Λέξη: βεβήλωση (Το μεγαλύτερο λεξικό Συνωνύμων - Αντιθέτων)
Δείτε και: Κλίση Αρχαίας LSJ Αναζήτ. στην Αρχ. Ελλην. Γραμματεία Κλίση Νέας Ομόρριζα
Ετυμολογία: [<μτγν. βεβήλωσις < βεβηλόω-ῶ]
Δείτε και: Κλίση Αρχαίας LSJ Αναζήτ. στην Αρχ. Ελλην. Γραμματεία Κλίση Νέας Ομόρριζα
Ετυμολογία: [<μτγν. βεβήλωσις < βεβηλόω-ῶ]
Επιλέξτε μία από τις σημασίες της λέξης για να δείτε τα συνώνυμά της | Ένδεικτικό συνώνυμο | Μέρος |
---|---|---|
παραβίαση ή προσβολή κάποιου πράγματος που είναι ιερό, σεβαστό (βεβήλωση τάφων / μνημείων ‖ η κριτική στον εθνάρχη θεωρήθηκε βεβήλωση της μνήμης του) (Έχει αντίθετα πεδίου) | ιεροσυλία | Ουσ. 1485 |
[έλλειψη σεβασμού προς ό,τι θεωρείται ιερό ή προς τους ηθικούς κανόνες] |
ανοσιότητα: η ανοσιότητα ενός εγκλήματος ►Δείτε αντίθετα |
μιαρότητα: η μιαρότητα της βλασφημίας |
καταπάτηση / παραβίαση της ιερότητας |
ανηθικότητα |
[ηθική μόλυνση] |
ακαθαρσία: ακαθαρσία της ψυχής |
[παραβίαση ή προσβολή κάποιου πράγματος που είναι ιερό, σεβαστό] |
βεβήλωση: βεβήλωση τάφων / μνημείων ‖ η κριτική στον εθνάρχη θεωρήθηκε βεβήλωση της μνήμης του |
ιεροσυλία: είναι ιεροσυλία να βρίζεις τα θεία ‖ η μεταγλώττιση του Ευαγγελίου στη δημοτική θεωρήθηκε ιεροσυλία |
μίανση: μίανση του μνημείου με περιττώματα |
μαγάρισμα: εκστατικοί οι παρουσιαστές, εκδότες, αρθρογράφοι μπροστά στην εικόνα του φλεγόμενου φυλακίου στον Άγνωστο Στρατιώτη καταδικάζουν το μαγάρισμα των αξιών του Έθνους |
σκύλευση: σκύλευση του έργου του |
σύληση |
ανευλάβεια |
σπίλωση |
μόλυνση |
[ασεβής, ανόσια, βέβηλη πράξη] |
άγος: τον κατατρύχει το άγος της πατροκτονίας / αιμομιξίας |
[ό,τι προκαλεί μίανση από θρησκευτική, ηθική κτλ. άποψη] |
μίασμα |
[πράξη ανόσια, ανήθικη, που προκαλεί αποτροπιασμό] |
ανοσιούργημα: ανοσιουργήματα εις βάρος της ανθρωπότητας ►Δείτε αντίθετα |
ανοσιουργία |
τερατούργημα: έχουν διαπράξει απίστευτα τερατουργήματα |
τερατουργία |
[το όνειδος που επέφεραν στην πόλη των Αθηνών οι άρχοντές της με την ανόσια πράξη τους να κατασφάξουν τους οπαδούς του συνωμότη Κύλωνα που είχαν δεθεί στον βωμό της Αθηνάς, ώστε να εξασφαλίζουν την ιδιότητα του ικέτη] |
κυλώνειον άγος (λόγια φράση / έκφραση) |
[για βάρβαρη προσβολή όσων θεωρούνται ιερά και όσια] |
τα άγια τοις κυσί (φράση / έκφραση ν.ε.) |
ΠΗΓΗ :https://www.lexigram.gr
Ως ένα άλλο παράδειγμα, διαβάστε σχετικά με την προειπωμένη βεβήλωση του θυσιαστηρίου του Ιεροβοάμ στα εδάφια 1 Βασιλέων 13:1-3.
Ως ένα άλλο παράδειγμα, διαβάστε σχετικά με την προειπωμένη βεβήλωση του θυσιαστηρίου του Ιεροβοάμ στα εδάφια 1 Βασιλέων 13:1-3.
Χυδαιότητα, βλασφημία, θρησκευτική βεβήλωση.
Στο Λευιτικόν 21:12 αυτή η τελευταία λέξη εφαρμόζεται στο χριστήριο λάδι πάνω στο κεφάλι του αρχιερέα, γιατί διαβάζουμε: «Και εκ του αγιαστηρίου δεν θέλει εξέλθει ουδέ θέλει βεβηλώσει το αγιαστήριον του Θεού αυτού· διότι το άγιον έλαιον του χρίσματος (το σημείο της αφιερώσεως, το χριστήριο έλαιο, ΜΝΚ ) του Θεού αυτού είναι επ’ αυτόν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου