Ερμηνεία εις τους ΡΝ’ (150) Ψαλμούς του προφητάνακτος Δαβίδ. Ψαλμός Δ’ (4).
Ερμηνευτική απόδοση των Ψαλμών από τον Βυζαντινό λόγιο μοναχό Ευθύμιο Ζυγαβηνό (τέλη 11ου – αρχές 12ου αιώνος), την διόρθωση της οποίας συμπλήρωσε και υπομνημάτισε ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (τέλη 18ου – αρχές 19ου αιώνος).
Απόδοση στη νέα Ελληνική: Ιερομόναχος Βενέδικτος
Έκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου,
Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος
Ερμηνεία εις τους ΡΝ’ (150) Ψαλμούς του προφητάνακτος Δαβίδ.
Ψαλμός Δ΄ (4ος)
1. Εἰς τὸ τέλος, ἐν ὕμνοις Ψαλμὸς τῷ Δαβίδ.
Είς το τέλος επιγράφεται ο παρών Ψαλμός, επειδή προφητεύει για την εκ νεκρών ανάσταση, όπως θα αποδείξουμε στην συνέχεια, η οποία ανάσταση είναι έργο του μέλλοντος αιώνος, ο οποίος είναι τέλος του παρόντος αιώνος.
Έν ύμνοις επιγράφεται, επειδή υμνεί ο Δαβίδ με αυτόν τα θαυμάσια του Θεού, ο οποίος τον έκανε ανώτερο από την τυραννική αποστασία του υιού του Αβεσσαλώμ, ύστερα από την οποία έψαλε τον παρόντα Ψαλμό, σύμφωνα με τον Θεοδώρητο. Αρμόζει όμως αυτός και σε κάθε Χριστιανό, που θα ελευθερωθεί από κινδύνους [1].
[1] Ο Νύσσης Γρηγόριος λέει: «Επειδή σκοπός κάθε αγώνα είναι η νίκη, προς την οποία αποβλέποντας αθλούνται, όσοι λαμβάνουν μέρος στους αγώνες, νομίζω ότι με το τέλος (δηλαδή τον σκοπό) ο λόγος εν συντομία διεγείρει με προθυμία να αθλούνται στο στάδιο του βίου διά μέσου των αρετών, ώστε αποβλέποντας στον σκοπό (στο τέλος) που είναι η νίκη, με την ελπίδα των στεφάνων να ανακουφίζονται από τον κόπο που υπάρχει στους αγώνες, πράγμα το οποίο βλέπουμε ότι και τώρα γίνεται στους αγώνες. Γι’ αυτό ο καλός των ψυχών παιδοτρίβης (δηλαδή ο Δαβίδ) σου δείχνει εκ των προτέρων το τέλος των ιδρώτων και τον στολισμό, που προέρχεται από τα στέφανα και την ανάρρηση στη νίκη. Ώστε αποβλέποντας προς εκείνον τον σκοπό να στηρίζεις τον εαυτό σου στον νικοποιό και να προετοιμάζεις για τον εαυτό σου το επινίκιο κήρυγμα. Σημειώνουμε ακόμη ότι ο Ψαλμός αυτός από τον Γρηγόριο Νύσσης επιγράφεται Ψαλμός ωδής και βλέπε γι’ αυτό στο Προοίμιο στο ένατο Κεφάλαιο. Ο δε Ακύλας και ο Θεοδοτίων αντί του «εις το τέλος» αναφέρουν το «τω νικοποιώ». Ό δε Σύμμαχος «Επινίκιος», επειδή, σύμφωνα με τον Θεοδώρητο, ο Ψαλμός αυτός ως ύμνος επινίκιος στον νικοποιό Θεό προσφέρεται μετά την νίκη, που έγινε κατά του Αβεσσαλώμ.
2. Ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθαί με εἰσήκουσάς μου, ὁ Θεὸς τῆς δικαιοσύνης μου.
Βλέπε, αγαπητέ αναγνώστη, την ταχύτητα του εύσπλαχνου Θεού. Διότι τον καιρό που ακόμη τον παρακαλούσε ο Δαβίδ, ο Θεός πρόφθασε και τον άκουσε, όπως λέει και με τον Ησαΐα: «Τότε βοήση, και ο Θεός εισακούσεταί σου. Έτι λαλούντός σου έρεί, ιδού πάρειμι» (Ησ. 58,9): επειδή δεν πείθουν τον Θεό στο να υπακούσει τα πολλά λόγια της προσευχής, αλλά τον πείθει η καθαρή και θερμή διάθεσης της ψυχής του προσευχόμενου.
Το δε της δικαιοσύνης μου είναι περίφραση, δηλαδή ο Θεός εμένα του δίκαιου [2]. Επειδή όσον αφορά
την αδικία που μου έκανε ο υιός μου Αβεσσαλώμ εγώ είμαι δίκαιος, διότι
δεν τον αδίκησα σε τίποτε. Σε πολλά μέρη των Ψαλμών ονομάζει ο Δαβίδ τον
εαυτό του δίκαιο και όσιο και άλλα παρόμοια ονόματα, όχι επειδή
υπερηφανεύεται, αλλά επειδή συγκρίνει τον εαυτό του με τις πονηριές
εκείνων που τον πολεμούσαν [3].
[2] Ο δε Χρυσόστομος ερμηνεύοντας λέει, ότι γι’ αυτό λέει ο Δαβίδ ότι ο Θεός εισάκουσε την δικαιοσύνη του, όχι υπερηφανευόμενος, αλλά για να μας διδάξει ότι, όποιος θέλει να εισακουσθεί από τον Θεό, πρέπει να έχει μαζί του την δικαιοσύνη: «Ώστε όποιος θέλει να κερδίσει κάτι από τον Θεό, ας έρθει έχοντας μαζί του την δικαιοσύνη». Και ότι από ταπεινοφροσύνη κινούμενος ο Δαβίδ αφιερώνει την δικαιοσύνη του στον Θεό, από τον οποίο κάθε αρετή κατορθώνεται, και όχι στον εαυτό του: «Την δικαιοσύνη του στον Θεό την αναθέτει, από τον όποιο γίνεται οτιδήποτε είναι κατορθωτό στους ανθρώπους». Ό δε Θεοδώρητος το «της δικαιοσύνης μου» το ερμήνευσε της δικαίας μου αιτήσεως.
[3] Ο Κύριλλος λέει ότι όχι μόνο δίκαιο ονομάζει ο Δαβίδ τον εαυτό του, αλλά και ένοχο σε αμαρτίες: «Επειδή και στους δίκαιους συμβαίνουν και ολισθήματα», σύμφωνα με το «Επτάκις πεσείται ο δίκαιος και αναστήσεται» (Παρ. 24,16).
Ἐν θλίψει ἐπλάτυνας με.
Αυτόν τον λόγο λέει ο Δαβίδ, για να δείξει ότι η μεν χαρά ανακουφίζει την καρδιά, ενώ η θλίψη την στενοχωρεί. Εμένα όμως, λέει, στον καιρό της θλίψεως και της λύπης με ανακούφισες, Κύριε και τόσο πολύ μεγαλόψυχο με έκανες, ώστε και να παραγγέλλω στους στρατιώτες μου να μη θανατώσουν τον πατροκτόνο υιό μου: «Φείσασθέ μου του παιδαρίου, του Αβεσσαλώμ» (Β’ Βασιλ. 18,5) [4].
[4]Ο Κύριλλος ερμηνεύει ότι ο Δαβίδ εδώ φανερώνει σε τι τον εισάκουσε ο Θεός, δηλαδή γιατί του έδωσε άνεση και ανακούφιση στις θλίψεις: «Δεν είπε (λέει ο Χρυσόστομος) ότι παρέβλεψες τις θλίψεις, αλλά τις άφησες να παραμένουν και με ανακούφισες, διότι το πολυμήχανο της μεγαλουργίας του Θεού από εδώ κυρίως φαίνεται, δηλαδή όχι μόνο από το να απομακρύνει τις θλίψεις, αλλά, και όταν παραμένουν, να χαρίζει μεγάλη άνεση.
Οἰκτίρησον με καὶ εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου.
Και μολονότι παραπάνω εισακούσθηκε και έλεήθηκε ο Δαβίδ από τον Θεό, όμως και εδώ παρακαλεί να ελεηθείο πάλι και να εισακουσθεί. Ίσως, επειδή και πάλι επρόκειτο να πέσει σε πειρασμούς, και γι’ αυτό παρακαλεί να μη παραβλεφθεί από τον Θεό ή προσευχή του και δέηση, αλλά πάλι να εισακουσθεί και στο μέλλον, σύμφωνα με τον Χρυσόστομο. [5]
[5] Εδώ χρόνος αντί χρόνου λαμβάνεται, σύμφωνα με τον Κύριλλο, δηλαδή αντί του ώκτίρησας και εισήκουσας, λέγεται οικτίρησον και εισάκουσον. Ή πιθανόν που συνέχεια παρακαλεί να εισακούεται και δεν χορταίνει την προσευχή, σύμφωνα με τον Θεοδώρητο. Ό δε Ψελλός λέει: «Και όμως επικαλέσθηκε τον Κύριο και εισακούσθηκε. Τι λοιπόν πάλι ζητείς ότι το ένα το έδωσε ο Κύριος, ενώ το άλλο το ανέβαλε» έδωσε την μεγαλοψυχία και το να αγάλλεται με την ελπίδα, ακόμη όμως το τελειώτατο τρόπαιο το ανέβαλε» (Στην εκδεδ. Σειρά).
