ΑΡΧΙΚΗ

Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, εὐθύνατε τὴν ὁδὸν Κυρίου 7

 Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ

Ο ΣΥΜΒΟΛΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ

ΚΕΦ. 1: ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΠΡΟΦΗΤΗ ΝΑ ΣΥΝΑΨΕΙ ΣΥΜΒΟΛΙΚΟ ΓΑΜΟ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

ΚΕΦ. 2: ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ - ΙΣΡΑΗΛ, Η ΑΠΙΣΤΗ ΣΥΖΥΓΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ

ΚΕΦ. 3: Ο ΩΣΗΕ ΞΑΝΑΠΑΙΡΝΕΙ ΠΙΣΩ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΥ

ΛΟΓΟΙ ΚΑΤΑ ΙΕΡΕΩΝ, ΑΡΧΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΩΝ

ΚΕΦ. 4: Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ - Η ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΤΩΝ

ΚΕΦ. 5: ΙΕΡΕΙΣ, ΒΑΣΙΛΕΙΣ ΚΑΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΟΔΗΓΟΥΝ ΤΟ ΛΑΟ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ - Ο ΑΔΕΛΦΟΚΤΟΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

ΚΕΦ. 6: ΕΦΗΜΕΡΟΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΘΕΟ - ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ

ΚΕΦ. 7: ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ - ΦΟΝΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΩΝ - Ο ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ ΜΕΝΕΙ ΑΒΟΗΘΗΤΟΣ

Η ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΤΩΝ - Η ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΗ ΤΙΜΩΡΙΑ

ΚΕΦ. 8: ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ - Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΕΠΕΡΧΕΤΑΙ

ΚΕΦ. 9: ΕΞΟΡΙΑ ΚΑΙ ΔΟΥΛΕΙΑ - ΤΙΜΩΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ

ΚΕΦ. 10: ΕΥΕΡΓΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ - Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑΣ

Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ - Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

ΚΕΦ. 11: Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΘΑ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΕΙ

ΚΕΦ. 12: ΤΑ ΨΕΥΔΗ ΚΑΙ Η ΑΣΕΒΕΙΑ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΤΩΝ

ΚΕΦ. 13: Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

ΚΕΦ. 14: Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

   Εντολή του Θεού στον προφήτη να συνάψει συμβολικό γάμο, ο οποίος συμβολίζει την αποστασία του Ισραήλ

 

Ωσ. 1,1              Λόγος Κυρίου, ὃς ἐγενήθη πρὸς Ὡσηὲ τὸν τοῦ Βεηρεὶ ἐν ἡμέραις Ὀζίου καὶ Ἰωάθαμ καὶ Ἄχαζ καὶ Ἐζεκίου βασιλέων Ἰούδα καὶ ἐν ἡμέραις Ἱεροβοὰμ υἱοῦ Ἰωὰς βασιλέως Ἰσραήλ.

Ωσ. 1,1                        Λογος, τον οποίον ο Κυριος είπε προς τον Ωσηέ, υιόν του Βεηρεί, καθ' ον χρόνον βασιλείς της Ιουδαίος ήσαν ο Οζίας, ο Ιωάθαμ, ο Αχαζ και ο Εζεκίας, βασιλεύς δε του ισραηλιτικού βασιλείου ο Ιεροβοάμ υιός του Ιωάς.

Ωσ. 1,2              Ἀρχὴ λόγου Κυρίου εἰς Ὡσηέ. καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Ὡσηέ· βάδιζε, λαβὲ σεαυτῷ γυναῖκα πορνείας καὶ τέκνα πορνείας, διότι ἐκπορνεύουσα ἐκπορνεύσει ἡ γῆ ἀπὸ ὄπισθεν τοῦ Κυρίου.

Ωσ. 1,2                       Οταν ο Κυριος ήρχισε να ομιλή προς τον Ωσηέ του είπε· “πήγαινε και πάρε δια τον εαυτόν σου γυναίκα ρέπουσαν προς την διαφθοράν, διεφθαρμένην, και απόκτησε τέκνα παράνομα, διότι η χώρα αυτή, που συμβολίζεται με την διεφθαρμένην γυναίκα, θα περιπέση εις φοβεράν πνευματικήν πορνείαν, θα απομακρυνθή από τον Κυριον”.

Ωσ. 1,3              καὶ ἐπορεύθη καί ἔλαβε τὴν Γόμερ θυγατέρα Δεβηλαΐμ, καὶ συνέλαβε καὶ ἔτεκεν αὐτῷ υἱόν.

Ωσ. 1,3                       Ο Ωσηέ επήγε πράγματι και επήρεν ως σύζυγόν του την Γομερ, κόρην του Δεβηλαΐμ. Αυτή συνέλαβε και εγέννησεν στον Ωσηέ υιόν.

Ωσ. 1,4              καὶ εἶπε Κύριος πρὸς αὐτόν· κάλεσον τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰεζραέλ, διότι ἔτι μικρὸν καὶ ἐκδικήσω τὸ αἷμα τοῦ Ἰεζραὲλ ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰούδα καὶ καταπαύσω βασιλείαν οἴκου Ἰσραήλ.

Ωσ. 1,4                       Είπε τότε ο Κυριος προς τον Ωσηέ· “ονόμασε τον υιόν σου αυτόν Ιεζραέλ, διότι έπειτα από ολίγον χρόνον, εις αποκατάστασιν της τιμής του βασιλείου Ιούδα, θα αποστείλω τιμωρίας δια το χυθέν αίμα εις την κοιλάδα του Ιεζραέλ και θα θέσω τέρμα στο βασίλειον του οίκου Ισραήλ.

Ωσ. 1,5              καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ συντρίψω τὸ τόξον τοῦ Ἰσραὴλ ἐν κοιλάδι τοῦ Ἰεζραέλ.

Ωσ. 1,5                       Κατά την ημέραν εκείνην θα συντρίψω τα πολεμικά τόξα του ισραηλιτικού βασιλείου, θα εξουθενώσω δηλαδή την δύναμίν του εις την κοιλάδα του Ιεζραέλ”.

Ωσ. 1,6              καὶ συνέλαβεν ἔτι καὶ ἔτεκε θυγατέρα, καὶ εἶπεν αὐτῷ· κάλεσον τὸ ὄνομα αὐτῆς, Οὐκ-ἠλεημένη, διότι οὐ μὴ προσθήσω ἔτι ἐλεῆσαι τὸν οἶκον Ἰσραήλ, ἀλλ᾿ ἢ ἀντιτασσόμενος ἀντιτάξομαι αὐτοῖς.

Ωσ. 1,6                       Συνέλαβεν πάλιν η Γομερ και εγέννησε θυγατέρα· ο δε Θεός είπεν στον προφήτην· “δώσε εις αυτήν όνομα Ουκ-η-λεημένη, διότι δεν θα έχω πλέον την πρόθεσιν να ελεήσω το βασίλειον του Ισραήλ, αλλά σταθερώς και αποτελεσματικώς θα αντιταχθώ εναντίον αυτών.

Ωσ. 1,7              τοὺς δὲ υἱοὺς Ἰούδα ἐλεήσω καὶ σώσω αὐτοὺς ἐν Κυρίῳ Θεῷ αὐτῶν καὶ οὐ σώσω αὐτοὺς ἐν τόξῳ οὐδὲ ἐν ῥομφαίᾳ οὐδὲ ἐν πολέμῳ οὐδὲ ἐν ἵπποις οὐδὲ ἐν ἱππεῦσι.

Ωσ. 1,7                       Τους πολίτας όμως του ιουδαϊκού βασιλείου θα τους ελεήσω, θα τους σώσω δια της δυνάμεως εμού, του Κυρίου και Θεού των, και οχι με το τόξον, με την ρομφαίαν, με πολέμους, ούτε με το ιππικόν, ούτε με τους ιππείς”.

Ωσ. 1,8              καὶ ἀπεγαλάκτισε τὴν Οὐκ-ἠλεημένην, καὶ συνέλαβεν ἔτι καὶ ἔτεκεν υἱόν.

Ωσ. 1,8                       Η Γομερ αφού απεγαλάκτισε την Ουκ-ηλεημένην, συνέλαβε πάλιν και εγέννησεν υιόν.

Ωσ. 1,9              καὶ εἶπε· κάλεσον τὸ ὄνομα αὐτοῦ Οὐ-λαός-μου, διότι ὑμεῖς οὐ λαός μου, καὶ ἐγώ οὐκ εἰμὶ ὑμῶν.

Ωσ. 1,9                       Είτε δε ο Κυριος προς τον Ωσηέ· “δώσε εις αυτόν όνομα Ου-λαός μου, διότι σεις οι Ισραηλίται δεν είσθε πλέον λαός μου, και εγώ δεν είμαι ίδικός σας πατήρ και Θεός”. 

  Υπόσχεση για μελλοντική ευημερία

Ωσ. 2,1              Καὶ ἦν ὁ ἀριθμὸς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ὡς ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης, ἣ οὐκ ἐκμετρηθήσεται οὐδὲ ἐξαριθμηθήσεται. καὶ ἔσται ἐν τῷ τόπῳ, οὗ ἐῤῥέθη αὐτοῖς· οὐ λαός μου ὑμεῖς, κληθήσονται καὶ αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ ζῶντος.

Ωσ. 2,1                       Ο αριθμός των Ισραηλιτών είναι μέγας ως η άμμος εις την παραλίαν της θαλάσσης, η οποία δεν είναι δυνατόν να μετρηθή και οι κόκκοι της δεν είναι δυνατόν να αριθμηθούν. Αυτό θα πραγματοποιηθή στον τόπον εκείνον, όπου υπό του Κυρίου είχεν αναγγελθή στους Ισραηλίτας, “δεν είσθε λαός μου”. Εις τον αυτόν τόπον θα ονομασθούν αυτοί υιοί του Θεού του ζώντος.

Ωσ. 2,2              καὶ συναχθήσονται υἱοὶ Ἰούδα καὶ οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ θήσονται ἑαυτοῖς ἀρχὴν μίαν καὶ ἀναβήσονται ἐκ τῆς γῆς, ὅτι μεγάλη ἡ ἡμέρα τοῦ Ἰεζραέλ.

Ωσ. 2,2                      Θα συγκεντρωθούν Ιουδαίοι και Ισραηλίται μαζή, δια να αποτελέσουν μίαν ενότητα. Θα αναγνωρίσουν ως κεφαλήν των τον ίδιον άρχοντα και θα επανέλθουν από την χώραν της εξορίας των. Διότι θα είναι μεγάλη η ημέρα εκείνη του Ιεζραέλ.

Ωσ. 2,3              εἴπατε τῷ ἀδελφῷ ὑμῶν· λαός μου καὶ τῇ ἀδελφῇ ὑμῶν· ἠλεημένη.

Ωσ. 2,3                      Τοτε ονομάσατε τον αδελφόν σας τον μέχρι πρυ ολίγου “Ου-λαόν μου”, “Λαόν μου” και την αδελφήν σας την μέχρι προ ολίγου “Ουκ-ηλεημένην”, “Ηλεημενην”.

 

                             Ισραήλ, η άπιστη σύζυγος και η αποκατάστασή της

Ωσ. 2,4              Κρίθητε πρὸς τὴν μητέρα ὑμῶν, κρίθητε, ὅτι αὕτη οὐ γυνή μου, καὶ ἐγὼ οὐκ ἀνὴρ αὐτῆς. καὶ ἐξαρῶ τὴν πορνείαν αὐτῆς ἐκ προσώπου μου καὶ τὴν μοιχείαν αὐτῆς ἐκ μέσου μαστῶν αὐτῆς,

Ωσ. 2,4                      Κρίνατε και διχάσατε την μητέρα σας· κρίνατέ την, διότι αυτή δεν είναι σύζυγός μου και εγώ δεν είμαι ο σύζυγός της. Και θα διώξω από εμπρός μου την πορνείαν της, και την μοιχείαν της από τους μαστούς της. Θα καταπαύσω δηλαδή την πνευματικήν μοιχείαν, την προς τα είδωλα λατρείαν του Ισραηλιτικού λαού.

Ωσ. 2,5              ὅπως ἂν ἐκδύσω αὐτὴν γυμνὴν καὶ ἀποκαταστήσω αὐτὴν καθὼς ἡμέρα γενέσεως αὐτῆς. καὶ θήσω αὐτὴν ἔρημον καὶ τάξω αὐτὴν ὡς γῆν ἄνυδρον καὶ ἀποκτενῶ αὐτὴν ἐν δίψει·

Ωσ. 2,5                      Ετσι θα απογυμνώσω αυτήν και θα την παρουσιάσω τελείως γυμνήν, όπως όταν την εγέννησεν η μητέρα της. Θα καταστήσω αυτήν έρημον, θα την κάμω ωσάν την γην την ξηράν και την άνυδρον, και θα την θανατώσω με την δίψαν.

Ωσ. 2,6              καὶ τὰ τέκνα αὐτῆς οὐ μὴ ἐλεήσω, ὅτι τέκνα πορνείας ἐστίν.

Ωσ. 2,6                      Ούτε και τα τέκνα της θα ελεήσω, διότι είναι τέκνα πορνείας, πνευματικής από του Θεού αποστασίας.

Ωσ. 2,7              ὅτι ἐξεπόρνευσεν ἡ μήτηρ αὐτῶν, κατῄσχυνεν ἡ τεκοῦσα αὐτά, ὅτι εἶπε· πορεύσομαι ὀπίσω τῶν ἐραστῶν μου τῶν διδόντων μοι τοὺς ἄρτους μου καὶ τὸ ὕδωρ μου καὶ τὰ ἱμάτιά μου καὶ τὰ ὀθόνιά μου, τὸ ἔλαιόν μου καὶ πάντα ὅσα μοι καθήκει.

Ωσ. 2,7                      Διότι η μητέρα των εξετράπη εις πορνείαν κατεντρόπιασε και κατεξηυτέλισε τα τέκνα της, διότι με απερίγραπτον αναισχυντίαν είπε· “θα ακολουθήσω εγώ τους εραστάς μου, (δηλ. η φυλή του Ισραήλ θα ακολουθούσε τα είδωλα), διότι αυτοί μου δίδουν την τροφήν μου, το νερό μου, τα ενδύματά μου, τα λινά υφάσματά μου, το λάδι μου και όλα όσα μου χρειάζονται”.

Ωσ. 2,8              διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ φράσσω τὴν ὁδὸν αὐτῆς ἐν σκόλοψι καὶ ἀνοικοδομήσω τὰς ὁδούς, καὶ τὴν τρίβον αὐτῆς οὐ μὴ εὕρῃ·

Ωσ. 2,8                      Δια την αναισχυντίαν της αυτήν, ιδού εγώ φράζω την προς τους εραστάς οδόν της με παλούκια, θα ανεγείρω οδοφράγματα στους δρόμους της και έτσι δεν θα εύρη αυτή τον δρόμον της προς την διαφθοράν.

Ωσ. 2,9              καὶ καταδιώξεται τοὺς ἐραστὰς αὐτῆς καὶ οὐ μὴ καταλάβῃ αὐτοὺς καὶ ζητήσει αὐτοὺς καὶ οὐ μὴ εὕρῃ αὐτούς· καὶ ἐρεῖ· πορεύσομαι καὶ ἐπιστρέψω πρὸς τὸν ἄνδρα μου τὸν πρότερον, ὅτι καλῶς μοι ἦν τότε ἢ νῦν.

Ωσ. 2,9                      Θα προσπαθήση και θα τρέξη να εύρη τους εραστάς της, αλλά δεν θα τους προφθάση. Θα τους αναζητήση, και δεν θα τους ανεύρη. Και τότε θα είπη· “θα επιστρέψω και θα επανέλθω προς τον προηγούμενον και νόμιμον άνδρα μου, διότι καλύτερα ήμην τότε, παρά τώρα”.

Ωσ. 2,10            καὶ αὐτὴ οὐκ ἔγων ὅτι ἐγὼ ἔδωκα αὐτῇ τὸν σῖτον καὶ τὸν οἶνον καὶ τὸ ἔλαιον, καὶ ἀργύριον ἐπλήθυνα αὐτῇ· αὐτὴ δὲ ἀργυρᾶ καὶ χρυσᾶ ἐποίησε τῇ Βάαλ.

Ωσ. 2,10                    Αυτή, η μητέρα σας, δεν κατώρθωσε να εννοήση ότι εγώ έδωκα εις αυτήν τον σίτον, τον οίνον, το έλαιον και επί πλέον πλούτον αργυρίου. Αυτη όμως, με όσα εγώ της είχα δώσει, κατεσκεύασεν αργυρά και χρυσά είδωλα δια την Αστάρτην, την αναίσχυντον σύζυγον του βδελυρού ειδώλου Βααλ.

Ωσ. 2,11            διὰ τοῦτο ἐπιστρέψω καὶ κομιοῦμαι τὸν σῖτόν μου καθ᾿ ὥραν αὐτοῦ καὶ τὸν οἶνόν μου ἐν καιρῷ αὐτοῦ καὶ ἀφελοῦμαι τὰ ἱμάτιά μου καὶ τὰ ὀθόνιά μου τοῦ μὴ καλύπτειν τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς.

Ωσ. 2,11                     Δια τούτο, δι' όσα βδελυρά και αναίσχυντα αυτή έπραξεν, εγώ θα πάρω και θα κρατήσω δια τον εαυτόν μου τον σίτόν μου και τον οίνον μου, κατά τον καιρόν της συγκομιδής των. Θα αφαιρέσω από αυτήν τα ενδύματα, που της είχα δώσει και τα λινά υφάσματα, ώστε να μη ημπορή πλέον να σκεπάση την γομνότητά της.

Ωσ. 2,12            καὶ νῦν ἀποκαλύψω τὴν ἀκαθαρσίαν αὐτῆς ἐνώπιον τῶν ἐραστῶν αὐτῆς, καὶ οὐδεὶς οὐ μὴ ἐξέληται αὐτὴν ἐκ χειρός μου.

Ωσ. 2,12                    Τωρα θα ξεσκεπάσω την βρωμερότητά της και την αναισχυντίαν της ενώπιον των εραστών της και κανείς δεν θα ημπορέση να την γλυτώση από τα χέρια μου.

Ωσ. 2,13            καὶ ἀποστρέψω πάσας τὰς εὐφροσύνας αὐτῆς, ἑορτὰς αὐτῆς καὶ τὰς νουμηνίας αὐτῆς καὶ τὰ σάββατα αὐτῆς καὶ πάσας τὰς πανηγύρεις αὐτῆς.

Ωσ. 2,13                     Θα σταματήσω όλας τας τέρψεις της, τας θρησκευτικάς εορτάς γενικώς, ειδικώτερα δε τας εορτάς της πρωτομηνιάς, τα σάββατα και όλας τας μεγάλας πανηγύρεις της.

Ωσ. 2,14            καὶ ἀφανιῶ ἄμπελον αὐτῆς καὶ τάς συκᾶς αὐτῆς, ὅσα εἶπε· μισθώματά μου ταῦτά ἐστιν ἃ ἔδωκάν μοι οἱ ἐρασταί μου, καὶ θήσομαι αὐτὰ εἰς μαρτύριον, καὶ καταφάγεται αὐτὰ τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὰ ἑρπετὰ τῆς γῆς.

Ωσ. 2,14                    Θα καταστρέψω τα αμπέλια της, τις συκιές της και όλα εκείνα, δια τα οποία είπεν· “αυτά είναι η ανταμοιβή μου, την οποίαν μου έδωκαν οι ερασταί μου”. Θα τα κάμω, ώστε να είναι μαρτυρία προς όλους δια την τιμωρίαν της φυλής του Ισραήλ. Θα τα καταφάγουν τα θηρία της υπαίθρου, τα πετεινά του ουρανού και τα ερπετά της γης.

Ωσ. 2,15            καὶ ἐκδικήσω ἐπ᾿ αὐτὴν τὰς ἡμέρας τῶν Βααλείμ, ἐν αἷς ἐπέθυεν αὐτοῖς καὶ περιετίθετο τὰ ἐνώτια αὐτῆς καὶ τὰ καθόρμια αὐτῆς καὶ ἐπορεύετο ὀπίσω τῶν ἐραστῶν αὐτῆς, ἐμοῦ δὲ ἐπελάθετο, λέγει Κύριος. -

Ωσ. 2,15                     Ετσι θα τιμωρήσω την φυλήν του Ισραήλ δια τας ημέρας, κατά τας οποίας ελάτρευσε τα είδωλα του Βααλ, δι' εκείνας κατά τας οποίας πολλάς θυσίας προσέφερε δι' αυτά και εφορούσεν ως στόλισμά της τα σκουλαρίκια και τα περιδέραιά της, και ακολουθούσε τους εραστάς της. Εμέ δέ με είχε λησμονήσει, λέγει ο Κυριος.

Ωσ. 2,16            Διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ πλανῶ αὐτὴν καὶ τάξω αὐτὴν ὡς ἔρημον καὶ λαλήσω ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτῆς

Ωσ. 2,16                    Δια τούτο εγώ θα οδηγήσω την φυλήν Ισραήλ εις περιπλάνησιν και εξορίαν, θα καταστήσω έρημον και ακατοίκητον την χώραν της. Και όταν εν τη θλίψει της μετανοήση, εγώ θα ομιλήσω εις την καρδίαν της ειρηνικά.

Ωσ. 2,17            καὶ δώσω αὐτῇ τὰ κτήματα αὐτῆς ἐκεῖθεν καὶ τὴν κοιλάδα Ἀχὼρ διανοῖξαι σύνεσιν αὐτῆς, καὶ ταπεινωθήσεται ἐκεῖ κατὰ τὰς ἡμέρας νηπιότητος αὐτῆς καὶ κατὰ τὰς ἡμέρας ἀναβάσεως αὐτῆς ἐκ γῆς Αἰγύπτου.

Ωσ. 2,17                     Μετανοούσαν θα την επιστρέψω από την εξορίαν, θα δώσω εις αυτήν τα κτήματα της χώρας της και την κοιλάδα Αχώρ και θα την βοηθήσω να συνετισθή δια τα σφάλματά της. Θα ταπεινωθή τότε, όπως εταπεινώθη εκεί εις την Αίγυπτον, όταν εζούσε την νηπιακήν της ηλικίαν ως έθνος, κατά την εποχήν, που εξήλθεν από την χώραν της Αιγύπτου.

Ωσ. 2,18            καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, λέγει Κύριος, καλέσει με· ὁ ἀνήρ μου, καὶ οὐ καλέσει με ἔτι Βααλείμ·

Ωσ. 2,18                    Κατά την ημέραν εκείνην της μετανοίας και ταπεινώσεώς της, λέγει ο Κυριος· Θα με ονομάζη «“σύζυγός μου” και δεν θα επικαλεσθή πλέον αντί εμού τα είδωλα του Βαάλ.

Ωσ. 2,19            καὶ ἐξαρῶ τὰ ὀνόματα τῶν Βααλεὶμ ἐκ στόματος αὐτῆς καὶ οὐ μὴ μνησθῶσιν οὐκ ἔτι τὰ ὀνόματα αὐτῶν.

Ωσ. 2,19                    Εγώ δε θα αφαιρέσω από το στόμα της φυλής του Ισραήλ τα ονόματα των ειδώλων του Βαάλ και ουδέποτε πλέον οι Ισραηλίται θα ενθυμηθούν τα ονόματα αυτών των ειδώλων.

Ωσ. 2,20            καὶ διαθήσομαι αὐτοῖς διαθήκην ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ μετὰ τῶν θηρίων τοῦ ἀγροῦ καὶ μετὰ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν ἑρπετῶν τῆς γῆς· καὶ τόξον καὶ ῥομφαίαν καὶ πόλεμον συντρίψω ἀπὸ τῆς γῆς καὶ κατοικιῶ σε ἐπ᾿ ἐλπίδι.

Ωσ. 2,20                    Κατά την εποχήν εκείνην της μετανοίας και επιστροφής των προς εμέ, θα συνάψω νέαν συνθήκην ειρήνης με αυτούς, ακόμη δε ειρήνης και με τα θηρία της υπαίθρου, με τα πετεινά του ουρανού και με τα ερπετά της γης. Θα συντρίψω και θα εξαφανίσω από την χώραν του Ισραήλ το πολεμικόν τόξον και την εχθρικήν ρομφαίαν και τον πόλεμον, και θα εγκαταστήσω αυτούς με αγαθάς ελπίδας προς μίαν ειρηνικήν ζωήν.

Ωσ. 2,21            καὶ μνηστεύσομαί σε ἐμαυτῷ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ μνηστεύσομαί σε ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἐν κρίματι καὶ ἐν ἐλέει καὶ ἐν οἰκτιρμοῖς

Ωσ. 2,21                    Θα σε μνηστευθώ τότε ως ιδικήν μου δια παντός, θα σε πάρω ως ίδικήν μου πλέον μνηστήν και θα σου προσφέρω δικαιοσύνην, δικαίαν κρίσιν, τρυφερότητα και ευσπλαγχνίαν.

Ωσ. 2,22            καὶ μνηστεύσομαί σε ἐμαυτῷ ἐν πίστει, καὶ ἐπιγνώσῃ τὸν Κύριον.

Ωσ. 2,22                    Θα σε μνηστευθώ ως πιστήν πλέον εις εμέ και συ θα γνωρίσης εμέ, τον Κυριον.

Ωσ. 2,23            καὶ ἔσται ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, λέγει Κύριος, ἐπακούσομαι τῷ οὐρανῷ, καὶ αὐτὸς ἐπακούσεται τῇ γῇ,

Ωσ. 2,23                    Κατά την ειρηνικήν εκείνην περίοδον, λέγει ο Κυριος, θα εισακούσω και θα απαντήσω στον ουρανόν και ο ουρανός θα απαντήση εις την γην, στέλλων ζωογόνον βροχήν

Ωσ. 2,24            καὶ ἡ γῆ ἐπακούσεται τὸν σῖτον καὶ τὸν οἶνον καὶ τὸ ἔλαιον, καὶ αὐτὰ ἐπακούσεται τῷ Ἰεζραέλ.

Ωσ. 2,24                    η δε γη θα απαντήση στον ουρανόν, παράγουσα σίτον και οίνον και έλαιον. Ολα δε αυτά θα προσφερθούν δια την ειρηνικήν και αρμονικήν ζωήν του Ιεζραέλ.

Ωσ. 2,25            καὶ σπερῶ αὐτὴν ἐμαυτῷ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐλεήσω τὴν Οὐκ-ἠλεημένην καὶ ἐρῶ τῷ Οὐ-λαῷ-μου· λαός μου εἰ σύ, καὶ αὐτὸς ἐρεῖ· Κύριος ὁ Θεός μου εἶ σύ.

Ωσ. 2,25                    Θα διασπείρω και θα εγκαταστήσω τον νέον Ισραήλ εις την χώραν, θα ελεήσω την Ουκ-ηλεημένην και στον Ου-λαόν μου θα είπω· “συ είσαι λαός μου”. Και εκείνος θα απαντήση· “συ είσαι ο Κυριος και ο Θεός μου”. 

   Ο Ωσηέ ξαναπαίρνει πίσω τη γυναίκα του. Ερμηνεία του συμβολισμού.

Ωσ. 3,1              Καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἔτι πορεύθητι καὶ ἀγάπησον γυναῖκα ἀγαπῶσαν πονηρὰ καὶ μοιχαλίν, καθὼς ἀγαπᾷ ὁ Θεὸς τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ καὶ αὐτοὶ ἀποβλέπουσιν ἐπὶ θεοὺς ἀλλοτρίους καὶ φιλοῦσι πέμματα μετὰ σταφίδων.

Ωσ. 3,1                       Ο Κυριος μου είπε· “πήγαινε πάλιν και αγάπησε μίαν γυναίκα μοιχαλίδα, γυναίκα, η οποία αγαπά την πονηρίαν· αγάπησέ την, όπως αγαπά ο Θεός τους Ισραηλίτας, οι οποίοι εν τούτοις στρέφουν τα βλέμματά των και δίδουν τας καρδίας των εις ξένους θεούς και αγαπούν τα γλυκίσματα των ειδώλων, πίττας με σταφίδας”.

Ωσ. 3,2              καὶ ἐμισθωσάμην ἐμαυτῷ πεντεκαίδεκα ἀργυρίου καὶ γομὸρ κριθῶν καὶ νέβελ οἴνου

Ωσ. 3,2                      Επραξα, όπως ο Κυριος με διέταξε, και εμίσθωσα αυτήν δια τον εαυτόν μου αντί δεκαπέντε αργυρών σίκλων, ενός γομόρ κριθής και ενός ασκού οίνου.

Ωσ. 3,3              καὶ εἶπα πρὸς αὐτήν· ἡμέρας πολλὰς καθήσῃ ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ οὐ μὴ πορνεύσῃς, οὐδὲ μὴ γένῃ ἀνδρὶ ἑτέρῳ, καὶ ἐγὼ ἐπὶ σοί.

Ωσ. 3,3                       Και είπα προς αυτήν. “Επί πολλάς ημέρας θα μείνης κοντά μου ήσυχος και πιστή. Δεν θα εκτροπής εις πορνείαν, δεν θα έλθης εις ένωσιν με άλλον άνδρα και τότε εγώ θα είμαι δια σε σύζυγος”.

Ωσ. 3,4              διότι ἡμέρας πολλὰς καθήσονται οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ οὐκ ὄντος βασιλέως οὐδὲ ὄντος ἄρχοντος οὐδὲ οὔσης θυσίας οὐδὲ ὄντος θυσιαστηρίου οὐδὲ ἱερατείας οὐδὲ δήλων.

Ωσ. 3,4                      Τούτο συμβολίζει τους Ισραηλίτας, διότι και αυτοί θα παραμείνουν επί πολύν χρόνον χωρίς βασιλέα, χωρίς άρχοντας, χωρίς θυσίας, χωρίς θυσιαστήριον, χωρίς ιερατείον, χωρίς το εφώδ, την “Δηλωσιν” και “Αλήθειαν”, δια της οποίας εξεβράζετο η βουλή του Θεού.

Ωσ. 3,5              καὶ μετὰ ταῦτα ἐπιστρέψουσιν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ καὶ ἐπιζητήσουσι Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν καὶ Δαυὶδ τὸν βασιλέα αὐτῶν· καὶ ἐκστήσονται ἐπὶ τῷ Κυρίῳ καὶ ἐπὶ τοῖς ἀγαθοῖς αὐτοῦ ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν.

Ωσ. 3,5                       Μετά ταύτα όμως οι Ισραηλίται θα επιστρέψουν και θα αναζητήσουν Κυριον τον Θεόν των, οπότε ως βασιλέα των θα έχουν τον απόγονον του Δαβίδ, τον Μεσσίαν. Θα μείνουν κατάπληκτοι δια την ευλογίαν αυτήν του Κυρίου και δια τα άλλα αγαθά, τα οποία θα τους δώση κατά την νέαν αυτήν μεσσιακήν εποχήν, που θα αρχίση από τας ημέρας εκείνας. 

  Ιερείς, βασιλείς και άρχοντες οδηγούν το λαό στην καταστροφή

Ωσ. 5,1              Ἀκούσατε ταῦτα, οἱ ἱερεῖς, καὶ προσέχετε, οἶκος Ἰσραήλ, καὶ ὁ οἶκος τοῦ βασιλέως, ἐνωτίζεσθε, διότι πρὸς ὑμᾶς ἐστι τὸ κρίμα· ὅτι παγὶς ἐγενήθητε τῇ σκοπιᾷ καὶ ὡς δίκτυον ἐκτεταμένον ἐπὶ τὸ Ἰταβύριον,

Ωσ. 5,1                       Ιερείς, ακούσατε αυτά, λαέ του Ισραήλ, δώσε προσοχήν. Αυλή του βασιλέως ακροάσου καλά αυτά που θα είπω, διότι η μέλλουσα καταδίκη αφορά σας, επειδή σεις οι φρουροί από το φυλάκιον, όπου έπρεπε να επιβλέπετε και να περιφρουρήτε τον λαόν, εγίνατε παγίς του κακού δια τον λαόν, δίκτυον απλωμένον στο όρος Ιταβύριον, δια να συλλαμβάνη και δεσμεύη εις την πονηρίαν τους ανθρώπους.

Ωσ. 5,2              ὃ οἱ ἀγρεύοντες τὴν θήραν κατέπηξαν. ἐγὼ δὲ παιδευτὴς ὑμῶν·

Ωσ. 5,2                      Εκάματε σεις δια τους ανθρώπους ο,τι δια τα θηράματα κάμνουν οι κυνηγοί, οι οποίοι απλώνουν πυκνάς παγίδας. Δια τούτο εγώ θα σας παιδεύσω και θα σας τιμωρήσω.

Ωσ. 5,3              ἐγὼ ἔγνων τὸν Ἐφραίμ, καὶ Ἰσραὴλ οὐκ ἀπέστη ἀπ᾿ ἐμοῦ· διότι νῦν ἐξεπόρνευσεν Ἐφραίμ, ἐμιάνθη Ἰσραήλ.

Ωσ. 5,3                       Εγνώρισα εγώ καλά τον Εφραίμ και το μάτι μου δεν απεμακρύνθη από τον ισραηλιτικόν λαόν. Δια τούτο και γνωρίζω τώρα καλά, ότι η φυλή Εφραίμ εξετράπη προς την πορνείαν, όπως επίσης και οι άλλοι Ισραηλίται εμολύνθησαν βαθύτατα.

Ωσ. 5,4              οὐκ ἔδωκαν τὰ διαβούλια αὐτῶν τοῦ ἐπιστρέψαι πρὸς τὸν Θεὸν αὐτῶν, ὅτι πνεῦμα πορνείας ἐν αὐτοῖς ἐστι, τὸν δὲ Κύριον οὐκ ἐπέγνωσαν.

Ωσ. 5,4                      Τοσον διεφθάρησαν, ώστε ούτε εσκέφθησαν ούτε σκέπτονται με τον νουν και την καρδίαν των να επιστρέψουν προς τον Θεόν των, διότι πνεύμα αποστασίας υπάρχει μέσα των και κυριαρχεί εις τας καρδίας των και έτσι ηγνόησαν και αγνοούν εξ ολοκλήρου τον Κυριον και Θεόν.

Ωσ. 5,5              καὶ ταπεινωθήσεται ἡ ὕβρις τοῦ Ἰσραὴλ εἰς πρόσωπον αὐτοῦ, καὶ Ἰσραὴλ καὶ Ἐφραὶμ ἀσθενήσουσιν ἐν ταῖς ἀδικίαις αὐτῶν, καὶ ἀσθενήσει καὶ Ἰούδας μετ᾿ αὐτῶν.

Ωσ. 5,5                       Δια τούτο θα ταπεινωθή η υπερηφάνεια του ισραηλιτικού λαού· ανάγλυφος θα φανή η καταισχύνη του στο πρόσωπόν του. Αι φυλαί του Ισραήλ, και περισσότερον η φυλή του Εφραίμ, θα χάσουν την πνευματικήν και εθνικήν δύναμίν των μέσα εις τας αδικίας των. Μαζή δέ με αυτούς και η φυλή Ιούδα θα χάση την δύναμίν της.

Ωσ. 5,6              μετὰ προβάτων καὶ μόσχων πορεύσονται τοῦ ἐκζητῆσαι τὸν Κύριον καὶ οὐ μὴ εὕρωσιν αὐτόν, ὅτι ἐκκέκλικεν ἀπ᾿ αὐτῶν,

Ωσ. 5,6                      Φέροντες πρόβατα και μόσχους προς θυσίαν θα πορευθούν να αναζητήσουν τον Κυριον, δια να εύρουν συγχώρησιν και εξιλέωσιν. Δεν θα την εύρουν όμως, διότι ο Θεός θα έχει πλέον απομακρυνθή από αυτούς.

Ωσ. 5,7              ὅτι τὸν Κύριον ἐγκατέλιπον, ὅτι τέκνα ἀλλότρια ἐγεννήθησαν αὐτοῖς· νῦν καταφάγεται αὐτοὺς ἡ ἐρυσίβη, καὶ τοὺς κλήρους αὐτῶν. -

Ωσ. 5,7                       Τούτο δέ, επειδή αυτοί πρώτοι εγκατέλειψαν τον Κυριον, εγέννησαν και ανέθρεψαν μέσα εις την αμαρτίαν τέκνα ξένα προς τον Θεόν. Και τώρα ο εχθρός ως άλλη ερυσίβη θα καταφάγη αυτούς και τα εκ κληρονομίας κτήματά των.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μετά την Πάπισσα Ιωάννα η Πατριάρχισσα Αγάπη

 Σήμερα όλα είναι εφικτά ,  αφού άρχισαν από χειροτονίες ψαλτών γυναικών ,  έπειτα αναγνωστών γυναικών , έπειτα Ιερό- Διακόνησες  μετά θα δο...

Δημοφιλείς αναρτήσεις