ΑΡΧΙΚΗ

Ποιο είναι το γνώρισμα του τέλειου Χριστιανού;

 

Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης: Ερωταποκρίσεις. 1η. Ποιο είναι το γνώρισμα του τέλειου Χριστιανού;



ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠAΝΤΗΣΕΙΣ


ΕΡΩΤΗΣH : Ποιο είναι το γνώρισμα του τέλειου Χριστιανού;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Άλλοι λένε ότι είναι η ορθή πίστη και τα έργα της πίστεως. Ο Ιησούς όμως δεν ορίζει με αυτά τον αληθινό Χριστιανό. Γιατί μπορεί κάποιος να έχει και πίστη και έργα αγαθά, αλλά να υπερηφανεύεται για αυτά και να μη είναι τέλειος Χριστιανός. Γιατί ο Χριστιανός είναι αληθινή κατοικία του Χριστού, η οποία αποτελείται από έργα αγαθά και από ευσεβείς διδασκαλίες. Η αληθινή λοιπόν «πίστη, χωρίς τα έργα είναι νεκρή» (Ιακ. 1, 20), όπως και τα έργα χωρίς πίστη. Γι’ αυτό πρέπει με όλη μας τη δύναμη να φυλάμε τους εαυτούς μας σταθερά καθαρούς από τα βρώμικα έργα, για να μη ειπωθεί και για μας· «Ομολογούν ότι γνωρίζουν τον Θεό, αλλά με τα έργα τους τον αρνούνται» (Τίτ. 1, 16).

Γι’ αυτό ο Κύριος λέει· «Εάν κάποιος με αγαπά, θα τηρήσει τα λόγια μου, και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει, και θα έρθουμε σ’ αυτόν και θα κατοικήσουμε μαζί του» (Ιω. 14, 23). Από αυτά λοιπόν μαθαίνουμε, ότι με την ορθή πίστη και τα καλά έργα χτίζεται ο οίκος της ψυχής και έτσι κατοικεί μέσα μας ο Θεός. Γιατί λέει, «θα κατοικήσω μέσα τους και θα περπατήσω» (Λευϊτ. 26, 12· Β΄ Κορ. 6, 16.). Και ο Απόστολος δηλώνοντας το ίδιο έλεγε: «Ή δε γνωρίζετε, ότι ο Χριστός κατοικεί μέσα σας; Εκτός βέβαια εάν είστε αποτυχημένοι» (Β΄ Κορ. 13, 5).

Δεν γνωρίζει λοιπόν ο διάβολος, αν βρίσκεται μέσα στη σκέψη σου ο οικοδεσπότης Χριστός, ή όχι. Όταν όμως σε βλέπει να οργίζεσαι, ή να κραυγάζεις, ή να ορκίζεσαι, ή να αισχρολογείς, ή να κατηγορείς, ή να κοροϊδεύεις, ή να μέμφεσαι, ή να βρίζεις, ή να κατακρίνεις, ή να μισείς, ή να αδικείς κάποιους, ή να υπερηφανεύεσαι, ή να αλαζονεύεσαι, ή να γελάς πολύ και να αεροβατείς, ή να μη προσεύχεσαι συνεχώς και να μη θυμάσαι τον θάνατο, τότε διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει στην ψυχή σου ο Θεός που σε φυλάει και σε φροντίζει. Και έτσι, μπαίνοντας μέσα σου ο πονηρός σαν κλέφτης, επειδή δεν υπάρχει μέσα στην καρδιά σου θεϊκό λυχνάρι, ληστεύει τον οίκο της ψυχής σου, «και γίνονται τα τελευταία σου χειρότερα από τα πρώτα» (Β΄ Πέτρ. 2, 20. Ματθ. 12, 45).

Από το Δευτερονόμιο.

«Και τώρα, Ισραηλιτικέ λαέ, τι ζητά ο Κύριος και Θεός από σένα, παρά να φοβάσαι τον Κύριο και Θεό σου και να βαδίζεις σύμφωνα με όλες τις εντολές του και να λατρεύεις τον Κύριο και Θεό σου;» (Δευτ. 10, 12).

Του Δαβίδ.

«Όσοι αγαπάτε τον Κύριο, να μισείτε τα πονηρά» (Ψαλμ. 96, 10). «Ο Κύριος φυλάει όλους εκείνους που τον αγαπούν, και θα εξολοθρεύσει όλους τους αμαρτωλούς» (Ψαλμ. 44, 20) και· «Γιατί συ δεν είσαι Θεός που θέλει την ανομία. Δεν θα κατοικήσει κοντά σου όποιος είναι πονηρός, ούτε θα μείνουν οι παράνομοι μπροστά στα μάτια σου» και τα παρακάτω (Ψαλμ. 5, 5-6).

Του Ησαΐα.

«Ο λαός αυτός με πλησιάζει με το στόμα και με τιμούν με τα χείλη τους, ενώ η καρδιά τους απέχει πολύ από μένα. Με λατρεύουν μάταια, λέει ο Κύριος» (Ησ. 29, 13· Ματθ. 15, 8)· και· «Εμένα αναζητούν κάθε μέρα, και επιθυμούν να γνωρίσουν τις εντολές μου, ως λαός που έχει εφαρμόσει τον νόμο, και δεν εγκατέλειψε την κρίση του Θεού του, λέει ο Κύριος» (Ησ. 58, 2). Και· «Όταν υψώνετε ικετευτικά τα χέρια σας σ’ εμένα, θα γυρίζω αλλού το πρόσωπο μου από σας, γιατί τα χέρια σας είναι γεμάτα αίμα. Λουστείτε λοιπόν και καθαριστείτε. Αφαιρέστε τις κακίες από τις ψυχές σας. Μάθετε να κάνετε το καλό. Επιδιώξετε το δίκαιο. Σώστε εκείνον που αδικείται. Κρίνετε δίκαια το ορφανό και αποδώστε δικαιοσύνη στη χήρα, και τότε ελάτε να συζητήσουμε, λέει ο Κύριος» (Ησ. 1, 15-18).

Του Σολομώντα.

«Είναι μισητή στον Κύριο η διεστραμμένη ζωή, αντίθετα είναι ευπρόσδεκτοι στον Κύριο εκείνοι που επιδιώκουν την αρετή» (Παροιμ. 15, 9). Και, «Οι αμαρτίες καθαρίζονται με εντιμότητα και με πίστη, και με τον φόβο του Κυρίου αποφεύγει κάθε ευσεβής το κακό» (Παροιμ. 27. 18. Ρωμ. 8, 17).

Του Σειράχ.

«Να μη πεις. Ο Θεός με έπλασε, δεν έχει ανάγκη από αμαρτωλό άνθρωπο. Γιατί ο Κύριος μισεί κάθε διαστροφή. Και να μη πεις· Η ευσπλαχνία του Θεού είναι μεγάλη, θα συγχωρήσει όλες τις αμαρτίες μου. Γιατί στον Θεό υπάρχει το έλεος, αλλά και η οργή, και θα ξεσπάσει ο θυμός του εναντίον των αμαρτωλών (Σοφ. Σειράχ 5, 6-7). «Γιατί η οργή του είναι ανάλογη προς την ευσπλαχνία του, και θα κρίνει τον άνθρωπο σύμφωνα με τα έργα του, και ο καθένας θα ανταμειφθεί ανάλογα με τα έργα του» (Σοφ. Σειρ. 16, 12).

Από τις Διαταγές των Αποστόλων.

«Αυτός που βαπτίζεται να είναι ξένος από κάθε ασέβεια, να μη διαπράττει αμαρτίες, να είναι φίλος του Θεού, εχθρός του διαβόλου, κληρονόμος του Θεού και συγκληρονόμος του Χριστού (Ρωμ. 8, 17), να έχει αποκηρύξει τον Σατανά και τους δαίμονες του και όλα τα έργα του, να είναι αγνός, καθαρός, ευσεβής, αγαπητός στον Θεό, υιός του Θεού, να προσεύχεται σαν γιος προς πατέρα λέγοντας (σαν μαζί με το συγκεντρωμένο πλήθος των πιστών) τα εξής· «Πατέρα μας επουράνιε…» (Ματθ. 9, 6) και τα λοιπά (Διαταγές Αποστόλων 3, 18), ώστε να μη συμβεί, αποκαλώντας ανάξια Πατέρα του τον Θεό, ν’ ακούσει εκείνα που άκουσε κάποτε ο πρωτότοκος υιός του Ισραήλ, δηλαδή «Ο γιος να τιμά τον Πατέρα, και ο δούλος να φοβάται τον Κύριο του» και «Εάν εγώ είμαι Πατέρας, που είναι η δόξα μου;» (Μαλαχ. 1, 6). Γιατί δόξα των πατέρων είναι η ευσέβεια των παιδιών τους, και τιμή των δεσποτών ο σεβασμός των υπηρετών τους.

Του Γρηγορίου Νύσσης (Λόγος 2. Εις το Πάτερ ημών).

Ο αγαθός πατέρας δεν μπορεί να έχει βούληση κακή, ούτε ο άγιος βούληση ίδια με εκείνον που είναι βέβηλος, ούτε ο σταθερός ίδια με εκείνον που εκτρέπεται, ούτε η αληθινή ζωή είναι ίδια με εκείνου που έχει νεκρωθεί από τις αμαρτίες, ούτε ο καθαρός και άμεμπτος ίδια με εκείνον που ασχημονεί με τα πάθη της ατιμίας, ούτε ο ευεργέτης με τον πλεονέκτη, ούτε γενικά αυτός που είναι αγαθός, μπορεί να είναι ίδιος με εκείνους που βρίσκονται μέσα σε κάποιο κακό.

Γιατί, εάν κάποιος που βλέπει τον εαυτό του να έχει ανάγκη από κάθαρση, και γνωρίζει ότι η πονηρή συνείδηση του είναι γεμάτη από κηλίδες και κακές πράξεις, πριν να καθαριστεί από τα τόσο πολλά κακά αυτού του είδους, εντάσσει τον εαυτό του μεταξύ των συγγενών του Θεού, και λέει Πατέρα τον δίκαιο, αυτός που είναι άδικος, τον καθαρό, αυτός που είναι ακάθαρτος, τα λόγια του θα είναι οπωσδήποτε βρισιά και κοροϊδία, αφού ονομάζει τον Θεό πατέρα της δικής του κακίας. Γιατί η λέξη, «πατέρας», σημαίνει την αιτία εκείνου που προήλθε από αυτόν.

Επομένως αυτός που έχει συνείδηση πονηρή, εάν λέει ότι ο Θεός είναι Πατέρας του, δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά κατηγορεί αυτόν ως αρχηγό και αίτιο των δικών του κακών. Ο Απόστολος όμως λέει, ότι «Δεν έχει καμιά σχέση το φως με το σκοτάδι» (Β΄ Κορ. 6, 14). Αντίθετα το φως συγγενεύει με το φως, και το δίκαιο με τον δίκαιο, και το άφθαρτο με το άφθαρτο, ενώ τα αντίθετα προς αυτά οπωσδήποτε συγγενεύουν με εκείνα που ανήκουν στο ίδιο γένος. «Ούτε βέβαια δένδρο καλό μπορεί να κάνει καρπούς κακούς» (Ματθ. 7, 18).

Εάν λοιπόν κάποιος είναι αναίσθητος, όπως λέει η Γραφή (Ψαλμ. 4, 3), και επιζητεί το ψέμα, χρησιμοποιώντας με θράσος τα λόγια της προσευχής, ας γνωρίζει, ότι δεν ονομάζει πατέρα του τον ουράνιο Πατέρα, αλλά τον καταχθόνιο, επειδή και ο ίδιος είναι πάντοτε ψεύτης, και γίνεται πατέρας του ψεύδους (Ιω. 8, 44), που λέγεται από τον καθένα, και όπου διαπράττεται αμαρτία, εκεί γίνεται πατέρας και της αμαρτίας. Γι’ αυτό και όσοι τυχαίνει να είναι εμπαθείς, ονομάζονται παιδιά της οργής (Εφ. 2, 3), και αυτός που απομακρύνεται από τη ζωή, ονομάζεται υιός της απώλειας (Ιω. 17, 12).

Θέλεις να γνωρίσεις τα ιδιώματα του κακού χαρακτήρα; Αυτά είναι ο φθόνος, το μίσος, η συκοφαντία, η υπερηφάνεια, η πλεονεξία, η γεμάτη από πάθη επιθυμία, η αρρώστια της δοξομανίας. Αυτά είναι εκείνα με τα οποία χαρακτηρίζεται η μορφή του αντιθέτου. Εκείνος λοιπόν που η ψυχή του κυλιέται σ’ αυτές τις κηλίδες, εάν επικαλεσθεί στην προσευχή του Πατέρα, ποιος θα τον ακούσει; Ασφαλώς εκείνος που είναι συγγενής προς αυτόν που έκανε την επίκληση. Και αυτός δεν είναι ο ουράνιος, αλλά ο καταχθόνιος. Γιατί εκείνος του οποίου φέρει τα σημάδια της συγγένειας, εκείνος θα ανταποκριθεί στον συγγενή του. Επομένως η προσευχή του κακού ανθρώπου, όσο βρίσκεται στην κακία, αποτελεί επίκληση του διαβόλου. Ενώ εκείνος που απομακρύνεται από την κακία και ζει με αγαθότητα, επικαλείται τον αγαθό Πατέρα.

Του ιδίου, από την επιστολή του προς τον ασκητή Ολύμπιο.

Εάν λοιπόν κάποιος φέρει βέβαια το όνομα του Χριστού, αλλά στη ζωή του δε δείχνει όσα συνεπάγεται το όνομα αυτό, αυτός διαψεύδει το όνομα. Γιατί, ούτε ο Κύριος είναι δυνατόν να μη είναι δικαιοσύνη και καθαρότητα και αλήθεια και αποξένωση από κάθε κακό, ούτε μπορεί κανείς να είναι αληθινός Χριστιανός, εάν δεν δείχνει στον εαυτό του την ύπαρξη και εκείνων των ονομάτων.

Του Κυρίλλου Ιεροσολύμων, από τις Κατηχήσεις (Φωτιζομένων, Ζ΄, 14).

Δεν μας ωφελεί σε τίποτε το να φέρουμε το όνομα των Χριστιανών, αν δε συμφωνούν και τα έργα μας με αυτό. Γιατί είναι γραμμένο: «Αν ήσασταν παιδιά του Αβραάμ, θα κάνατε και τα έργα του Αβραάμ» (Ιω. 8, 39).

Του Ιωάννη Χρυσοστόμου, από την ερμηνεία στο κατά Ματθαίον. (Ομιλίες 20 και 22).

Αυτός που ονομάζει τον Θεό Πατέρα, με αυτή τη μικρή λέξη ομολογεί τη συγχώρηση των αμαρτιών του, την κατάργηση της κόλασης, τη δικαίωση, τον αγιασμό, την απολύτρωση, την υιοθεσία, τη συγγένεια του με τον Μονογενή και τη χορήγηση του αγίου Πνεύματος. Γιατί δεν είναι δυνατόν να ονομάσει τον Θεό Πατέρα, χωρίς να έχει επιτύχει όλα τα αγαθά και να γίνει υιός του Θεού. Γιατί λέει· «όσοι οδηγούνται από το Πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι υιοί του Θεού» (Ρωμ. 8, 14). Επομένως αυτός που ονόμασε τον Θεό Πατέρα, είναι σωστό να δείχνει τέτοια συμπεριφορά, ώστε να μη αποδεικνύεται ανάξιος αυτής της συγγένειας. Γιατί λέει· «Κανένας δεν μπορεί να υπηρετεί σε δύο κυρίους· και στον Θεό και στον Μαμμωνά» (Ματθ. 6, 24).

Μη φιλοσοφείς λοιπόν πράγματα περιττά, γιατί ο Θεός αποφάνθηκε μια για πάντα και είπε ότι είναι αδύνατο να συμβαίνει και αυτή και εκείνη η υποταγή. Μη λες λοιπόν συ ότι είναι δυνατόν. Γιατί, όταν ο ένας διατάζει τον υπηρέτη να αρπάζει και ο άλλος να εγκαταλείπει αυτά που έχεις· ο ένας του λέει να είναι συνετός, και ο άλλος να πορνεύει, ο ένας να απολαμβάνει και να μεθά, και ο άλλος να νηστεύει και να εγκρατεύεται, ο ένας να αισχρολογεί, και ο άλλος να περιφρονεί τα υπάρχοντα του, και ο άλλος να προσηλώνεσαι σ’ αυτά που έχει, ο ένας να θαυμάζει τα μάρμαρα και τους τοίχους και τις οροφές, και ο άλλος να τα περιφρονεί αυτά και να τιμά την αναζήτηση της αλήθειας, πως είναι δυνατόν αυτά να συμβούν στον κύριο; Και κύριο εδώ ονομάζει τον μαμμωνά, όχι λόγω της φύσεως του, αλλ’ εξαιτίας της ταλαιπωρίας εκείνων που υποκλίνονται σ’ αυτόν. Γιατί έτσι ο Απόστολος ονόμασε και την κοιλιά (Φιλιπ. 3, 19), όχι από το αξίωμα της κυρίας, αλλά από την αθλιότητα εκείνων που την υπηρετούν.

Του αγίου Βασιλείου, από τα Ασκητικά του.

Εάν πιστεύουμε στον Κύριο που λέει· «Καθένας που αμαρτάνει, είναι δούλος της αμαρτίας» (Ιω. 8, 34), και πάλι «Σεις είσαστε παιδιά του πατέρα σας διαβόλου, και θέλετε να εκτελείτε τις επιθυμίες του πατέρα σας» (Ιω. 8, 44), τότε αντιλαμβανόμαστε, ότι δεν είναι απλώς μέτοχος, αλλά δούλος. Και χαρακτηρίζει κύριο και πατέρα του εκείνον του οποίου το έργο κάνει κάποιος. Και το βεβαιώνει ο Απόστολος λέγοντας· «Δεν ξέρετε ότι, όταν προσφέρετε τους εαυτούς σας δούλους σε κάποιον για να τον υπακούτε, είστε δούλοι εκείνου στον οποίο υπακούτε, είτε δούλοι της αμαρτίας που οδηγεί στο θάνατο, ή της υπακοής που παρέχει δικαίωση;» (Ρωμ. 6, 16). Και δεν πρέπει η πίστη να είναι νεκρή.

Και αλλού πάλι· «Γιατί με αποκαλείτε, Κύριε, Κύριε, και δεν κάνετε αυτά που λέω;» (Λουκ. 6, 46.). Διότι πρέπει και με τα έργα μας να τον ομολογούμε Κύριο, όντας κυριευμένοι από αυτόν, και όχι να βασιλεύει μέσα μας και να κυριαρχεί η αμαρτία, για να μη βρει εφαρμογή και σε μας το «Τον αγάπησαν μόνο με το στόμα τους, ενώ η καρδιά τους δεν ήταν ειλικρινής μαζί του» (Ψαλμ. 77, 36). Ας ακούσουμε όμως και τον Απόστολο που λέει· «Μη πλανάστε· ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτρες, ούτε μοιχοί, ούτε θηλυπρεπείς, ούτε αρσενοκοίτες, ούτε μέθυσοι, ούτε άρπαγες θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού» (Α΄ Κορ. 6, 9-10).

Και πάλι «Κάθε πόρνος ή πλεονέκτης, δηλαδή ειδωλολάτρης ή ακάθαρτος, δεν θα έχει κληρονομιά στη βασιλεία του Χριστού του Θεού μας. Κανένας να μη σας απατά με κούφια λόγια, γιατί εξαιτίας αυτών έρχεται η οργή του Θεού στους απειθείς ανθρώπους. Να μη έχετε λοιπόν τίποτε το κοινό μαζί τους» (Εφ. 5, 5-7). Εάν λοιπόν είμαστε και εμείς μεταξύ εκείνων που λένε ότι πιστεύουν και περιμένουν τη βασιλεία, δεν είμαστε μέτοχοι του βασιλιά, αλλά συμμέτοχοι των εχθρών του βασιλιά.

Γιατί, αν μάθαμε τον Χριστό, μάθαμε την αλήθεια. Και εάν γνωρίζουμε την αλήθεια, ας ζήσουμε και με την αλήθεια των έργων. Γιατί, όταν θα έρθει, θα μας βάλει μαζί με τους άπιστους, λέγοντας: «Ποτέ δεν σας γνώρισα (Ματθ. 25, 12)· φύγετε από μένα, όσοι κάνετε την παρανομία (Ματθ. 7, 23)», και δε θα ωφεληθούμε καθόλου λέγοντας· «Κύριε, Κύριε» γιατί την απλή πίστη την έχουν και τα δαιμόνια (Ιακ. 2, 19).

«Ας ανεβεί», λέει, «σαν θυμίαμα ευωδιαστό κατ’ ευθεία σε σένα η προσευχή μου, και η ανύψωση των χεριών μου ας γίνει δεκτή ως εσπερινή θυσία» (Ψαλμ. 140,2). Κοίταξε από όλες τις πλευρές τα χέρια σου και μάθε τα καλά. Και εάν δεν έχουν τίποτε το αρπαχτικό ή βρώμικο, τότε λέγε με θάρρος· «Ας ανεβεί κατ’ ευθεία η προσευχή μου σαν θυμίαμα». Εάν όμως άρπαξες, ή έκανες κάτι από αυτά που είναι απαγορευμένα, να μη φωνάξεις ούτε να υψώσεις τα χέρια σου, μέχρι που να σταματήσεις το κακό. Γιατί, και αν ακόμα μπορέσεις να τα υψώσεις, κατά παραχώρηση του Θεού, η προσευχή σου, ως αξιοκατάκριτη, δε φθάνει ποτέ στον ουρανό, αλλά και συ θα ακούσεις· «Όταν υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό, θα στρέψω αλλού το πρόσωπο μου από σένα. Και εάν πολλαπλασιάσεις την προσευχή σου, δεν θα σε ακούσω, λέει ο Κύριος» (Ησ. 1, 15).

Του ιδίου, Από την ερμηνεία στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. (Ομιλία 52).

Ας μάθουμε λοιπόν ποια είναι αυτά που βεβηλώνουν τον άνθρωπο. Ας τα μάθουμε και ας τα αποφύγουμε. Γιατί βλέπουμε ότι στην Εκκλησία επικρατεί μεταξύ των περισσοτέρων αυτή η συνήθεια. Ενώ δηλαδή φροντίζουμε πως θα μπορέσουμε να μπούμε μέσα με καθαρά ρούχα, και με ποιον τρόπο θα μπορέσουμε να νίψουμε τα χέρια και τα πόδια μας, δεν κάνουμε όμως λόγο για το πως θα παρουσιάσουμε την ψυχή μας στον Θεό καθαρή. Και λέγοντας τα αυτά δεν σας εμποδίζω να νίβετε τα χέρια, ούτε το στόμα, αλλά επειδή θέλω να τα νίβετε έτσι όπως πρέπει. Δηλαδή όχι μόνο με νερό, αλλά αντί με νερό, με τις αρετές. Γιατί ακαθαρσία των χεριών είναι η αρπαγή, η διάπραξη κακών, η επίθεση εναντίον του πλησίον, η βλασφημία του στόματος, η κακολογία, η αισχρολογία, η βωμολοχία, το γέλιο, η βρισιά.

Εάν λοιπόν γνωρίζεις καλά τον εαυτό σου, ότι δεν κάνει ή λέει τίποτε από αυτά, ούτε είναι λερωμένος με τη βρωμιά αυτή, πλησίασε με θάρρος. Εάν όμως δέχτηκες μύριες φορές αυτές τις κηλίδες, γιατί κοπιάζεις άδικα, περιλούζοντας βέβαια τα χέρια και τη γλώσσα, αλλά περιφέροντας πάνω σ’ αυτά τον ολέθριο και τον βλαβερό ρύπο; Γιατί πες μου· αν είχες στα χέρια σου κοπριά και λάσπη, θα τολμούσες να προσευχηθείς; Όχι βέβαια. Και όμως από αυτά δεν υπάρχει καμιά βλάβη, ενώ εκεί υπάρχει καταστροφή και απώλεια.

Πώς λοιπόν στα αδιάφορα δείχνεις ευλάβεια, ενώ σ’ αυτά που είναι απαγορευμένα δείχνεις περιφρόνηση; Τι λοιπόν, λέει· δεν πρέπει να προσευχόμαστε; Πρέπει βέβαια, όχι όμως γεμάτοι από βρωμιά και έχοντας τόσο πολλή λάσπη. Πώς και με ποιον τρόπο; Κλάψε, στέναξε, κάνε ελεημοσύνη, εξομολογήσου, ζήτα συγγνώμη από αυτόν που έβρισες, συμφιλιώσου μαζί του. Με αυτά πλύνε τη γλώσσα σου, για να μη εξοργίσεις περισσότερο τον Θεό.

Αν κάποιος δηλαδή, έχοντας γεμάτα κοπριά τα χέρια του, σου έπιανε τα πόδια παρακαλώντας σε, όχι μόνο δε θα τον άκουγες, αλλά και θα τον κλωτσούσες με το πόδι σου. Πώς λοιπόν συ τολμάς να πλησιάζεις έτσι τον Θεό; Γιατί χέρι είναι η γλώσσα αυτών που προσεύχονται, και με αυτήν πιάνουμε τα γόνατα του Θεού. Να μη επιμένεις λοιπόν στην προσευχή σου, για να μη πει και σε σένα· «Εάν πολλαπλασιάσεις την προσευχή σου, δεν θα σ’ ακούσω. Γιατί στο χέρι της γλώσσας βρίσκεται η ζωή και ο θάνατος» (Παροιμ. 18, 21), και· «από τα λόγια σου θα δικαιωθείς και θα κατακριθείς» (Ματθ. 12, 37).

Και συ βέβαια αν έρθεις σε συνεύρεση με τη γυναίκα σου, δεν τολμάς έτσι να προσευχηθείς, ενώ έχοντας διαπράξει κακολογίες και βρισιές και άλλα κακά, πριν καθαριστείς καλά, υψώνεις τα χέρια σου για προσευχή; Και πως δεν τρέμεις, πες μου, επικαλούμενος το φοβερό εκείνα και φρικτό όνομα; Δεν άκουσες τον Παύλο που λέει, «Θέλω οι άνδρες να προσεύχονται κάθε τόσο υψώνοντας τα δίκαια χέρια τους χωρίς οργή και πονηρό λογισμό, όπως επίσης και οι γυναίκες»; (Α΄ Τιμ. 2, 9).

Του ιδίου, από την ερμηνεία στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.

Ότι δεν μας ωφελεί καθόλου η πίστη, όταν η ζωή μας είναι διεστραμμένη, λέει ο Κύριος· «Δεν θα εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών καθένας που μου λέει, Κύριε, Κύριε, αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του επουράνιου Πατέρα μου. Γιατί πολλοί θα μου πουν την ημέρα εκείνη· Κύριε δεν προφητέψαμε στο όνομα σου; Και θα τους πω· Δεν σας γνωρίζω» (Ματθ. 7, 21-22).

Επομένως ποιο είναι το κέρδος της πίστεως, όταν ο Κύριος μάς αγνοεί; Όταν λοιπόν δεν εκτελούμε το θέλημα του Θεού είμαστε πιασμένοι στην παγίδα του διαβόλου. Και όπως το σπουργίτι, κι αν ακόμα δεν κρατιέται από όλο το σώμα του, αλλά από ένα μόνο πόδι, βρίσκεται στην εξουσία εκείνου που το παγίδευσε, έτσι και εμείς· έστω και αν δεν κατεχόμαστε εξ ολοκλήρου, αλλά μόνο από την πίστη ή τη ζωή μας, βρισκόμαστε κάτω από την εξουσία του διαβόλου γιατί λέει· «Από όποιον κάποιος έχει νικηθεί, σ’ αυτόν και έχει υποδουλωθεί» (Β΄ Πέτρ. 2, 19).

Ιωάννη, του συγγραφέα της Κλίμακος.

Αυτός που λέει ότι έχει σωστή πίστη, και διαπράττει αμαρτίες, μοιάζει με πρόσωπο που δεν έχει μάτια, ενώ εκείνος που δεν έχει πίστη, αλλ’ ίσως κάνει καλά έργα, μοιάζει μ’ εκείνον που αντλεί από το πηγάδι νερό και το βάζει σε τρύπιο πιθάρι. (Κλίμαξ 26, 43)

Του μακαρίου μοναχού Μάρκου*.

Μερικοί, χωρίς να εκτελούν τις εντολές, νομίζουν ότι πιστεύουν σωστά. Άλλοι πάλι που τις τηρούν, περιμένουν τη βασιλεία σαν ανταμοιβή που τους οφείλεται. Και οι δύο όμως αστόχησαν ως προς τον δρόμο της βασιλείας.

* Βλ. Μάρκου μοναχού και ερημίτη, Περί αυτών που νομίζουν ότι δικαιώνονται από τα έργα τους. Στη σειρά αυτή της Φιλοκαλίας, ΕΠΕ, τόμος 13, σελ. 48, 17.

Μαξίμου μοναχού, από τα Ασκητικά κεφάλαια.

Ο Χριστιανός ασχολείται μ’ αυτά τα τρία πράγματα· με τις εντολές, με τα δόγματα και με την πίστη. Και οι εντολές βέβαια απομακρύνουν τον νου από τα πάθη, τα δόγματα τον εισάγουν στη γνώση των όντων, ενώ η πίστη στη θέα της αγίας Τριάδος, στην οποία ανήκει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, στον Πατέρα και τον Υιό και το άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.


(ΕΠΕ), Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας
Φιλοκαλία των νηπτικών και ακητικών 13Β
Αναστασίου του Σιναΐτη. Άπαντα τα έργα.
Ερωταποκρίσεις Α΄ –  ΞΔ΄.
εκδ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλλονίκη 1998. από ΕΔΩ και ΕΔΩ 

 

Ψαλ. 1,2 καὶ ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας καὶ νυκτός.

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ποιο είναι το γνώρισμα του τέλειου Χριστιανού;

  Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης: Ερωταποκρίσεις. 1η. Ποιο είναι το γνώρισμα του τέλειου Χριστιανού;

Δημοφιλείς αναρτήσεις