3. Υἱοὶ ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι;
Ο λόγος αυτός λέγεται από τον Δαβίδ προς τους φίλους και γνωστούς του, οι οποίοι δοκίμαζαν να τον βοηθήσουν, όταν είχε την συμφορά. Λέει λοιπόν προς αυτούς: «έως πότε, ω φίλοι μου, δεν υψώνετε την καρδιά σας προς τον Θεό, όταν έχετε θλίψεις, αλλά την επιβαρύνετε κατεβάζοντας την κάτω στα γήινα με ανθρώπινους λογισμούς και με βιοτικές φροντίδες»; Το δε υιοί ανθρώπων είναι περίφραση αντί του »ω άνθρωποι΄΄, διότι είναι συνηθισμένη ή περίφραση αυτή στην εβραϊκή διάλεκτο [6].
[6] Ο Χρυσόστομος λέει ότι ο Δαβίδ υιούς ανθρώπων ονομάζει αυτούς που ζουν με πονηριά και όσους είναι προς την ασέβεια επιρρεπείς, διότι όσοι δεν είναι τέτοιοι, ως προς την φύση μεν είναι ανθρώπων υιοί, ως προς την χάρη όμως, όχι, αλλά είναι υιοί Θεού. Τι σημαίνει όμως βαρυκάρδιοι; παχυκάρδιοι, σαρκικοί, στην γη προσηλωμένοι, την κακία επιδιώκοντες, σαπίζοντας στις ηδυπάθειες. Διότι η μεν καρδιά εκ φύσεως έχει γίνει ελαφριά και ανωφερής, ενώ εμείς αντίθετα προς την φύση, την κάνουμε βαριά, γι’ αυτό και ο Προφήτης μάς κατηγορεί, εάν όμως ήταν φυσικό, δεν θα μας κατηγορούσε». Ο δε Γεννάδιος λέει: «Πρέπει να γνωρίζουμε και το εξής: ότι η ονομασία άνθρωπος, όταν αναφέρεται στους αγίους, χρησιμοποιείται ως κατηγορία, όπως το: Εγώ είπα, θεοί εστέ και υιοί Υψίστου πάντες, υμείς δε ως άνθρωποι αποθνήσκετε» όταν όμως οι αμαρτωλοί λέγονται κτήνη και θηρία, τότε τοποθετείται για έπαινο όπως το “Ανθρώπους και κτήνη σώσεις, Κύριε» (Στην εκδεδ. Σειρά).
Ἰνατὶ ἀγαπᾶτε ματαιότητα καὶ ζητεῖτε ψεῦδος;
Ανωφελείς, λέει, είναι, φίλοι μου, τα σχέδια και οι λογισμοί των ανθρώπων. Διότι αυτοί κολακεύουν με τις ελπίδες, αποτυχαίνουν όμως και μάταιοι αποδεικνύονται. Ή λέει αυτό ο Δαβίδ και για εκείνους τους ανθρώπους που είναι προσκολλημένοι στα παρόντα του κόσμου πράγματα, τα οποία φαίνονται μεν πώς υπάρχουν, στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχουν, λόγω της συχνής μεταβολής και αλλοίωσης που δέχονται [7]. Παράδειγμα αυτού είναι και αυτός ο ίδιος Δαβίδ, ο οποίος βασιλιάς όντας κατεδιώκετο στην έρημο, σαν ένας ιδιώτης και τιποτένιος από τον υιό του Αβεσσαλώμ.
[7] Γι’ αυτό ο Χρυσορρήμων είπε: «Ματαιότητα και ψεύδος» νομίζω ότι λέει,
την ζωή που βρίσκεται στην κακία. Διότι μάταιο εκείνο λέγεται, το κενό,
όταν ως όνομα μεν υπάρχει, όμως δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Υπάρχει
μεν όνομα πλούτου και δόξας και δυναστείας, πράγμα όμως πουθενά, αλλά
παραμένει απλά το όνομα… Γι’ αυτό υποφέρει ο Προφήτης βλέποντας τόσο
μεγάλο παραλογισμό στην ζωή, και όπως ακριβώς, εάν κάποιος δει έναν να
αποφεύγει το φως και να επιδιώκει το σκοτάδι, λέει γιατί κάνεις αυτό το παράλογο, άνθρωπε; Έτσι και αυτός λέει: «Ίνα τι αγαπάτε ματαιότητα και ζητείτε ψεύδος»;. Είπε ακόμη και ο Νύσσης: «Γιατί δώσατε την διάθεσή σας σ’ αυτά, τα οποία δεν
έχουν υπόσταση; Ένα μόνο είναι αγαπητό στην φύση, το όντως Όν. Για το οποίο είπε ο Δεκάλογος: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου» και πάλι ένα είναι όντως μισητό, ο πολέμιος της ζωής μας, για τον οποίο ο νόμος λέει «Μισήσεις τον εχθρόν σου» (δηλαδή τον Διάβολο).
4. Καὶ γνῶτε ὅτι ἐθαυμάστωσε Κύριος τὸν ὅσιον αὐτοῦ.
Περιττός είναι εδώ ο και σύνδεσμος, επειδή η εβραϊκή γλώσσα έχει και τούτο το ιδίωμα, να χρησιμοποιεί συνδέσμους περιττούς, όπως το παρατηρήσαμε. Μάθετε λοιπόν, λέει, ω άνθρωποι, ότι ο Θεός έκανε περιβόητο εμένα, τον όσιο του, δηλαδή τον καθοσιωμένο και αφιερωμένο ολοκληρωτικά σε αυτόν, και μόνο σ’ αυτόν έχοντα τις ελπίδες μου. Και όντως, πως δεν έγινε από τον Θεό θαυμαστός και περιβόητος ο Δαβίδ, ο οποίος μολονότι πολεμήθηκε από τον Αβεσσαλώμ κατατρόπωσε αυτόν που τον πολέμησε, και καταδιωγμένος όντας νίκησε αυτόν που τον καταδίωκε, και λίγους ανθρώπους έχοντας κατέβαλε εκείνον που είχε μυριάδες ανθρώπους;
Κύριος εἰσακούσεταί μου ἐν τῷ κεκραγέναι με πρὸς αὐτόν.
Εγώ, λέει, επειδή απόλαυσα τόσο γρήγορα την βοήθεια του Θεού και λυτρώθηκα ανέλπιστα από τόσο μεγάλο κίνδυνο της αποστασίας του υιού μου, από αυτό γνώρισα ότι με ελεεί και με εισακούει ο Θεός και ελπίζω ότι και πάλι θα με εισακούσει, όταν φωνάζω προς αυτόν στις περιστάσεις και συμφορές μου. [8]
[8] Λέει ο θείος Κύριλλος: «Δεν είπε απλά ότι
έθαυμάστωσεν, αλλά τον όσιον. Εκπαιδεύοντας και εμάς να μην ελπίζουμε
μόνο στην καλοσύνη του Θεού, αλλά να έχουμε την ελπίδα της σωτηρίας μας
και στην αρετή των έργων μας. Διότι η
απόλαυση των επίγειων νομίζω, ότι δεν διαφέρει καθόλου από τα ευχάριστα
των ονείρων, τα οποία μόλις φανούν καταλήγουν στο μηδέν έχοντας
περιπαίξει τον νου του ανθρώπου εκείνου, που ροχαλίζει.
Ενώ τα υπέροχα της δικαιοσύνης καυχήματα και τα βραβεία που προέρχονται
από τον Θεό, έχουν την συμμετοχή για μεγάλο χρονικό διάστημα και είναι
αμετακίνητα και ένδοξο το αξίωμα. Διότι δέχεται ο Θεός τις φωνές των οσίων και εκπληρώνει τα
αιτήματα τους. Τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ισάξιο με αυτό;».
5. Ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε.
Με τα λόγια αυτά ο Δαβίδ δεν εμποδίζει τους ανθρώπους εντελώς από το να οργίζονται και να θυμώνουν, κατά τον θείο Χρυσόστομο, αλλά τους παρακινεί να μην αμαρτάνουν, όταν θυμώνουν ή γιατί παρασύρονται από την οξύτητα του θυμού και θυμώνουν έξω από το πρέπον και μέτριο ή επειδή εκδικούνται τον άλλον άκαιρα και αναίτια. Επειδή ο θυμός φυτεύτηκε, ναι, στους ανθρώπους, αλλά για να τον χρησιμοποιούν κατά της κακίας και όχι κατά του αδελφού τους. Διότι εκείνος που θυμώνει για να εκδικήσει τον εαυτό του, αυτός οργίζεται και αμαρτάνει εκείνος όμως που οργίζεται για να διορθώσει τον αδελφό του, αυτός οργίζεται και δεν αμαρτάνει, επειδή οργίζεται για την διόρθωση του άλλου, όπως και ο πατέρας οργίζεται μόνο για την διόρθωση του υιού του. [9]
[9] Λέει και ο θείος Κύριλλος ότι «ο Δαβίδ τώρα λέει ότι και αν ακόμη οργιστείτε χωρίς την θέλησή σας, το οποίο δεν είναι αμάρτημα τέλειο, μη προσθέστε και την πράξη (δηλαδή την εκδίκηση), για να μην είναι τέλειο το αμάρτημα». Είπε και ο Μέγας Βασίλειος ότι ο θυμός, όταν κινείται δίκαια, (δηλαδή κατά της αμαρτίας) προξενεί την ανδρεία και την υπομονή και την εγκράτεια: όταν όμως κινείται χωρίς λόγο, μετατρέπεται σε παραφροσύνη. γι’ αυτό και ο Δαβίδ μας νουθετεί λέγοντας: “Οργίζεσθε και μη αμαρτάνειν (στον Νικήτα).
Ἃ λέγετε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, ἐπὶ ταῖς κοίταις ὑμῶν κατανύγητε.
Όταν, λέει, εσείς, αδελφοί, πηγαίνετε το βράδυ στην κλίνη για να κοιμηθείτε, τότε, επειδή έχετε καιρό, ανακρίνετε με κάθε άνεση τον εαυτό σας και εξετάζετε τους λογισμούς που συλλογιστήκατε όλη την ημέρα. Και για τους κακούς λογισμούς που σκεφθήκατε, να μετανοείτε [10], διότι έτσι και εγώ κάνω, και ευοδώνονται, δηλαδή πηγαίνουν καλά τα πράγματα της ζωής μου. Γι’ αυτό, επειδή έμαθα με την δοκιμή πόση ωφέλεια έχει η εξέταση αυτή των λογισμών και της συνειδήσεως, γι’ αυτό σας συμβουλεύω να κάνετε και εσείς αυτή την εξέταση, για να ωφελείστε [11].
Εάν όμως πρέπει να κρίνουμε και να καταδικάζουμε τους κακούς λογισμούς και γι’ αυτούς να μετανοούμε, πολύ περισσότερο πρέπει να καταδικάζουμε τις πονηρές πράξεις που κάνουμε και γι’ αυτές να μετανοούμε,όπως λέει ο Χρυσορρήμων.
Βλέπε, λοιπόν, αναγνώστη, πώς ο Δαβίδ χρησιμοποίησε ιατρικά προφυλακτικά και διορθωτικά της αμαρτίας· διότι το μεν «οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε» είναι προφυλακτικό, πριν να αμαρτήσει κάποιος, ενώ το «α λέγετε εν ταις καρδίαις υμών, επί ταϊς κοίταις υμών κατανύγητε», αυτό είναι διορθωτικό για αργότερα, δηλαδή αφού αμαρτήσει κάποιος.
[10] Ο Χρυσόστομος το «κατανύγητε» το εξήγησε ως εξής: «Τιμωρείστε» διότι αυτό σημαίνει το κατανύγητε, νύξατε, κεντήσατε. Επειδή όμως ο μέγας Παύλος αυτό το Δαβιτικό ρητό, αφού το πήρε, το χρησιμοποίησε στην προς Εφεσίους είπε: «Oργίζεσθε και μη αμαρτάνετε», στην συνέχεια λέει: «Μή επιδυέτω ο ήλιος επί τω παροργισμώ υμών», σκέφτομαι (λέει ο σοφός Νικήτας) ότι ο Παύλος μήπως εννόησε το «επί ταϊς κοίταις υμών κατανύγητε» αντί του μετανοήστε, διότι οργιστήκατε και μαζί με την ημέρα τελειώστε και την οργή και μην φυλάξετε την ενθύμηση της οργής έως την δύση του ηλίου και μέχρι την κλίνη σας. Αλλά πηγαίνετε και συμφιλιωθείτε με τον αδελφό εκείνο, προς τον οποίο οργιστήκατε, για να μην σας βρει ή νύχτα και σας κάνει να συλλογίζεστε πώς να εκδικηθείτε.
[11] Γι’ αυτό είπε ο Χρυσορρήμων: «Για τα χρήματα συνηθίσαμε να λογοδοτούμε κατά την ημέρα, ενώ για τις πράξεις μετά το δείπνο και την εσπέρα την ίδια, βρισκόμενοι επάνω στην κλίνη, χωρίς να μας ενοχλεί κανένας, ούτε να προκαλεί κάποιον θόρυβο. Ας ζητούμε λογαριασμό από εμάς τους ίδιους για όλα όσα έγιναν και λέχθηκαν κατά την διάρκεια της ημέρας και αν δούμε ότι κάπου σφάλαμε, ας τιμωρήσουμε την συνείδηση, άς την επιτιμήσουμε με την διάνοια, ας κατανυγούμε στον λογισμό, τόσο δυνατά, ώστε να μη τολμήσουμε, αφού σηκωθούμε από την πτώση, να πέσουμε πάλι στο ίδιο βάραθρο της αμαρτίας, ενθυμούμενοι την πληγή, που βρήκαμε κατά την εσπέρα το ότι αυτός ο καιρός είναι ο πιο κατάλληλος για την αυτοεξέταση, άκουσε τον Προφήτη που λέει: «Ά λέγετε εν ταίς καρδίαις υμών, επί ταϊς κοίταις υμών κατανύγητε» (Λόγ. Ότι επικίνδυνον τοις ακούουσι).
6. Θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης καὶ ἐλπίσατε ἐπὶ Κύριον.
Μην αδικείτε, λέει, κανένα, αγαπητοί, αλλά προσφέρετε στον Θεό την δικαιοσύνη, σαν ένα καρπό και μία θυσία πνευματική, και να ελπίζετε ότι βεβαίως θα λάβετε από τον Θεό την βοήθεια, ο οποίος βοηθεί ιδιαίτερα εκείνους, που πειράζονται και πολεμιούνται. Με τα λόγια αυτά προφητεύει ο Δαβίδ την ζωή και πολιτεία της Εκκλησίας των Χριστιανών, σύμφωνα με τον θείο Κύριλλο και τον Θεοδώρητο, η οποία Εκκλησία επρόκειτο να προσφέρει πνευματική θυσία στον Θεό τις αρετές, αντί για θυσίες ζώων, επειδή δικαιοσύνη εδώ εννοούμε όχι ξεχωριστά μόνο την δικαιοσύνη, αλλά την καθολική και γενική αρετή, κατά τον Χρυσόστομο.
7. Πολλοὶ λέγουσι τὶς δείξει ἠμὶν τὰ ἀγαθά;
Αφού ο Δαβίδ συμβούλευσε τους Χριστιανούς με το δικό του παράδειγμα, τώρα βάζει εδώ μία αντιλογία των ολιγόπιστων και μικρόψυχων ανθρώπων [12] και λέει ότι μερικοί άνθρωποι, όταν πέσουν σε πειρασμούς και θλίψεις, ανησυχώντας απελπίζονται και δεν πιστεύουν, ότι ο Κύριος είναι κοντά σε εκείνους που τον επικαλούνται, αλλά γογγύζουν και λένε. Ποιός θα μας βοηθήσει; Δηλαδή κανένας. Αυτός ο λόγος όμως είναι σημείο μεγάλης απελπισίας.
Ή το λέει ο Δαβίδ αυτό για τους φιλόσαρκους ανθρώπους, οι οποίοι, επειδή νομίζουν ότι η τρυφή και ή άνεση και οι ηδονές του σώματος, αυτά μόνο είναι αγαθά, γι’ αυτό και αυτά μόνο επιδιώκουν να απολαύσουν, επειδή μισούν πολύ τις κακοπάθειες του σώματος, που τους συμβαίνουν από οικονομία και παραχώρηση Θεού.
Το δε «τις δείξει», είναι λόγος μίας ψυχής που πολύ επιθυμεί.
[12] Άλλος πάλι λέει, δηλαδή ο Νικήτας: «Υπονοεί ο Δαβίδ και εκείνους που έφευγαν μαζί του· διότι αυτοί, όπως είναι φυσικό μη έχοντας τροφή έλεγαν: “τις δώσει ημίν τα αγαθα;» έτσι ονομάζοντας τα βρώματα. Επειδή όμως διά μέσου του Σιβά τους χορήγησε ο Θεός άφθονη την τροφή, λέει ο Δαβίδ: “Εσημειώθη εφ’ ημάς το φώς του προσώπου σου, Κύριε», δηλαδή έγινε φανερή και ένδοξη σε μας ή πρόνοια και αντίληψη σου. Διότι αυτήν φως ονομάζει.
Διότι όσοι ήταν μαζί μου έχοντας άφθονα τα όσα συντηρούν την ζωή,
δηλαδή, το σιτάρι, το κρασί, το λάδι, τα οποία έλαβαν άλλα διά μέσου του
Σιβά και άλλα διά μέσου του Βερζελί και στην καρδιά ευφράνθηκαν αυτά
λοιπόν λέχθηκαν για την ιστορία». Ό δε θείος Κύριλλος λέει: «Θαύμασα αυτούς που τολμούν και λένε: «Τις δείξει ημίν τα αγαθά», μολονότι
από τα παρόντα μπορούν να διαβεβαιωθούν για τα μέλλοντα διότι είχαμε ενέχυρα της μέλλουσας ημερότητας, ότι θα είναι πλούσια ή φειδώ και η πρόνοια του Δημιουργού σ’ αυτόν τον κόσμο. Διότι πλούσια χαρίζει τα απαραίτητα για την ζωή και στέλνει βέβαια βροχές, τις δε αφθονίες των καρπών των αγρών αποδίδει κατά καιρούς. Αυτός
λοιπόν που με αφθονία χορήγησε τα όσα είναι απαραίτητα για την
συντήρηση μας, πώς θα διαψευσθεί λέγοντας ότι θα μας χαρίσει τα μετά τον
παρόντα βίο». Ο δε Θεοδώρητος λέει ότι υπερβατό
σχήμα είναι εδώ, που εξομαλύνεται ως εξής: «Πολλοί λέγουσι τις δείξει
ημίν τα αγαθά, από καρπού σίτου, οίνου και ελαίου αυτών έπληθύνθησαν» εντρυφώντας στα αγαθά του Θεού, τολμούν και λένε, σαν να μην έχουν απολαύσει τίποτε: “Τις δείξει ημίν τα αγαθά»;
Ἐσημειώθη ἐφ’ ἠμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, Κύριε.
Οι παραπάνω, λέει, μικρόψυχοι και φιλόσαρκοι άνθρωποι έτσι λένε. Εγώ όμως δεν λέω τέτοια λόγια, επειδή γνωρίζω ότι τυπώθηκε βαθειά στην ψυχή μου ή αντίληψη της επισκέψεως και χάριτος σου, Κύριε. Αυτήν λοιπόν την αντίληψη εδώ πρέπει να την εννοήσουμε ως φως, επειδή διαλύει το σκότος της λύπης και με κάποιον τρόπο αυτή η αντίληψη χαράχθηκε μέσα στην καρδιά μου τόσο πολύ, ώστε έκανε να με γνωρίσουν και οι άλλοι που βρίσκονται μακριά, ότι, αξιώθηκα τέτοιας αντιλήψεως και βοήθειας του Θεού [13].
Μερικοί όμως ισχυρίζονται ότι ο λόγος αυτός είναι προφητεία για τους Χριστιανούς, στους οποίους εσημειώθηκε, δηλαδή τοποθετήθηκε ως γνώρισμα και σημάδι ο Χριστός, διότι αυτοί ονομάσθηκαν Χριστιανοί από το όνομα του Χριστού, ο οποίος είναι Φως του προσώπου του Θεού, δηλαδή του Πατρός, κατά τον θείο Κύριλλο.
Συναρίθμησε όμως με αυτούς ο Προφήτης και τον εαυτό του, για την συγγένεια και οικειότητα των πνευματικών αρετών που είχε με τους Χριστιανούς.
[13] Ο Χρυσόστομος λέει: «Δεν είπε εφάνη ή έλαμψε, αλλά έσημειώθη, δηλώνοντας ότι όπως ακριβώς το φως που είναι χαραγμένο και εντυπωμένο στο μέτωπο και στο πρόσωπο, είναι σε όλους ολοφάνερο και κανένας δεν μπορεί να το παρέλθει χωρίς να το δει, ούτε το φως που είναι δυνατό και που στέλνει τις ακτίνες του μπορεί κανείς να το αγνοήσει, έτσι δεν μπορεί να αγνοήσει ούτε την πρόνοια την δική σου και την αντίληψη». Είπε και ο Θεολόγος Γρηγόριος: «Μερικές φορές ο Δαβίδ ζητεί να του αποσταλεί το φως, δηλαδή να του γίνουν γνωστά και να του γνωρισθούν τα σημεία της ελλάμψεως, που του δόθηκε». Και ο Νύσσης: «Οι περισσότεροι ορίζουν το αγαθό σε αυτά που φαίνονται λέγοντας εκείνο μόνο είναι αγαθό, όποιο το δεχτεί κανείς με την αίσθηση διότι λέει, πολλοί λένε: “τις δείξει ημίν τα αγαθά;” ενώ όποιος αποβλέπει προς την αρετή περιφρονεί αυτήν την δουλική κρίση για το καλό και βλέπει το καλό στο φως και έτσι κάνει γνωστή την θεϊκή και υψηλή ευφροσύνη.
8. Ἐδωκας εὐφροσύνην εἰς τὴν καρδίαν μου.
Αυτό το λέει ο Δαβίδ ή για την παραπάνω αντίληψη που δέχθηκε από τον Θεό ή για το όνομα που έλαβαν οι Χριστιανοί από τον Χριστό. [14]
[14] Ίσως είπε εδώ ο Δαβίδ ότι «έδωκας ευφροσύνην εις την καρδίαν μου», επειδή είπε παραπάνω ότι εσημειώθη σε αυτόν το φως του προσώπου σου, Κύριε, επειδή μαζί με το θείο φως είναι συνοδευμένη και η πνευματική ευφροσύνη, όπως λέει ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος κατά τό: «φῶς ἀνέτειλε τῷ δικαίῳ καὶ τοῖς εὐθέσι τῇ καρδίᾳ εὐφροσύνη» (Ψαλ. 96,11).
Ἀπὸ καρποῦ σίτου, οἴνου καὶ ἐλαίου αὐτῶν ἐπληθύνθησαν.
Για τους φιλόσαρκους λέει ο Δαβίδ και αυτά τα λόγια διότι μολονότι και αυτοί φρονούν και ποθούν πέρα για πέρα τα γήινα και σωματικά αγαθά, εσύ όμως, Κύριε, δεν τους τα στερείς, αλλά κινούμενος από την πολλή σου φιλανθρωπία πλούσια τα δίνεις σ’ αυτούς όλα. Απαριθμεί όμως και τα αγαθά αυτά κατ’ όνομα, δηλαδή ότι οι φιλόσαρκοι χόρτασαν από τους καρπούς του σιταριού, του κρασιού και του ελαίου, τα οποία είναι τα πιο απαραίτητα στην ζωή των ανθρώπων: μαζί όμως με αυτά συμπεριέλαβε ο Προφήτης και τα λοιπά είδη των φαγητών, σύμφωνα με τον Θεοδώρητο. [15]
[15] Μερικοί καρδίας ευφροσύνη εννόησαν τα θεία μυστήρια. Διότι αυτά είναι τροφή της ψυχής. Σίτος και οίνος είναι το Σώμα και Αίμα του Κυρίου. Έλαιο, το Μύρο και το έλαιο που αλειφόμαστε κατά το Βάπτισμα. Λέει και ο Μέγας Βασίλειος: «Εύχομαι και η ψυχή μας να είναι γεμάτη από τα πνευματικά αγαθά, φορτωμένη από σιτάρι και κρασί και λάδι. Με το μεν ένα στηριζόμενη με τον λόγο της πρακτικής γνώσεως. Με το άλλο σαν να ευφραίνεται με τον θείο πόθο να ανανεώνεται με την ερωτική έξη προς τον Θεό. Και με το τρίτο ως λείο και όρατό και διαυγές και φωτιστικό και ελεύθερο κάθε γήινου φρονήματος. με τον τρόπο και τον λόγο της απάθειας να κάνη ιλαρό το πρόσωπο των αρετών.
9. Ἐν εἰρήνῃ ἐπὶ τὸ αὐτὸ κοιμηθήσομαι καὶ ὑπνώσω.
Εγώ, λέει, θα κοιμηθώ με ειρήνη και αταραξία, αφού αποβάλω όλους τους φόβους, που με ενοχλούν. Και όχι μόνο θα κοιμηθώ απλά, αλλά μαζί με αυτό θα χορτάσω ύπνο. Διότι το επί το αυτό φανερώνει το ομού, δηλαδή θα κάνω μαζί και τα δύο. Ενώ το υπνώσω φανερώνει επίταση και αύξηση της κοιμήσεως.
Ή το λέει αυτό ο Δαβίδ προφητεύοντας για τον θάνατό του, ότι δεν θα πεθάνει βίαια φονευμένος από κάποιον, αλλά με φυσικό τρόπο. Και ως προς αυτό νοείται αυτό το νόημα με το επί το αυτό λεγόμενο για το σώμα και την ψυχή, δηλαδή εγώ θα κοιμηθώ ειρηνικά και ως προς το σώμα και ως προς την ψυχή, διότι το μεν σώμα με τον θάνατο θα ελευθερωθεί από τους ορατούς εχθρούς, ενώ η ψυχή θα ελευθερωθεί από τους αόρατους εχθρούς. Το δε υπνώσω δηλώνει τον μακρύ και πολύχρονο μέχρι την κοινή ανάσταση. [16]
[16] Ο δε Χρυσόστομος ως εξής ερμηνεύει «Τι σημαίνει το επί το αυτό; συγκεντρωμένος στον εαυτό μου, συμμαζεμένος, λέει, όχι σχιζόμενος σε μύριες φροντίδες μη φροντίζοντας τα του άλλου, αλλά αναλογιζόμενος τα δικά μου». Ο δε Νύσσης Γρηγόριος λέει: «Αφού ο Χριστος ενανθρώπησε και την πολεμοποιό αμαρτία εξαφάνισε και μας συμφιλίωσε με τον Πατέρα, ή μετάσταση των αγίων γίνεται ειρηνικά. Αυτό φανερώνοντας και ο Δαβίδ προφητικά έλεγε. “Εν ειρήνη κοιμηθήσομαι’’ υπονοώντας όχι το παρόν, αλλά το μέλλον κατά την του Χριστού παρουσία. Και σαν να υπάρχει μόνον αυτή ή παρόμοια ελπίδα, ή ειρηνική εννοώ εν Χριστώ κοίμηση, που κατοίκησε μέσα στους αγίους, είπε με την χάρη του Πνεύματος, ΄΄Ὅτι σύ, Κύριε, κατὰ μόνας ἐπ’ ἐλπίδι κατῴκισάς με». Λέει και ο Θεοδώρητος «Με την ελπίδα της αναστάσεως τον θάνατο θα δεχθώ, διότι εδώ ύπνο τον θάνατο ονόμασε».
Ὅτι σύ, Κύριε, κατὰ μόνας ἐπ’ ἐλπίδι κατῴκισάς με.
Εσύ, λέει, Κύριε, με έκανες να κατοικώ χωρισμένος και ελεύθερος από τους πονηρούς εχθρούς μου με την ελπίδα της σωτηρίας. Μερικοί όμως λένε, όπως ο Νύσσης και ο Κύριλλος, ότι προφητεύει εδώ ο Δαβίδ για την εκ νεκρών ανάσταση αφού έκανε τον λόγο σαν από μέρους του σώματος, με το οποίο λέει προς τον Θεό ότι: Εσύ, Κύριε, όρισες να κατοικώ στον τάφο απομονωμένος και χωρισμένος από την ψυχή, όχι όμως απλά, αλλά με την ελπίδα της αναστάσεως, όταν και την ψυχή θα απολάβω και με αυτήν θα αναστηθώ. Το δε ότι περιττό φαίνεται να είναι, επειδή και αυτό είναι ιδίωμα της εβραϊκής γλώσσας, εννοείται δε το ότι και ως βεβαιωτικό, αντί του με αυτόν τον τρόπο. [17]
[17] Ο Χρυσόστομος ως εξής το ρητό ερμηνεύει: «Με την ελπίδα των μελλόντων και την προσδοκία μου προς εσένα κατέστειλα όλα μου τα πάθη, τι σημαίνει όμως το κατά μόνας, χωρίς τους πονηρούς διότι, λέει, κατόρθωσα την ειρήνη αυτή κατοικώντας μόνος και αποφεύγοντας τους διεφθαρμένους». Άλλος πάλι λέει «Αυτό είναι το τέλος της αρετής, ή ειρήνη και η άνεση, η μονοειδής και καθαρή κατοίκηση χωρίς τα πάθη, που κατορθώνεται με την ελπίδα της μετουσίας του Θεού».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου