Ο Οσιομάρτυρας Βενιαμίν
Για τον οσιομάρτυρα Βενιαμίν δεν έχουμε άλλες πληροφορίες εκτός απ’ αυτές, που αναφέρονται στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Θεοδώρητου. Ήταν φλογερός Χριστιανός και διάκονος της μαρτυρικής Εκκλησίας της Περσίας τον καιρό του μεγάλου βασιλέα των Περσών Ισδιγέρδη Α΄ (399-420), από την οικογένεια των Σασσανιδών. Ενώ ο βασιλιάς αυτός στην αρχή της εξουσίας του καταδίωξε τους Χριστιανούς, αργότερα άφησε την Εκκλησία ελεύθερη να αναπτυχθεί. Οι σχέσεις του με το Βυζάντιο ήταν καλές. Τον καιρό εκείνο στην Κωνσταντινούπολη ήσαν αυτοκράτορες ο Αρκάδιος και μετά ο Θεοδόσιος Β΄.
Ήταν κάποτε ένας ιεροδιάκονος Βενιαμίν που κήρυττε το Ευαγγέλιο ανάμεσα στους Πέρσες. Τον συνέλαβαν όμως και τον έκλεισαν στη φυλακή. Δυο χρόνια αργότερα έφτασε, πρεσβευτής στο βασιλιά των Περσών, ένας αξιωματούχος του Βυζαντίου, κι όταν πληροφορήθηκε για το Βενιαμίν, ζήτησε να τον ελευθερώσουν.
Ο βασιλιάς δέχτηκε, με τον όρο να μην ξαναδοκιμάσει ο διάκονος ν’ ανοίξει διένεξη με τους μάγους, προκαλώντας έτσι την εχθρότητα τους. Ο πρεσβευτής υποσχέθηκε να πείσει τον ιεραπόστολο να σταματήσει τους αγώνες του, μα ο Βενιαμίν μόλις τ’ άκουσε,
– «Αδύνατον, είπε, να μη μεταδίδω το φως που μου χαρίζει ο Κύριος. Αλίμονο σε ‘κείνον που κρύβει το τάλαντο».
Ο βασιλιάς θέλοντας να ικανοποιήσει τον πρεσβευτή, αγνόησε την άρνηση του καταδίκου και τον απελευθέρωσε. Αυτός μόλις βγήκε από τη φυλακή ξανάρχισε το κηρυχτικό του έργο, φωτίζοντας πολλές ψυχές που παράδερναν στο σκοτάδι της άγνοιας. Δεν πέρασε πολύς καιρός και οι μάγοι απαίτησαν από το βασιλιά να τον περιμαζέψει, γιατί τους χαλούσε τη δουλειά.
Ο Πέρσης τον κάλεσε και του ζήτησε επίμονα ν’ απαρνηθεί τον Χριστό. Ο Βενιαμίν τότε του ’κανε μια παράξενη ερώτηση:
– «Σε τι εκτίμηση θα ’χες, άρχοντα μου, εκείνον που θα εγκατέλειπε ένα βασίλειο, διαλέγοντας ένα χειρότερο;».
Ο βασιλιάς απάντησε πως τον θεωρούσε άξιο της έσχατης τιμωρίας, κι ο σοφώτατος ιεραπόστολος είπε·
– «Ποια, λοιπόν, τιμωρία θ αρμόζει στον άνθρωπο που θ’ αρνηθεί τον Δημιουργό του. θεοποιώντας και λατρεύοντας ένα κτίσμα όμοιο με τον εαυτό του;».
Ο Πέρσης έγινε έξω φρενών με τα λόγια του Βενιαμίν και διέταξε να τον μεταφέρουν στα μπουντρούμια και να τον βασανίσουν. Τον γύμνωσαν και στην αρχή του τρυπούσαν με καλάμια τα νύχια των ποδιών και των χεριών. Επειδή όμως ο γενναίος μάρτυρας αντιμετώπιζε τα βασανιστήρια με το χαμόγελο της ελπίδας, σοφίστηκαν να του προκαλέσουν ανυπόφορους πόνους καρφώνοντας μέσα στις σάρκες του ένα μυτερό καλάμι και ένα ροζιασμένο ραβδί.
Τότε ο ηρωικός ιεραπόστολος, ανυποχώρητος και πιστός μέχρι το θάνατο, παρέδωσε το πνεύμα στον αγωνοθέτη, που τον περίμενε να τον στεφανώσει στον ουρανό.
Θεοδωρήτου Κύρου, Εκκλησιαστική Ιστορία V, ΛΗ΄ / Migne P.G τόμ. 86, στήλ. 1276.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου