισσα Αγάπη

 Σήμερα όλα είναι εφικτά ,  αφού άρχισαν από χειροτονίες ψαλτών γυναικών ,  έπειτα αναγνωστών γυναικών , έπειτα Ιερό- Διακόνησες  μετά θα δο...

Δημοφιλείς αναρτήσεις