ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΜΟΙΡΑΖΟΥΝ ΑΝΤΙΔΩΡΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
Κεφάλαιο Ις΄
Για τις μερίδες, που στην Πρόθεση προσφέρονται για τους Αγίους, και για όλους τους Ευσεβείς.
31. Ο ιερέας κατόπιν από την σφραγίδα άλλης προσφοράς, βγάζει σταυροειδώς με την λόγχη μερίδες και τις αναφέρει στην μνήμη όλων των αγίων και τις τοποθετεί στο αριστερό μέρος του άρτου.
Και την πρώτη προσφέρει προς τιμήν και μνήμην των τιμίων επουρανίων δυνάμεων. Είναι δε ανάγκη να προσφέρουμε και γι’ αυτές, επειδή άγγελοι υπηρέτησαν στο μυστήριο της θείας οικονομίας και γιατί έχουν ενωθεί μαζί μας και είμαστε μία Εκκλησία. Επίσης γιατί επιθυμούν και αυτοί να εμβαθύνουν στα μυστήρια της Εκκλησίας [οἷς ἀπεκαλύφθη ὅτι οὐχ ἑαυτοῖς, ὑμῖν δὲ διηκόνουν αὐτά, ἃ νῦν ἀνηγγέλη ὑμῖν διὰ τῶν εὐαγγελισαμένων ὑμᾶς ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ ἀποσταλέντι ἀπ’ οὐρανοῦ, εἰς ἃ ἐπιθυμοῦσιν ἄγγελοι παρακύψαι] (Α’ Πέτρ. 1,12), αποκομίζοντας και αυτοί ανάβαση. Αλλά ακόμα και γιατί βρίσκονται μαζί μας και είναι φύλακες μας και συμφιλιωτές με τον Θεό.
Άλλη δε μερίδα προσφέρει για τιμή και μνήμη, του τιμίου Προδρόμου και όλων των αγίων προφητών και των δικαίων που προκατήγγειλαν την ενανθρώπηση του Κυρίου.
Άλλη δε για τιμή και μνήμη των αγίων και πανευφήμων αποστόλων ως υπηρετών του Χριστού, ως πρώτων ιερέων και διδασκάλων της πίστεως και όλων εκείνων που για την πίστη μας κοπίασαν, τους αγίους ιεράρχες, τους αγίους και καλλινίκους μάρτυρες και τους οσίους μαζί με όλους τους αγίους.
Τελευταία δε προσφέρει μερίδα εις τιμήν και μνήμην του αγίου της ημέρας ή του εορταζόμενου αγίου και του Χρυσοστόμου πατρός μας ή του Βασιλείου, όποιου από τους δύο είναι η λειτουργία, και πάλιν όλων μαζί των αγίων, επειδή όλοι εν Χριστώ είναι ενωμένοι.
Είναι δε ανάγκη μαζί με την ανάμνηση του Κυρίου να γίνεται ανάμνηση και των δούλων του.
Και πρώτα, όπως είπαμε, εκείνης που αλοχεύτως [= δίχως λοχεία, με τρόπο δηλ. μη φυσικό] τον γέννησε, μέσω της οποίας έχουν τελεσθεί τα μυστήρια της σωτηρίας μας.
Μετά των άγιων αγγέλων που υπηρέτησαν στο μυστήριο και μέσω αυτού ενώθηκαν μαζί μας και μας περιφρουρούν.
Έπειτα των προφητών και δικαίων που προκήρυξαν το μυστήριο, των οποίων εξαίρετος και τελευταίος υπήρξε ο Βαπτιστής.
Έπειτα δε των θεοπτών και κηρύκων αποστόλων, που φώτισαν όλο τον κόσμο, και μαζί μ’ αυτούς των διαδόχων τους ιεραρχών και των μαρτύρων και των οσίων, που είναι οι καρποί του κηρύγματος.
Και τέλος όλων μαζί, επειδή μ’ αυτή την ιερή θυσία ενώθηκαν με τον Χριστό όλοι ομού άγγελοι και άνθρωποι άγιοι και αγιάστηκαν δια του Χριστού και μας ενώνουν με αυτόν.
32. Και λέει ο ιερέας, «Με τις ικεσίες αυτών επίβλεψε σ’ εμάς, ω Θεέ, και δώρησε μας όλα τα αιτήματα που αφορούν στην σωτηρία μας και την αιώνια ζωή» [ὧν ταῖς ἱκεσίαις ἐπίσκεψαι ἡμᾶς, ὁ Θεός, καὶ δώρησαι ἡμῖν πάντα τὰ πρὸς σωτηρίαν αἰτήματα, καί ζωήν τήν αἰώνιον]. Καταλαβαίνεις λοιπόν ότι οι μερίδες είναι αντί των αγίων και για την μνήμη τους και προς τιμήν τους και μέσω αυτών προσφέρονται για την δική μας σωτηρία; Γιατί μετέχουν και αυτοί στο φρικτό τούτο μυστήριο, επειδή συναγωνίσθηκαν με τον Χριστό και απολαμβάνουν δόξα και μεγαλύτερη ανάβαση με την συμμετοχή στην σωτηριώδη θυσία και μας συμφιλιώνουν και μας ενώνουν με τον Χριστό, όσο μάλιστα περισσότερο τους ενθυμούμαστε.
Αλλά όμως οι μερίδες δεν μεταβάλλονται ή σε σώμα δεσποτικό ή στα σώματα των αγίων. Αλλά είναι μόνο δώρα και προσφορές και θυσίες με άρτο κατά μίμηση του Χριστού και στο όνομα των αγίων προσφέρονται στον Χριστό και με την ιερουργία των μυστηρίων και την ένωση και μετοχή σ’ αυτά αγιάζονται και παραπέμπουν τον αγιασμό στους αγίους για τους οποίους προσφέρονται και μέσω αυτών σ’ εμάς. Έτσι ακριβώς γίνεται και με τις προσευχές, όταν δηλαδή τους ενθυμούμαστε ή όταν κάτι προσφέρουμε στους ναούς ή στα λείψανα ή στις εικόνες τους.
33. Αυτοί μεν αμέσως αγιάζονται από τον Θεό, όταν δε δέχονται αυτά που τους προσφέρουμε, μας αγιάζουν δια μέσου αυτών. Αν λοιπόν σε άλλες περιπτώσεις είναι δεκτό από αυτούς το να προσφέρουμε κάτι για τιμή και μνήμη τους, πολύ περισσότερο θα το αποδεχθούν κατά την ιερότατη θυσία. Γιατί αν και αΰλως και νοερώς με τις ψυχές τους μετέχουν της κοινωνίας του Χριστού, αλλά και μέσω της ιερουργίας του, που παρέδωσε να γίνεται για χάρη του κόσμου, μετέχουν πολύ μεγάλης δόξας ως συγκοπιάσαντες και συνδοξαζόμενοι.
Αλλά και οι θειότατοι άγγελοι, επειδή και αυτοί ενώθηκαν μαζί μας και υπηρέτησαν στο μυστήριο, κοινωνούν στη χάρη.
Εξαιρετικά δε η Μητέρα του θεού Λόγου, που υπηρέτησε στη μεγάλη οικονομία, το εργαστήριο της ενώσεως του Θεού μαζί μ’ εμάς, που είναι η ρίζα και η γεννήτρια του μεγάλου τούτου θαύματος, που φάνηκε αιτία γεννήσεως στον δημιουργό, δέχεται περισσότερο από όλους και κατά πρώτο λόγο την δόξα και την έλλαμψη από εκείνον, που υπέρ λόγον παρθενικώς και αγίως σαρκώθηκε από αυτήν και ενώθηκε από άκρα αγαθότητα μαζί μας. Γι’ αυτό και παρίσταται εκ δεξιών του και συγχρόνως θέτουμε την μερίδα της, από τα δεξιά του ιερού άρτου, δηλώνοντας με αυτό τούτο, ότι αυτή είναι ανωτέρα όλων και πιο κοντά στον Θεό.
Από τα αριστερά δε τίθενται οι μερίδες των αγγέλων και όλων των αγίων, γιατί όλοι αυτοί έχουν δευτέρα τάξη, μάλλον δε δεν παραβάλλονται καθόλου προς την υπεροχή εκείνης.
Γιατί μέσω αυτής καταλάμπονται οι άγιοι, και από πρώτη αυτή μέσω των αγίων ημείς σωζόμεθα. Γιατί μέσω αυτής ενωθήκαμε με τον Θεό.
34. Αφού λοιπόν τελέσει αυτά ο ιερέας, ύστερα προσφέρει και άλλες μερίδες. Πρώτα-πρώτα υπέρ του αρχιερέα, γιατί αυτός είναι η πηγή της ιερωσύνης.
Μετά για κάθε ιερατικό τάγμα, που υπηρετεί στην τέλεση του μυστηρίου, γιατί λέει ο Παύλος ότι, πρέπει να ανταμείβεται πρώτος αυτός που κοπιάζει [τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν] (B’ Τιμ. 2,6).
Ύστερα υπέρ των πιστών βασιλέων, που προασπίζονται την πίστη, και για την σωτηρία αυτών και του φιλοχρίστου λαού.
Μετά από αυτούς, του καθηγουμένου, αν η λειτουργία γίνεται σε μοναστήρι, και της υπόλοιπης αδελφότητας.
Αν δε σε κάποιο ναό, υπέρ εκείνου που τον ανήγειρε ή εκείνου που επιτελεί την μνήμη και όσων συνάγονται εκεί.
Ακόμη και υπέρ εκείνου που πρόσφερε τα δώρα και για χάρη εκείνων που τα πρόσφερε.
Τελευταία δε υπέρ των εν Χριστώ κοιμηθέντων και υπέρ παντός ιερατικού και μοναχικού τάγματος.
Ακόμη και υπέρ όλων των τελειωθέντων ορθοδόξως πιστών, αλλά και για όσους ακόμα θέλει ο ιερέας ή έχει υποχρέωση να μνημονεύσει.
Τελευταία προσφέρει μερίδα κοινή για κάθε ψυχή ορθοδόξων χριστιανών και λέει σαν σε επίλογο, αναφέροντας τους λόγους στον Θεό, την ευχή που λέμε στην λιτανεία των αγρυπνιών «Πρόσδεξαι, Κύριε, αυτή τη θυσία για κάθε ψυχή χριστιανών που θλίβεται και ταλαιπωρείται, που έχει ανάγκη από το έλεος και βοήθεια σου» και τα υπόλοιπα ως το τέλος.
Τοποθετεί δε αυτές τις υπέρ των ζώντων και τεθνεώτων μερίδες από κάτω από τον ιερό άρτο, επειδή προσφέρθηκαν από εμάς τους ταπεινούς που έχουμε ανάγκη ιλασμό και μεσιτεία και περιμένουμε το μέγα έλεος του Θεού.
35. Πρέπει δε να ξέρουμε, ότι κατά την κοινωνία των φρικτότατων μυστηρίων, πρέπει να προσέχει ο ιερέας και να παίρνει όχι από τις μερίδες, αλλά από την δεσποτική σάρκα και να κοινωνεί τους προσερχόμενους. Γιατί έστω και αν με την ένωση με το πανάγιο αίμα όλα γίνονται ένα και γίνεται κοινωνία από το δεσποτικό αίμα, αν κανείς κοινωνήσει μέσω κάποιας μερίδος. Αλλά όμως επειδή είναι ανάγκη να κοινωνήσει κάθε πιστός από το σώμα και το αίμα, ο ιερέας πρέπει να κοινωνεί τον προσερχόμενο παίρνοντας με την λαβίδα μαζί με το αίμα και σώμα δεσποτικό. Και είναι μεν αληθές ότι όλες οι μερίδες μετέχουν του σώματος και του αίματος του Χριστού όταν εισαχθούν στο ποτήριο και μαζί με τις μερίδες ο μετέχων κοινωνεί και του σώματος και αίματος. Αλλ’ όπως νομίζω είναι καλύτερο να προσέχει ο ιερέας και να παίρνει με την λαβίδα και από το θείο σώμα.
36. Και τούτο γίνεται κατά αρχαιότατη παράδοση όπως παραλάβαμε από αγίους Πατέρες, για να τελούμε και τη θεία κοινωνία σύμφωνα με την παράδοση του Θεού και Σωτήρα μας. Γιατί μετέδωσε στους αποστόλους του και το σώμα του και το αίμα του. Γι’ αυτό και όλοι οι ιερωμένοι που είναι στο άγιο βήμα, μετά την πλήρωση του αγίου ποτηρίου, μεταλαμβάνουν και τον ζωοποιό άρτο του σώματος του Κυρίου, και δεν μεταλαμβάνουν μόνον από αυτό, αλλά ιδιαιτέρως μεν μετέχουν του άρτου, ιδιαιτέρως δε πάλιν του ποτηρίου, αν και είναι ενωμένο με τον άρτο. Και τούτο για να τηρείται η από την αρχή δοθείσα από τον Κύριο παράδοση της κοινωνίας.
Όπως και στους λαϊκούς υπήρχε πριν έθιμο έτσι να κοινωνούν και να παίρνουν στα χέρια τον άρτο, όπως και η έκτη οικουμενική σύνοδος αυτό λέει ακριβώς (Έκτης Οικουμ. Συνόδου, κανών ΡΑ’). Ύστερα δε φάνηκε καλό στους Πατέρες, για κάποια που συνέβαιναν, να κοινωνούν τους λαϊκούς με λαβίδα. Κατά συνέπεια ενώνονται οι μερίδες και ένα γίνονται με το ζωοποιό αίμα και το θείο σώμα, επειδή αυτό κόπτεται σε λεπτά κομμάτια. Και αυτός που κοινωνεί μαζί με τις μερίδες γίνεται κοινωνός και του Χριστού, εφ’ όσον αυτές είναι εξ ολοκλήρου ηνωμένες. Πρέπει όμως να τηρούμε την θεία παράδοση και με την λαβίδα να λαμβάνουμε το ίδιο το σώμα μαζί με το αίμα και να μεταδίδουμε στους κοινωνούντες.
Λέμε δε ότι δεν μεταβάλλονται οι μερίδες που έχουν προσφερθεί στη μνήμη των αγίων και των πιστών, συμπεραίνοντας αυτό από την αρχική παράδοση. Γιατί προσφέροντας ο ιερέας τον άρτο στην πρόθεση, αυτόν μόνον εξάγει σε ανάμνηση του Κυρίου, που είναι η μεγάλη αυτοθυσία, και εις ιλασμόν του τάδε ζώντος και τεθνεώτος. Επίσης και ότι πριν από τις μερίδες, μόλις προσφέρει τον άρτο, κάνει την ένωση του ποτηριού και κατόπιν προσφέρει τις μερίδες.
Αν δε έχει ανάγκη να προσφέρει περισσότερους άρτους για την τέλεση προηγιασμένης, όλους πρώτους τους προσφέρει, λέγοντας, «Εις ανάμνησιν του Κυρίου» και ύστερα ενώνει το ποτήριο και μετά από αυτό προσφέρει τις μερίδες. Ώστε μόνον οι άρτοι προσφέρονται σε ανάμνηση του Κυρίου.
37. Αλλά και η προσφορά από την οποία βγήκε ο άρτος σε ανάμνηση του Κυρίου, ονομάζεται πρώτον αντίδωρον και το βάζει ο ιερέας σε ιδιαίτερο δίσκο και το διανέμει στους πιστούς.
Δεύτερον δε αντίδωρον λέγεται ο άρτος από τον οποίο βγήκε η μερίδα της Θεοτόκου, για την τιμή πού της αρμόζει.
Οι λοιπές δε προσφορές, από τις οποίες βγήκαν οι μερίδες των αγίων, δεν λέγονται αντίδωρο.
Και κατά την ώρα του καθαγιασμού ο ιερέας, αν μεν είναι ένας άρτος λέει, «Και ποίησον τον μεν άρτον τούτον» και δεν λέει για το ότι υπάρχουν οι μερίδες «τους άρτους τούτους». Αν όμως είναι περισσότεροι άρτοι, προκειμένου να τελεσθούν προηγιασμένες, τότε λέει, «Και ποίησον τους μεν άρτους τούτους».
Και κατά την ύψωση υψώνει τον άρτο, ή τους άρτους, αν είναι περισσότεροι, και όχι τις μερίδες. Μελίζοντας δε τον άρτο, εμβάλλει το άνω τμήμα του άρτου στο ποτήριο, και όχι από τις μερίδες. Μελίζοντας δε και τα υπόλοιπα τρία τμήματα του θείου και ζωοποιού άρτου, από αυτά προσφέρει προς κοινωνία στους ιερείς και διακόνους και όχι από τις μερίδες.
Και για την τέλεση προηγιασμένης δεν φυλάττει μερίδες, ούτε κατά την αγία Πέμπτη δεν κρατεί για την παρακαταθήκη από τις μερίδες, αλλά τέλειο άρτο.
Και όταν χειροτονεί πρεσβύτερο ο αρχιερέας, δεν δίνει στο χέρι του μερίδα, αλλά τέλειο προσφερόμενο άρτο, λέγοντας, «Λάβε ταύτην την παρακαταθήκην».
Και στην προσκομιδή ο ιερέας μεν προσφέρει τους τελείους άρτους, μερίδες δε είδαμε να προσφέρουν και οι διάκονοι, αν και απαγορεύσαμε να γίνεται αυτό.
38. Από όλες αυτές τις εξ αρχής παραδόσεις μπορεί να συναχθεί, ότι μόνον ο άρτος ή οι άρτοι προσφέρονται σε ανάμνηση του Κυρίου. Και αυτοί γίνονται άγιο σώμα του, αυτό που έλαβε από την Παρθένο και όχι άλλο, και το ποτήριο είναι αυτό το αίμα του που πήγασε από την πλευρά του και όχι άλλο, όπως αυτός είπε ο απόστολος Παύλος [τὸ ποτήριον τῆς εὐλογίας ὃ εὐλογοῦμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐστι; τὸν ἄρτον ὃν κλῶμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἐστιν;] (Α’ Κορ. 10,16) και οι μαθητές και οι διάδοχοι αυτών και ιδιαιτέρως οι μέγιστοι από τους ιεράρχες ο Βασίλειος και ο Χρυσόστομος. Οι μερίδες δε είναι στη μνήμη εκείνων για τους οποίους προσφέρονται… ο άρτος που έχει προσφερθεί σε ανάμνηση του Χριστού και πολλοί άρτοι, όσοι σ’ όλο τον κόσμο ιερουργούνται από όλους τους λειτουργούς.
Γιατί δι’ όλων αυτών αυτός ο ίδιος ιερουργεί τον εαυτό του, ο μέγας αρχιερέας, που είναι συγχρόνως θύμα και θύτης. Και αυτό το κάνει μέσω ημών (των ιερέων) για να προφθάνει όλους, αφού είναι ο ίδιος πανταχού παρών.
Και τους αγίους υψώνει και τους λοιπούς δούλους του καθαρίζει και λαμπρύνει, αναλόγως καθέναν, και τους αγίους και τους πιστούς.
Και περισσότερο από όλους την αγία Μητέρα του Κυρίου, που είναι μόνη αγία περισσότερο από όλους τους αγίους, και υπερέχει ασυγκρίτως και αυτών των πρώτων αγγέλων.
Μετά δε τους αγγέλους και τους αγίους, ομοίως δε και τους πιστούς.
Καλώς δε πράττει η Εκκλησία και προσφέρει τις μερίδες, δείχνοντας έτσι το μεγάλο μυστήριο της θείας οικονομίας, και αυτή ως πέτρα λογική [καὶ πάντες τὸ αὐτὸ πόμα πνευματικὸν ἔπιον· ἔπινον γὰρ ἐκ πνευματικῆς ἀκολουθούσης πέτρας, ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστός] (Α’ Κορ. 10,4) αγιάζει και θεώνει τους πάντες. Αλλά όμως δεν τους κάνει φύσει θεούς, όπως και την ίδια την Παρθένο, αν και συνέλαβε στην γαστέρα της ενυποστάτως τον Λόγο και του δάνεισε σάρκα από τα αίματα της.
Είναι δε κεχαριτωμένη περισσότερο από όλους και εξαιρέτως αγία και κατά χάριν θεός και κυρίως Θεοτόκος, αλλά όχι όμως κατά φύσιν Θεός. Ένας δε μόνον είναι κατά φύσιν Θεός, ο Λόγος, που σαρκώθηκε από εκείνη και πήρε το μόνο ομόθεο και αχώριστο από αυτόν σώμα, το όποιο αυτός προσέλαβε και άρα είναι θεοϋπόστατο.
Επομένως οι άγιοι κοινωνούντες του Χριστού θεούνται κατά χάρη, δεν γίνονται όμως φύσει θεοί. Και οι μερίδες που προσφέρονται γι’ αυτούς, κοινωνούν μεν του σώματος και του αίματος και με την ανάμιξη ένα γίνονται μαζί με αυτά. Αν ξεχωρίσεις όμως κάθε μια χωριστά, δεν είναι αυτό το ίδιο το σώμα ή το αίμα, αλλά είναι ενωμένες με το σώμα και το αίμα. Γι’ αυτό αυτός που κοινωνεί από αυτές, επειδή είναι γεμάτες από το σώμα και το αίμα, κοινωνεί αυτό το ίδιο το σώμα και το αίμα (του Χριστού). Κοινωνεί όμως δια μέσου των μερίδων, όπως είναι φανερό, έστω και αν δεν είναι αυτά θέματα απολύτου δογματικής ακριβείας. Ακολουθώ όμως πάντοτε τους θεσμούς της Εκκλησίας, όπως ακριβώς κηρύττονται από αυτήν.
39. Ας δούμε τώρα, πως με τον θεοπρεπή αυτόν τύπο και την πράξη της ιερής προσκομιδής, βλέπουμε ολόκληρη την μία Εκκλησία του, που έχει στη μέση της αυτόν τον ίδιο τον Ιησού, το αληθινό φως και την αιώνια ζωή, και φωτίζεται από αυτόν και ενώνεται. Αυτός ο Χριστός είναι στη μέση με τον άρτο, η Μητέρα του δε εκ δεξιών με την μερίδα της και εξ αριστερών οι άγγελοι και οι άγιοι. Από κάτω δε όλο το ευσεβές σύνολο εκείνων που πίστευσαν στον Χριστό.
Αυτό δε ακριβώς είναι το μέγα μυστήριο, »ο Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους και Θεός ανάμεσα σε θεούς» [Θεός ἐν ἀνθρώποις, καί Θεός ἕν μέσῳ Θεῶν ἡμῶν], που θεώνονται από τον αληθινό κατά φύσιν Θεό, που σαρκώθηκε για χάρη τους. Αυτό δε είναι η μέλλουσα βασιλεία και το πολίτευμα της αιωνίου ζωής: »Θεός μαζί μας βλεπόμενος και μεταλαμβανόμενος [ὁ Θεός μεθ’ ἡμῶν, ὁρώμενος τε, καί μεταλαμβανόμενος].
Και καθόλου δεν υπάρχει χώρος για απίστους, αλλά ούτε και για αλλόδοξους. Γιατί ποια επικοινωνία μπορεί να έχει το φως με το σκοτάδι; [Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;] (Β’ Κορ. 6,14). Γιατί και θα βγάλουν, λέει το Ευαγγέλιο, οι άγγελοι τους πονηρούς από μέσα από τους δικαίους [ἀποστελεῖ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ, καὶ συλλέξουσιν ἐκ τῆς βασιλείας αὐτοῦ πάντα τὰ σκάνδαλα καὶ τοὺς ποιοῦντας τὴν ἀνομίαν] (Ματθ. 13,24-30. 38-43).
Γι’ αυτό δεν πρέπει ο ιερέας να προσφέρει καθόλου για κάποιον ετερόδοξο ή να τελεί την μνήμη του. Αλλ’ ακόμη δεν πρέπει να προσφέρει υπέρ των φανερώς αμαρτανόντων που μένουν αμετανόητοι. Και τούτο γιατί η προσφορά υπέρ αυτών αποβαίνει σε κατάκριμα τους, όπως ακριβώς συμβαίνει και με εκείνους που κοινωνούν των φρικτών μυστηρίων αμετανόητοι, όπως ακριβώς λέει ο απόστολος Παύλος [ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου] (Α’ Κορ. 11,29).
Κεφάλαιο ΙΖ΄
Γιατί προσφέρεται θυμίαμα κατά την Προσκομιδή
40. Αφού λοιπόν έτσι τελέσει ο ιερέας την προσκομιδή, προσφέρει στο Θεό θυμίαμα ως ευχαριστία για το έργο και ως σημείο επελεύσεως του αγίου Πνεύματος. Γιατί αυτού τον τύπο έχει το θυμίαμα, όπως μαρτυρεί η ευχή, που λέει, «Θυμίαμα σου προσφέρουμε, Χριστέ ο Θεός, ως ευώδη οσμή, το οποίο αφού δεχθείς στο ουράνιο σου θυσιαστήριο, αντικατάπεμψε σε μάς την χάρη του παναγίου σου Πνεύματος [Θυμίαμα σοι προσφέρομεν, Χριστέ ο Θεός ημών, εις όσμήν ευωδιάς πνευματικής, ο προσδεξάμενος εις το ύπερουράνιόν σου θυσιαστήριον, άντικατάπεμψον ήμιν την χάριν του παναγίου σου Πνεύματος]». Έτσι ο ιερέας δείχνει ότι τιμά τον Θεό με την προσφορά και την ευωδία του θυμιάματος και ότι με το Πνεύμα το άγιο ενεργεί και ότι από το μυστήριο τούτο (την θεία λειτουργία) εκχύνεται η χάρη του αγίου Πνεύματος στον κόσμο [τήν τε ἐπαγγελίαν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος λαβὼν παρὰ τοῦ πατρός, ἐξέχεε τοῦτο ὃ νῦν ὑμεῖς βλέπετε καὶ ἀκούετε] (Πρβλ. Πράξ. 2, 17-18. 33).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου