ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΒΒΑΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΣ
Εισαγωγή
Το πότε ακριβώς έζησε ο Απολλώνιος δεν μας είναι γνωστό. Αφού όμως μαρτύρησε για την πίστη του Κυρίου μας, πρέπει ο γήινος βίος του να τοποθετηθεί στα τέλη του τρίτου ή στις αρχές του τετάρτου αιώνα. Λεπτομέρειες για τη ζωή του δεν ξέρουμε εκτός από το μαρτύριο του, ένα περιστατικό από το οποίο δίνουμε παρακάτω.
1. Ανάμεσα στους ασκητές της Θηβαΐδας ήταν κι ο Απολλώνιος. Είχε αξιωθεί να ’ναι διάκονος και πολλές φορές είχε δοθεί η ευκαιρία να φανούν οι δωρεές του Πνεύματος που τον κοσμούσαν, γιατί κι ο ίδιος αγωνιζόταν και κατακτούσε τις αρετές σε βαθμό μεγαλύτερο απ’ οποιονδήποτε άλλο.
2. Ο Απολλώνιος την περίοδο ενός μεγάλου διωγμού εναντίον των Χριστιανών, προσπάθησε να στηρίξει πολλούς στην πίστη, έτσι που ορισμένοι, γεμάτοι θάρρος, έφτασαν μέχρι το μαρτύριο. Η δράση του αυτή προκάλεσε τη σύλληψη και το κλείσιμο του στη φυλακή. Εκεί, με πολλή εγκαρτέρηση, υπόμενε τις προσβολές και τους εξευτελισμούς από μέρους των ειδωλολατρών χωρίς να λυγίζει. Αντίθετα, έβρισκε ευκαιρία να σπέρνει το λόγο της πίστης.
3. Ένας απ’ αυτούς που βασάνιζαν τον μοναχό ήταν κι ο Φιλήμονας ο μουσικός, άντρας πασίγνωστος για τη σκληρότητα του και την αθλιότητα της ζωής του. Αυτός, λοιπόν, έβριζε με χυδαιότητα τον Απολλώνιο και του έλεγε, πώς ήταν άξιος να μισείται απ’ όλους τους ανθρώπους. Φώναζε μάλιστα, πως έπρεπε το συντομώτερο να θανατωθεί.
Ο διάκονος με χαρακτηριστική πραότητα του απάντησε μια μέρα:
– «Ο Θεός να σε λυπηθεί, άνθρωπε μου, και να μη σου καταλογίσει αμαρτίες, τα όσα ξεστομίζεις εναντίον μου».
4. Ο Φιλήμονας, που θεωρούσε φυσική μια έκρηξη θυμού του φυλακισμένου κι όχι βέβαια τη γεμάτη καλοσύνη αυτή αντίδραση, μετάνιωσε βαθιά για τις πράξεις του ακούγοντας τα λόγια του ασκητή και σαν κτυπημένος από βέλος θείας φαρέτρας έτρεξε αμέσως στο δικαστήριο, που συνεδρίαζε δημόσια δικάζοντας τους Χριστιανούς και βροντοφώναξε:
– «Συμπεριφέρεσαι άδικα, δικαστή, καταδικάζοντας τους αθώους αυτούς ανθρώπους που πιστεύουν αληθινά στον Θεό. Οι Χριστιανοί δεν κάνουν τίποτα κακό, ούτε στα λόγια τους βρίσκει κανείς το μίσος, παρά μόνο και στους εχθρούς τους ακόμα, φέρονται με συμπάθεια και μόνο ευχές για το καλό βγαίνουν απ’ το στόμα τους».
5. Ο δικαστής στην αρχή νόμισε πως ο Φιλήμονας ειρωνευόταν, όταν όμως τον είδε να συνεχίζει, φοβήθηκε πως τον είχε πιάσει μανία και διέταξε να τον μαζέψουν.
Ο Φιλήμονας όμως φώναξε:
– «Δεν τρελάθηκα, δικαστή της αδικίας. Έγινα Χριστιανός».
6. Κατάπληκτος ο δικαστής προσπάθησε να τον καλοπιάσει με υποσχέσεις και κολακείες, σύντομα όμως διαπίστωσε πως ματαιοπονούσε κι έδωσε εντολή να τον κτυπήσουν αλύπητα. Αμέσως έφερε στον τόπο και τον Απολλώνιο που τον κατηγόρησε για παραπλάνηση του Φιλήμονα και τον παρέδωσε στους βασανιστές.
Ο ασκητής ήρεμος άκουσε την κατηγορία κι ενώ τον χτυπούσαν είπε·
– «Θα ευχόμουν και συ δικαστή, και όλοι οι παραβρισκόμενοι ν’ ακολουθήσετε τον Φιλήμονα σ’ αυτή την πλάνη».
7. Ο δικαστής, πλημμυρισμένος από κακία, διέταξε να παραδώσουν και τους δύο στη φωτιά. Και καθώς τους πετούσαν μέσα στις φλόγες ο Απολλώνιος προσευχήθηκε, έτσι που ν’ ακουστεί απ’ όλους:
– «Κύριε, μη μας εγκαταλείψεις, αλλά φανερώσου και δείξε τη δύναμη σου».
8. Αμέσως ένα φωτεινό ολόδροσο σύννεφο κάλυψε τους δύο άντρες που ήταν μέσα στις φλόγες, κι έσβησε τη φωτιά. Ο όχλος που πριν λίγο ειρωνευόταν τους δυο μάρτυρες κι ο δικαστής, έκθαμβοι τώρα, φώναζαν:
– «Μόνος αληθινός, είναι ο Θεός των Χριστιανών».
9. Η φήμη του γεγονότος έφτασε σχεδόν αμέσως στον έπαρχο της Αλεξάνδρειας που έγινε έξαλλος κι έστειλε χωρίς καθυστέρηση ένα απόσπασμα στρατιωτικό να φέρει μπροστά του τους ομολογητές.
10. Στο δρόμο ο Απολλώνιος φωτίστηκε από τη θεία Χάρη κι άρχισε να κατηχεί τους στρατιώτες. Με τρόπο αξιοθαύμαστο οι αρειμάνιοι εκείνοι άντρες νικήθηκαν από τη δύναμη του Λόγου και πίστεψαν στον Σωτήρα.
Φτάνοντας στην Αλεξάνδρεια παρουσιάστηκαν όλοι μαζί μπροστά στον έπαρχο και δήλωσαν με φρόνημα αμετάθετο την πίστη τους. Ο άγριος διώκτης των πιστών διέταξε αμέσως να τους πετάξουν στη θάλασσα για να πνιγούν, αγνοώντας βέβαια πως μ’ αυτό τον τρόπο τους πρόσφερε εξαιρετική υπηρεσία, μια κι αυτό γινόταν στον τόπο του Βαπτίσματος.
11. Όταν αργότερα τα κύματα έβγαλαν τα σώματα των μαρτύρων στην όχθη, οι πιστοί τα έθαψαν σε κοινό τάφο, απ’ όπου άρχισαν να θαυματουργούν. Τέτοια ήταν η χάρη που δόθηκε στον Απολλώνιο όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και κείνοι που τον ακολούθησαν τιμήθηκαν με τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος.
Ιστορία των μοναχών εν Αιγύπτω. Περί Απολλωνίου μάρτυρος ιθ΄. 1 Εξ./Α.J., Historia Monachorum in Aegypto (Subsidia Hagiographica 34), Bruxelles 1961, σελ. 115 έξ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου